”Ο αέρας λυσσομανούσε στα παραθυρόφυλλα του σπιτιού του Γουίλιαμ και αυτός δεν μπορούσε να κλείσει μάτι με τίποτα. Κοιτούσε το ταβάνι και τους τοίχους και παρατηρούσε το πως τα ρούχα του έπαιρναν σχήματα μέσα στο σκοτάδι. Το παλτό του που ήταν κρεμασμένο στον καλόγερο δίπλα από την πολυθρόνα του γινόταν ένας υψηλόσωμος άντρας που τον κοιτούσε επίμονα χωρίς να κουνιέται.”
”Βρέθηκα κοντά σε εκείνα τα μέρη, τα αποκαλούμενα «Πατημένα». Μου είχαν πει πως κρατούσαν αυτό το όνομα από τότε που τα πάτησαν τα ξωτικά. Έκτοτε, κανένας λογικός άνθρωπος δεν πλησίαζε. Φήμες έλεγαν πως τα βράδια έβγαιναν από τα δάση γαλάζιες πύρινες γλώσσες, οι κεραυνοί έβγαζαν πόδια και περπατούσαν στις κορυφές των δέντρων, ενώ μυστήριες μουσικές και χαρούμενες φωνές γλεντιού αντηχούσαν από άκρη σε άκρη.”
Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.