”’Τότε ήταν που με βρήκε ένα ξωτικό, όμορφο με χρυσά μακριά μαλλιά, πράσινα μάτια σαν σμαράγδια και μυτερά αυτιά. Με είδε ταλαιπωρημένο όπως ήμουν και δεν με φοβήθηκε, παρόλο που η μορφή μου δεν είχε λογική. Μια μαύρη μάζα γεμάτη με φωτεινούς αστερισμούς μέσα της, ένα συσσωρευμένο σύμπαν. Αν το σύμπαν ήταν μια σφαίρα, τότε αυτή θα ήμουν εγώ. Με πήρε στα χέρια του και τότε ήταν που πήρα την πρώτη μου μορφή. Τη μορφή ενός μωρού. Αγγίζοντάς το δέρμα του έγινε και κομμάτι δικό μου. Απέκτησα σκιστά, μαύρα μάτια και μυτερά αυτιά.”
Κάτω από τα πόδια τους, ξερόφυλλα διαλύονταν κι ο τριγμός τους αντηχούσε ολόγυρα στα δέντρα. Ο καλόγερος βάδιζε μπροστά. Ξοπίσω του βάδιζε ο Δαίμονας. Ανάμεσα τους μιαν αλυσίδα. Τη βαστούσε ο καλόγερος και με τα δυο του χέρια, το μέταλλο είχε αρχίσει να του πληγιάζει τις παλάμες, αλλά δεν θα την άφηνε…
ΣΕΛΙΔΑ 1 / 1
Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.