”’Τότε ήταν που με βρήκε ένα ξωτικό, όμορφο με χρυσά μακριά μαλλιά, πράσινα μάτια σαν σμαράγδια και μυτερά αυτιά. Με είδε ταλαιπωρημένο όπως ήμουν και δεν με φοβήθηκε, παρόλο που η μορφή μου δεν είχε λογική. Μια μαύρη μάζα γεμάτη με φωτεινούς αστερισμούς μέσα της, ένα συσσωρευμένο σύμπαν. Αν το σύμπαν ήταν μια σφαίρα, τότε αυτή θα ήμουν εγώ. Με πήρε στα χέρια του και τότε ήταν που πήρα την πρώτη μου μορφή. Τη μορφή ενός μωρού. Αγγίζοντάς το δέρμα του έγινε και κομμάτι δικό μου. Απέκτησα σκιστά, μαύρα μάτια και μυτερά αυτιά.”
”Ο μικρός Τζόσουα τράβηξε τη μητέρα του από το χέρι και άνοιξαν δρόμο ανάμεσα στο πλήθος. Έφτασαν μπροστά σε μια εξέδρα και το αγόρι κρεμάστηκε από τα κάγκελα, παρακολουθώντας έναν τύπο ντυμένο ξωτικό να βγάζει λόγο.
«Κυρίες και κύριοι, σήμερα είναι η τελευταία μέρα της όμορφης εκδήλωσής μας. Όποιο παιδάκι θέλει να έρθει, ώστε να φτιάξουμε το άγαλμά του από πάγο, να σηκώσει το χέρι του!»”
ΣΕΛΙΔΑ 1 / 2
ΕπόμενηΕνημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.