”Βρέθηκα κοντά σε εκείνα τα μέρη, τα αποκαλούμενα «Πατημένα». Μου είχαν πει πως κρατούσαν αυτό το όνομα από τότε που τα πάτησαν τα ξωτικά. Έκτοτε, κανένας λογικός άνθρωπος δεν πλησίαζε. Φήμες έλεγαν πως τα βράδια έβγαιναν από τα δάση γαλάζιες πύρινες γλώσσες, οι κεραυνοί έβγαζαν πόδια και περπατούσαν στις κορυφές των δέντρων, ενώ μυστήριες μουσικές και χαρούμενες φωνές γλεντιού αντηχούσαν από άκρη σε άκρη.”
“Ο άνεμος θρόιζε αναμεσά στις φυλλωσιές των δέντρων. Μύριζα τον ερχομό του. Καταχνιά και ομίχλη σμίλευαν τα κορμιά των νεράιδών της νέας εποχής που πλησίαζε. Αυτό το δυσοίωνο κομμάτι του χρόνου που έρρεε γεμάτο καυτό ήλιο, ιδρώτα, θάνατο και μίζερη ραστώνη ερχόταν στο τέλος του…”
ΣΕΛΙΔΑ 1 / 2
ΕπόμενηΕνημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.