“«Φεγγαράκι μου λαμπρό», άρχισε και πάλι να τραγουδάει καθώς άνοιγε το φερμουάρ της βαλίτσας.
«Δεν μου ‘φεξες ποτέ για να περπατώ», έκανε με την ανάσα της να κόβεται.
Έβγαλε πολλά σακουλάκια μέσα από τη βαλίτσα και τα άφησε δίπλα της στο έδαφος. Φως δεν υπήρχε πέρα από το φεγγάρι κι έτσι δεν φαινόταν τι υπήρχε μέσα στο καθένα…”
“Με το που ζυγώνω, ο Μαν, κατά κόσμον Μανώλης Τσίρος, θαρρείς και με περίμενε, ανοίγει την εξώπορτα και βγαίνει να με προϋπαντήσει. Σκυφτός, σκελετωμένος, φαντάζει σαν δέντρο κατάξερο. Με παίρνει και καθόμαστε στα πλαϊνά του καλυβιού, κάτω από μια συκιά βαθύσκια…”
Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.