”Βρέθηκα κοντά σε εκείνα τα μέρη, τα αποκαλούμενα «Πατημένα». Μου είχαν πει πως κρατούσαν αυτό το όνομα από τότε που τα πάτησαν τα ξωτικά. Έκτοτε, κανένας λογικός άνθρωπος δεν πλησίαζε. Φήμες έλεγαν πως τα βράδια έβγαιναν από τα δάση γαλάζιες πύρινες γλώσσες, οι κεραυνοί έβγαζαν πόδια και περπατούσαν στις κορυφές των δέντρων, ενώ μυστήριες μουσικές και χαρούμενες φωνές γλεντιού αντηχούσαν από άκρη σε άκρη.”
”Ο μικρός Τζόσουα τράβηξε τη μητέρα του από το χέρι και άνοιξαν δρόμο ανάμεσα στο πλήθος. Έφτασαν μπροστά σε μια εξέδρα και το αγόρι κρεμάστηκε από τα κάγκελα, παρακολουθώντας έναν τύπο ντυμένο ξωτικό να βγάζει λόγο.
«Κυρίες και κύριοι, σήμερα είναι η τελευταία μέρα της όμορφης εκδήλωσής μας. Όποιο παιδάκι θέλει να έρθει, ώστε να φτιάξουμε το άγαλμά του από πάγο, να σηκώσει το χέρι του!»”
ΣΕΛΙΔΑ 1 / 1
Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.