Ζω σε ένα κόσμο όπου η μαγεία πλέον είναι περιορισμένη. Ονομάζεται Γη. Τα αρχαία χρόνια δεν ήταν έτσι, η μαγική ενέργεια έσφυζε στον πλανήτη. Όταν έπεσε ο μετεωρίτης και σκότωσε τους δεινόσαυρους, έφερε μαζί του μια παράξενη, άυλη ενέργεια, η οποία εξαπλώθηκε σαν την απέραντη θάλασσα, σε όλα τα σημεία του πλανήτη. Τίμημα ήταν η ζωή των πρώτων πλασμάτων και αντίτιμο η ζωή των καινούργιων. Τότε ήταν που γεννηθήκαμε εμείς, “τα μαγικά πλάσματα”, όπως μας λέτε εσείς οι άνθρωποι. Ήταν τότε που η ανάμιξη ανθρώπου και ζώου δεν ήταν κάτι το αφύσικο. Αντίθετα δημιουργούνταν νέες μορφές ζωής, με καινούργιες ιδιότητες και περίεργες δυνατότητες. Έτσι δημιουργήθηκαν οι κένταυροι, οι σάτυροι, οι λυκάνθρωποι και όλα τα παράξενα πλάσματα που σήμερα θεωρούνται μύθοι. Όμως η φύση φρόντισε να εξελίξει και τα πλάσματα που δεν είχαν διασταυρωθεί με κάποιο άλλο ζώο. Οι γοργόνες ήταν μια εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, που έμαθε να επιβιώνει στη θάλασσα. Πόσο ειρωνικό ήταν, όταν οι ψαράδες τις κυνηγούσαν ανελέητα! Κυνηγούσαν μια πρόωρη εξέλιξη του εαυτού τους.
Όπως οι γοργόνες έτσι και οι μονόκεροι εξελίχθηκαν μόνοι τους στο πέρασμα του χρόνου. Η μητέρα φύση τα προίκισε με άφθονη μαγική ενέργεια. Ήταν οι φύλακες της φύσης, αθώα και δυνατά πλάσματα, γεμάτα καλοσύνη, μέχρι που τα κυνήγησαν οι άνθρωποι και τους κόψανε τα κέρατα. Από κει και πέρα γεννήθηκαν τα άλογα. Κόβοντας το κέρατο ενός μονόκερού, εκείνο δεν ξανάβγαινε. Από τότε η μαγική ενέργεια λιγόστευε, παρέμενε μέσα στο σώμα αλλά σε πολύ ήπια μορφή, σχεδόν ανύπαρκτη. Το άλογο ξέχασε την καταγωγή του, δεν θυμόταν την αρχική του μορφή. Σε κάθε πλάσμα η μαγική ενέργεια συσσωρευόταν κάπου. Στο μονόκερο στο κέρατο, στις γοργόνες στην ουρά, στις νεράιδες στα φτερά. Όταν αυτά κόβονταν σταματούσε η μαγική εξέλιξη του πλάσματος. Δημιουργούταν ένα πιο απλό είδος ή χανόταν η ύπαρξή του. Όταν αυτό γινόταν, τότε η μαγική ενέργεια γύριζε πίσω στο σύμπαν και παρέμενε μόνο ένα μικρό κομμάτι της, αυτό που εσείς σήμερα ονομάζεται απλή ενέργεια ή αύρα. Είναι το απομεινάρι αυτού που πραγματικά υπήρξε κάποτε. Και αν θεωρείτε πως και σήμερα η ενέργεια είναι δυνατό στοιχείο, θα έπρεπε να δείτε την ενέργεια που υπήρχε τότε. Αγνή, καθαρή, ανέγγιχτη από το σύμπαν.
Ωστόσο η μαγική ενέργεια δεν λειτουργούσε μόνο με την σεξουαλική επαφή, λειτουργούσε και με την απορρόφηση- ένωση μιας ενέργειας με μια άλλη. Έτσι όταν ο αετός ερωτεύτηκε τη λέαινα, ένωσε τη μαγική του ενέργεια με τη δική της δημιουργώντας τον γρύπα. Όπως οι άνθρωποι, έτσι και η φύση πειραματιζόταν. Δυστυχώς όταν οι άνθρωποι εξελίχθηκαν, η μαγική ενέργεια μειώθηκε. Λόγω της υπεροχής μας και των δυνατοτήτων μας, ζήλεψαν, και άρχισαν να μας αφανίζουν. Μας θεωρούσαν απόκληρους και τέρατα της φύσης. “Οι αφύσικοι”, έτσι μας έλεγαν. Μα είναι ειρωνικό αν σκεφτείς ότι η ίδια η φύση και το σύμπαν μας γέννησε… Τι είναι το αφύσικο; Ποτέ δεν κατάλαβα…
Το σύμπαν κρύβει ένα παράξενο μυστήριο, που ακόμα και εμείς, τα μαγικά πλάσματα, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε… Ένα από τα μυστήρια αυτά είμαι και εγώ. Γεννήθηκα αλλαζόμορφος. Η ικανότητά μας είναι πολύ ιδιαίτερη. Αλλάζουμε μορφή σε όποιο ζωντανό πλάσμα θέλουμε. Παρόλ’ αυτά εγώ είμαι εξαίρεση του είδους μου. Δεν μπορώ ν’ αλλάζω σε οτιδήποτε θέλω. Αυτό το κατάλαβα πολύ μικρός. Το σύμπαν είχε άλλα σχέδια για μένα. Οι μορφές που μπορούσα να πάρω ήταν μόνο απ’ όσα πλάσματα είχαν μαγική ενέργεια.
Η γέννησή μου ήταν το ίδιο μυστηριώδης. Έπεσα από τον ουρανό. Ήμουν μια μάζα μαγικής ενέργειας που είχε καταφέρει να υλοποιηθεί, χωρίς συγκεκριμένη μορφή. Σύρθηκα νεογέννητο σε μια σπηλιά. Τότε ήταν που με βρήκε ένα ξωτικό, όμορφο με χρυσά μακριά μαλλιά, πράσινα μάτια σαν σμαράγδια και μυτερά αυτιά. Με είδε ταλαιπωρημένο όπως ήμουν και δεν με φοβήθηκε, παρόλο που η μορφή μου δεν είχε λογική. Μια μαύρη μάζα γεμάτη με φωτεινούς αστερισμούς μέσα της, ένα συσσωρευμένο σύμπαν. Αν το σύμπαν ήταν μια σφαίρα, τότε αυτή θα ήμουν εγώ. Με πήρε στα χέρια του και τότε ήταν που πήρα την πρώτη μου μορφή. Τη μορφή ενός μωρού. Αγγίζοντάς το δέρμα του έγινε και κομμάτι δικό μου. Απέκτησα σκιστά, μαύρα μάτια και μυτερά αυτιά. Μου χαμογέλασε και τότε ένιωσα για πρώτη φορά ζεστασιά και του χαμογέλασα και εγώ. Με πήγε στη φυλή του και μεγάλωσα εκεί.
Όσο μεγάλωνα γινόμουν φίλος με όλα τα πλάσματα που έπαιρνα τη μορφή τους. Γέλασα τόσο πολύ όταν άγγιξα για πρώτη φορά κένταυρο. Ξαφνιάστηκε τόσο όταν με είδε να αλλάζω και να παίρνω τη μορφή του, που άρχισε να τρέχει μακριά μου τρομαγμένος. Όταν κατάφερα να του εξηγήσω, γίναμε φίλοι. Το να αγγίζω πλάσματα και να παίρνω τη μορφή τους, ήταν το καλύτερό μου παιχνίδι. Ήμουν πολύ αγαπητός σε όλους.
Περνώντας τα χρόνια όμως, η φυλή των ξωτικών εξαφανιζόταν από προσώπου γης. Πέθαινε. Ο πατέρας μου – το ξωτικό που με βρήκε- πέθανε στην αγκαλιά μου από το βέλος των άσπλαχνων ανθρώπων, που μας έτρεμαν. Ήμασταν πιο δυνατοί από αυτούς, αλλά λιγότεροι και το ίδιο θνητοί. Έζησα κυνηγημένος μέσα στα δάση, στην έρημο και στη θάλασσα.
Δεν είχα σκοπό. Απλά κρυβόμουν για να επιβιώσω. Δεν μπορώ να πεθάνω εκτός αν κάτι με σκοτώσει. Έβλεπα τα μαγικά πλάσματα να χάνονται με την πάροδο του χρόνου, αλλά εγώ να είμαι ακόμα εδώ. Γιατί; Γιατί έπρεπε να ζω όλα αυτά τα χιλιάδες χρόνια, βλέποντας τους όμοιούς μου να χάνονται ή να πεθαίνουν από τα χέρια των ανθρώπων. Γιατί οι περισσότεροι εξαιτίας τους χάθηκαν. Γιατί να ζω στη μοναξιά; Κανείς δεν φταίει για το πώς γεννιέται. Όλα έχουν κάποιον σκοπό. Ο δικός μου ποιός είναι;
Όταν πέθαναν πια όλα τα ξωτικά, αποφάσισα να γίνω κάτι άλλο, που θα επιβίωνε. Πήγα στην έρημο και έγινα μια σφίγγα, με ανθρώπινο κεφάλι και σώμα λιονταριού. Το χρυσαφί σώμα μου έλαμπε στον ήλιο και εκεί που νόμιζα ότι βρήκα την γαλήνη, να σου πάλι οι άνθρωποι. Με κυνηγούσαν επειδή με φοβόντουσαν, παρόλο που ποτέ δεν τους είχα πειράξει. Τραυματίστηκα πολύ άσχημα, αλλά η μαγική ενέργεια με βοηθούσε κάθε φορά να επουλώνω γρήγορα τις πληγές μου. Ταλαιπωρημένος σύρθηκα στη θάλασσα. Ήταν ίσως η τελευταία μου ελπίδα. Μίλησα με τις γοργόνες, άγγιξα μία και αμέσως έβγαλα ουρά. Μα και εκεί δεν ήμουν τυχερός. Οι ψαράδες μας κυνηγούσαν ανελέητα. Αναγκαστήκαμε να κρυφτούμε στην άβυσσο. Μα τότε ήρθε η μόλυνση του πετρελαίου και τα απορρίμματα. Πολλοί από μας πέθαναν.
Όταν χάθηκαν οι περισσότεροι από εμάς, βγήκα στην επιφάνεια και ανακάλυψα πως ο κόσμος δεν ήταν έτσι όπως τον θυμόμουν. Έβλεπα παράξενα πράγματα. Οι άμαξες είχαν γίνει αμάξια, τα περισσότερα δάση που ήξερα είχαν καταστραφεί και στη θέση τους υπήρχαν πολυώροφα κτήρια. Η μαγική ενέργεια που ήξερα είχε λιγοστέψει στον πλανήτη. Όσα πλάσματα γνώριζα και είχα αγγίξει είχαν χαθεί. Είχα καταφέρει ως τότε να πάρω εννιακόσιες ενενήντα εννέα μορφές. Αποφάσισα τότε πως έπρεπε να ξαναλλάξω σε ένα πλάσμα που είχε μάθει να επιβιώνει με την πάροδο του χρόνου. Τον άνθρωπο… Όσο και αν τον μισούσα, όσο και αν μέσα μου απεχθανόμουν αυτή τη μορφή, ήταν η τελευταία μου ελπίδα για επιβίωση. Ξαφνιάστηκα τόσο την πρώτη φορά που άγγιξα άνθρωπο. Παρόλο που οι άνθρωποι έχουν ελάχιστη μαγική ενέργεια κατάφερα να γίνω ένας από αυτούς.
Γιατί έπρεπε να γίνω ο εχθρός μου για να επιβιώσω; Γιατί να ζω ανάμεσα τους σαν ένας από αυτούς; Πλέον για μένα τίποτα δεν είχε νόημα… Είχα σκεφτεί πολλές φορές να αφαιρέσω τη ζωή μου, αλλά θα ατίμαζα το σύμπαν που με γέννησε και την ενέργεια που μου είχε δοθεί σαν δώρο. Απελπισμένος όπως ήμουν, πήγα στο δάσος νοσταλγώντας την παλιά ζωή μου. Άρχισα νοσταλγικά να αλλάζω μορφές σε όλα τα πλάσματα που είχαν χαθεί, θέλοντας να θυμηθώ πως ήταν τότε και να νιώσω την ενέργειά τους. Ξαφνικά εκεί που είχα πάρει τη μορφή ενός μονόκερου ακούω μια φωνή…
«Μαμά! Μαμά! Τρέξε να δεις! Ένας μονόκερος!»
Ήταν ένα κοριτσάκι οχτώ χρονών, που φώναζε ξαφνιασμένο αλλά και χαρούμενο, δείχνοντάς με, με το δάχτυλό του. Τρομαγμένος έτρεξα να κρυφτώ. Πήγα μακριά πίσω από ένα δέντρο και ξανάλλαξα παίρνοντας τη μορφή ενός σάτυρου. Κοιτούσα προσεχτικά να δω αυτούς τους παράξενους ανθρώπους. Έμεινα έκπληκτος, όταν το κοριτσάκι αναγνώρισε τη μορφή μου και με κοιτούσε χαρούμενο, χωρίς μίσος.
«Πάλι ονειροπολείς αγάπη μου;» ρώτησε πειρακτικά η μαμά του κοριτσιού.
«Όχι, αλήθεια σου λέω αυτή τη φορά! Είδα ένα μονόκερο!»
«Μάλλον πρέπει να πάψω να σου διαβάζω πολλά παραμύθια».
Τότε κατάλαβα πως όλοι όσοι είχαν χαθεί, είχαν μείνει σαν ανάμνηση, σαν μύθος, σαν παραμύθι. Μπορεί η ύπαρξη μας να είχε χαθεί, αλλά δεν χαθήκαμε από την ιστορία του κόσμου. Ένιωθα τόσο χαρούμενος που δεν είχαμε ξεχαστεί! Έτσι πήρα την απόφαση να δείξω στους ανθρώπους όλες τις μορφές που ήξερα από παλιά, όλα τα πλάσματα που υπήρχαν. Είχα βρει επιτέλους το σκοπό μου!
Πλέον ταξιδεύω όλον τον κόσμο, άλλοτε σαν σφίγγα, άλλοτε σαν γρύπας και προσγειώνομαι σε όλες τις χώρες του πλανήτη παίρνοντας διαφορετική μορφή σε κάθε μία. Στην Ελλάδα έγινα γοργόνα, στη Σκοτία ξωτικό, στην Κίνα δράκος,.. Φυσικά ήμουν πάντα προσεκτικός, καλά κρυμμένος και εμφανιζόμουν σε λίγους. Ίσως δείτε τις μορφές μου σε κάποια φωτογραφία ή σε κάποιο βίντεο στο ίντερνετ.
Ακόμα ζω ανάμεσά σας…
Είμαι ο άνθρωπος με τα χίλια πρόσωπα!
Tags: creatures , fantasy , myth , mythology , myths , short-story , The Weird Side Daily , twsd , αλλαγή , αλλαζόμορφος , άνθρωποι , αφύσικο , αφύσικος , Γη , γοργόνα , γρύπας , διήγημα , διήγημα φαντασίας , ενέργεια , επιβίωση , έρημος , εχθρός , θάλασσα , θάνατος , κένταυρος , κέρατο , κόσμος , Μάγδα Ασημακοπούλου , μαγεία , μαγικά πλάσματα , μαγική ενέργεια , μίσος , μονόκερος , μορφές , μορφή , μυθικά πλάσματα , μύθοι , μυθολογία , μύθος , μωρό , ξωτικό , ουρά , παραμύθια , πλάσμα , πλάσματα , Πρόσωπα , σύμπαν , σφίγγα , φαντασία , φτερά
Σχόλια και απόψεις.
Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.