O Εκσυγχρονιστής

“Ο Μαλαγάνας, που φορούσε πολύχρωμα και αστραφτερά ρούχα για να προσελκύει τα θύματα του, συνήθως παιδιά, μασούσε ένα καλοψημένο παϊδάκι. Ο Τρικλοπόδης με το χταποδίσιο χέρι, χάιδευε το τριχωτό σαγόνι του με ικανοποίηση ενώ ο Πλανήταρος μόλις είχε μεταμορφωθεί σ’ έναν χοντρό και κατάμαυρο γάτο που γουργούριζε κατά-ευχαριστημένος…”

02 Ιανουαρίου 2022

1

Ήταν μια πολύ χαρούμενη συνάντηση. Ήμασταν όλοι παρόντες. Καθόμασταν γύρω από ένα στρογγυλό τραπέζι, στο κέντρο μιας μικρής σπηλιάς με κόκκινα σχέδια στους τοίχους και ανταλλάσαμε χαρούμενες ματιές και ανυπόμονα χαμόγελα. Ο Μαλαγάνας, που φορούσε πολύχρωμα και αστραφτερά ρούχα για να προσελκύει τα θύματα του, συνήθως παιδιά, μασούσε ένα καλοψημένο παϊδάκι. Ο Τρικλοπόδης με το χταποδίσιο χέρι, χάιδευε το τριχωτό σαγόνι του με ικανοποίηση ενώ ο Πλανήταρος μόλις είχε μεταμορφωθεί σ’ έναν χοντρό και κατάμαυρο γάτο που γουργούριζε κατά-ευχαριστημένος. Ο Μαγάρας έξυνε την τουρλωτή κοιλιά του και ο Μαντρακούκος είχε πάρει μια ονειροπόλα έκφραση, ίσως γιατί αναπολούσε το τελευταίο θύμα του, μια νεαρή κοπελιά που είχε ξεμοναχιάσει σε κάποιο αφώτιστο στενό. Ο Καταχανάς ρευόταν ασυστόλως και όπως πάντα βρομοκοπούσε σαν σάπιο κουνουπίδι και ο Περίδρομος, ο φαταούλας της παρέας, έγλυφε με απόλαυση ένα πιάτο που πριν από λίγο περιείχε ένα φρεσκοκομμένο κεφάλι. Ο Κουλοχέρης καθάριζε τ’ αυτιά του με το μακρύ του χέρι ενώ με το κοντό έξυνε την τριχωτή μασχάλη του. Ο Παρωρίτης που είχε μια μύτη μακριά και μαλακή σαν προβοσκίδα, μύριζε με προσοχή τον αέρα και ο Γουρλός μας κοιτούσε με τα τεράστια μάτια του έναν-έναν γεμάτος προσμονή. Ο Κοψομεσίτης καταβρόχθιζε μια μελωμένη τηγανίτα-το αγαπημένο του μεζεδάκι-και ο Στραβολαίμης στριφογυρνούσε διαρκώς το κεφάλι του, νευρικός και ανήσυχος, ως συνήθως, Ο Κοψαχείλης αντίθετα καθόταν εντελώς ακίνητος σαν μαγεμένος. Μ’ εκείνα τα τεράστια δόντια που κρέμονταν έξω από τα χείλη του και το καλυμμαύκι που φορούσε, έμοιαζε λιγάκι με τα πέτρινα αγαλματάκια που στήνουν οι άνθρωποι στις ταράτσες των εκκλησιών τους, για να φοβίζουν τάχατες τα κακά πνεύματα. Ο Κωλοβελόνης που ήταν μακρύς και αδύνατος σαν μακαρόνι, κουνούσε την μυτερή ουρά του πέρα δώθε και περίμενε πως και πως την έκπληξη που τους είχα υποσχεθεί. Ο Βατρακούκος που έμοιαζε με πελώριο βάτραχο με κοίταζε ανέκφραστος και έγλυφε τα παχιά του χείλη ενώ ο Κατσικοπόδαρος χτυπούσε ρυθμικά τις πέτρινες πλάκες του δαπέδου με τις σκληρές οπλές του. Όσο για τον Παγανό, που είχε μείνει κουτσός από τότε που πήρε στο κυνήγι μια χωριατοπούλα και έφαγε μια ξεγυρισμένη κλωτσιά από τον γάιδαρό της, είχε το κεφάλι του σκυμμένο και αναπολούσε τις παλιές καλές μέρες, όταν μπορούσε να σκαρφαλώνει σε καμινάδες και να πασαλείβει με κρύες στάχτες τις καθαρές κουζίνες των ανθρώπων.

Αυτά ήταν τα πρωτοπαλίκαρα μου. Οι στρατηλάτες μου που κάθε χρόνο, για δώδεκα μέρες, από τις παραμονές των Χριστουγέννων μέχρι τα καταραμένα Θεοφάνεια, ανεβαίνουν στην επιφάνεια της Γης, από τότε που ο κόσμος άλλαξε και το φως του ήλιου μας εξόρισε στα σκοτάδια του υπεδάφους. Εμείς όμως δεν ξεχάσαμε ποτέ την παλιά μας εξουσία και στη μέση του χειμώνα, όταν οι πύλες ανοίγουν και τ’ άστρα είναι στη σωστή τους θέση, βγαίνουμε από τις σπηλιές και τα λαγούμια μας και κυνηγάμε ελεύθερα κάτω απ’ το παγερό φεγγάρι, όπως παλιά. Οι Επίγειοι, αυτοί οι πρόσκαιροι αφέντες του μεταβαλλόμενου κόσμου, μας ξέρουν πολύ καλά και μας φοβούνται. Παλιά μας λέγανε Κάβειρους και τώρα μας αποκαλούν καλικαντζάρους. Τους μισούμε γιατί απολαμβάνουν προνόμια που για μας είναι πια χαμένα. Εκείνοι μηχανεύονται χίλιους-δυο τρόπους για να μας κρατάνε μακριά. Παλιά άναβαν ολονύχτιες φωτιές στις πλατείες των χωριών τους και στα μικρά τους σπιτικά, γιατί ξέρανε ότι το φως μας αποδιώχνει. Κρεμούσαν κεφάλια γουρουνιών στις εξώθυρες για να μας τρομάζουν και καίγανε βότανα και ρίζες που βγάζανε δυνατές μυρωδιές. Αργότερα όταν πληθήνανε, χτίσανε τεράστιες πολιτείες και άρχισαν να ζουν ο ένας πάνω στον άλλο, αναζητώντας την ασφάλεια στο εκτυφλωτικό φως του ηλεκτρισμού. Φυσικά απέτυχαν γιατί όσο πιο πολύ στριμώχνονταν, τόσο πιο αδιάφοροι γινόντουσαν. Οι περίλαμπροι πύργοι τους μετατράπηκαν σε οχυρά μοναξιάς και οι σήραγγες που έσκαψαν μέσα στη Γη, για να μετακινούνται γρήγορα μέσα σε στενά βαγόνια, έγιναν οι δρόμοι που μας οδηγούν στην επιφάνεια. Επίσης, τώρα ξεχνάνε μέχρι και τα παιδιά τους. Γενικά οι Επίγειοι είναι πλάσματα που ποτέ δεν αγαπούσαν τα γεννήματά τους. Παλιά πολλοί από δαύτους τα παραμελούσαν και τα χτυπάγανε ενώ τώρα είναι πολύ απασχολημένοι με άλλα πράγματα, να τρώνε και να πίνουν για παράδειγμα ή να προσπαθούν να βγάλουνε λεφτά. Έτσι λοιπόν μας είναι πολύ πιο εύκολο να κλέψουμε κάποιο απ’ αυτά μέσα σε αφώτιστες αλέες και ξεχασμένους δρόμους. Εξάλλου και εκείνα έχουν γίνει απρόσεκτα. Και μετά το μόνο που αφήνουν πίσω τους είναι φωτογραφίες σε τοίχους και κινούμενες εικόνες που ρωτάνε αν κάποιος ξέρει που βρίσκονται.

Ας μας ρωτήσουν λοιπόν!

2

Αρκετά όμως με τις φιλοσοφίες. Η ώρα είχε έρθει. Άδραξα το σφυρί που κρεμόταν από τη ζώνη μου και χτύπησα με δύναμη το τραπέζι τρεις φορές. Από το στόμιο ενός αψιδωτού διαδρόμου εμφανίστηκε μια μικρή πομπή. Δυο κερασφόρα παλικάρια που έσερναν ανάμεσά τους έναν Επίγειο. Τον άφησαν μπροστά μας και εκείνος έμεινε στα τέσσερα, άπραγος και τρομοκρατημένος σαν τα αβοήθητα νήπια της αξιολύπητης γενιάς του που τρέμουν σαν το ψάρι μόλις χάσουν τις μανάδες τους. Κρατούσε το κεφάλι του σκυφτό και μισόκλεινε τα ατροφικά του μάτια σε μια μάταιη προσπάθεια να δει πιο καθαρά. Για τα δικά του μέτρα, η σπηλιά μας ήταν θεοσκότεινη. Για μας ωστόσο ήταν άπλετα φωτισμένη.

Τον κοίταξα εξεταστικά, με το πάσο μου, δίχως να του μιλήσω. Σίγουρα είχε αλλάξει πολύ κατά τη διάρκεια του ενός έτους που τον είχαμε μαζί μας. Όταν τον είχα πρωτοδεί ήταν ένας τυπικός Επίγειος. Καλοθρεμμένος, ντυμένος με ρούχα μαλακά και καθαρά, φρεσκοξυρισμένος και πασαλειμμένος με ψεύτικα αρώματα. Τώρα είχε μείνει ο μισός, τα μαλλιά του, όσα είχαν απομείνει, κολλούσαν σαν φύκια πάνω στο κρανίο του και μια μπερδεμένη γενειάδα κάλυπτε το πρόσωπό του. Τα ρούχα του είχαν κουρελιαστεί και έζεχνε φόβο και ανθρώπινες ακαθαρσίες. Κατά τα άλλα ήταν σε καλή κατάσταση γιατί οι οδηγίες μου είχαν τηρηθεί απαρέγκλιτα. Δεν διέκρινα καμία δαγκωνιά στο σώμα του, κάποιες επιπόλαιες γρατζουνιές μόνο και σημάδια από μαστίγιο, ενώ όλα τα κόκαλά του ήταν γερά. Ακόμα και το κολάρο που είχαμε περάσει στο λαιμό του δεν τον έσφιγγε πάρα πολύ.

«Ξέρεις γιατί βρίσκεσαι εδώ;», τον ρώτησα με βαριά φωνή.

«Ο..όχι», τραύλισε εκείνος.

«Θέλουμε να σε ευχαριστήσουμε»

«Να με ευχαριστήσετε;». Σήκωσε για πρώτη φορά το κεφάλι του και τόλμησε να προσπαθήσει να με κοιτάξει κατάματα. Η έκφραση της έκπληξης και της ελπίδας που απλώθηκε στο βρώμικο πρόσωπό του ήταν αξιολύπητη και επιβεβαίωσε για μια ακόμα φορά μια ενοχλητική διαπίστωση που έχω κάνει για τους κατοίκους της Επιφάνειας. Οι Επίγειοι, από τότε που μετακινήθηκαν στις μεγάλες πόλεις τους, έχουν χάσει κάθε ίχνος αξιοπρέπειας και κουράγιου. Είναι μαλθακοί και τεμπέληδες, βολεμένοι μέσα στα κουκούλια των μηχανών τους που τους έχουν κάνει ατροφικούς.«Γιατί θέλετε να με ευχαριστήσετε;», με ρώτησε δειλά-δειλά.

«Για όλα αυτά που με δίδαξες»

Ο Επίγειος ανοιγόκλεισε τα μικροσκοπικά του μάτια.

«Επέτρεψε μου να σε βοηθήσω», του απάντησα καλοπροαίρετα. «Στην αρχή προσπάθησες να μας απειλήσεις. Μας είπες ότι στον κόσμο των ανθρώπων είσαι πολύ σημαντικός και ότι έχεις μάθει την τέχνη να διοικείς και να εξουσιάζεις. Χρησιμοποίησες μια παράξενη λέξη»

«Ναι, σας είπα ότι είμαι πολιτικός», μου διευκρίνισε καθώς μια φωτεινή ανάμνηση αναδυόταν στα νερουλά του μάτια.

«Και εγώ σε ρώτησα τι εννοούσες με τη λέξη αποτελέσματα»

«Μάλιστα! Σας εξήγησα ότι έχω σπουδάσει τους τρόπους που κάνουν τους ανθρώπους να υπακούν και να δουλεύουν πρόθυμα!». Η πλάτη του ίσιωσε κάπως με αυτά τα λόγια και μια σκιά του επιθετικού και αλαζονικού ανθρώπου που είχαμε βάλει σ’ εκείνο το κλουβί με τα αγκαθωτά κάγκελα πριν από ένα χρόνο, εμφανίστηκε επάνω του φευγαλέα.

«Και τότε εγώ σου μίλησα για ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και σου υποσχέθηκα ότι αν μας δώσεις καλές συμβουλές, δεν θα σε πειράξει κανείς»

«Μάλιστα! Έτσι είναι!»

«Και εσύ συμφώνησες να συνεργαστείς μαζί μας ακόμα και όταν σου εξηγήσαμε τι ήταν αυτό που προσπαθούσαμε να κάνουμε!»

«Ήταν μεγάλη μου χαρά!» με διαβεβαίωσε με ζέση ο Επίγειος αιχμάλωτος.

Έμεινα για λίγο σιωπηλός, αναπολώντας εκείνη την πρώτη συζήτηση. Ο Επίγειος που ήταν παχουλός ακόμα και ντυμένος με τα αρωματισμένα ρούχα του, με κοιτούσε πανικόβλητος μέσα απ’ τα κάγκελα της φυλακής του που κρεμόταν σαν δόλωμα απ’ την κορφή μιας πελώριας σπηλιάς. Κάτω απ’ το κλουβί απλώνονταν τα ψηλότερα κλαδιά του δέντρου της Ζωής που γέμιζαν τη σπηλιά σαν τιτάνιο σύννεφο. Του εξήγησα ότι εδώ και αμέτρητους αιώνες, οι υπήκοοί μου πριονίζουν το δέντρο για να το ρίξουν στα τάρταρα αλλά κάθε χρόνο, επί δώδεκα μέρες, όταν ανεβαίνουμε στην Επιφάνεια, το αφήνουμε στην τύχη του και εκείνο προλαβαίνει και κλείνει τις πληγές του με αποτέλεσμα να το βρίσκουμε γερό και ακμαίο. Έτσι πρέπει να ξαναρχίσουμε τη δουλειά μας από την αρχή. Κάθε φορά που προσπαθούσα να εξηγήσω στο λαό μου το μάταιο του όλου πράγματος, εκείνοι με αγνοούσαν. Κάθε χρόνο, παραμονές Χριστουγέννων, τους έπιανε κάτι σαν φρενίτιδα, τα παρατούσαν όλα και ανέβαιναν σαν τρελοί για να δουν τ’ άστρα και το φεγγάρι. Έπρεπε να βρεθεί μια λύση. Ένας τρόπος για να μείνουν έστω και λίγοι πίσω και να συνεχίσουν τη δουλειά τους.
Εκείνος με είχε κοιτάξει καλά-καλά και μου υποσχέθηκε ότι θα έβρισκε μια λύση, αν και εγώ του έδινα το λόγο μου ότι δεν θα τον πείραζε κανείς.

3

Συμφωνήσαμε λοιπόν και ο Επίγειος έπιασε δουλειά. Μου μίλησε για τη δύναμη της γλώσσας, πώς να αλλάζω τη σημασία των λέξεων και να τις κάνω να σημαίνουν το αντίθετο απ’ αυτό που εννοούν ή πως να χρησιμοποιώ άλλες στη θέση τους που σημαίνουν το ίδιο πράγμα αλλά ακούγονται πιο όμορφες. Έτσι αντί για «κούραση» άρχισα να χρησιμοποιώ τη λέξη «θετική προσπάθεια.» Αντί για «ατύχημα» έλεγα «συμβάν.» Αντί για «καταπίεση» έλεγα «πειθαρχία» ή «συνεισφορά.» Με δίδαξε πως να χρησιμοποιώ λέξεις που δεν σημαίνουν τίποτα αλλά που θα μπορούσαν να σημαίνουν τα πάντα. Λέξεις που εκφράζουν «αφηρημένες έννοιες» όπως μου διευκρίνισε, λέξεις που εντυπωσιάζουν. Λέξεις όπως «πρόοδος,» «δικαιοσύνη» «όραμα» «νίκη» «ανάπτυξη.» Μετά μου έδειξε πώς να διαλέγω εκείνους που με αντάλλαγμα κάποια αμοιβή, περισσότερο φαγητό για παράδειγμά ή ένα αστραφτερό μπιχλιμπίδι, ήταν διαθετειμένοι να κάνουν τους άλλους να δουλεύουν ακόμα πιο πολύ. Μου είπε πως ένας αρχηγός πρέπει να χτίζει γύρω του ένα κύκλο έμπιστων συνεργατών που θα δουλεύουν γι’ αυτόν όχι μόνο για χειροπιαστά ανταλλάγματα αλλά γιατί θα πιστεύουν ότι έτσι γίνονται πιο σημαντικοί από τους άλλους. Με έμαθε πολλά. Πώς να οργανώνω εντυπωσιακές τελετές και γιορτές που έπειθαν όλες τις χθόνιες φυλές ότι συμμετείχαν σε κάτι το πολύ σημαντικό. Μαζί επινοήσαμε τίτλους και παράσημα, ονομασίες όπως «Μέγας Υλοτόμος» «Διακεκριμένος τσέκουρο-κόφτης» «Αξιότιμος ριζοπριονιστής.»

Και τα είχαμε καταφέρει. Η παραμονή των Χριστουγέννων ήρθε και για πρώτη φορά στην δυσχιλιόχρονη ιστορία μας, σχεδόν κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να ανέβει στην Επιφάνεια. Όλοι συνέχισαν να πριονίζουν και να πετσοκόβουν το δέντρο που ήδη έτρεμε σύγκορμο, αβοήθητο μπροστά σ’ αυτή την αλλαγή.

«Λοιπόν, τα καταφέραμε! Χάρη σε σένα!» του ανακοίνωσα με χαρά ενώ οι συνδαιτημόνες μου, τα άξια πρωτοπαλίκαρά μου, άρχισαν να τσιρίζουν, να γρυλίζουν και να χασκογελάνε τρισευτυχισμένοι.

«Απόψε το δέντρο της Ζωής θα γκρεμιστεί, ο κόσμος θα γυρίσει ανάποδα και η επιφάνεια θα γίνει και πάλι δική μας!», συμπλήρωσα με καμάρι.

Ένα ελπιδοφόρο χαμόγελο απλώθηκε πάνω στο βρώμικο πρόσωπο του Επίγειου.

«Δεν σε στεναχωρεί καθόλου όλο αυτό;», τον ρώτησα με περιέργεια.

«Μου υποσχεθήκατε ότι δεν θα με πειράξετε αν όλα πάνε καλά!», μου είπε περιχαρής. «Γιατί λοιπόν να στεναχωριέμαι;»

Τον κοίταξα ακόμα πιο προσεκτικά.

«Έχεις δίκιο», του είπα. «Θα ήθελα λοιπόν να σε ευχαριστήσω για την τόσο σημαντική βοήθειά σου. Με βοήθησες να κατανοήσω πάρα πολλά πράγματα. Τη δύναμη του ψεύδους και το πόσο πιο δυνατή είναι μια απατηλή υπόσχεση από την επίγνωση της σκληρής πραγματικότητας. Τη γοητεία της εξουσίας και της έπαρσης που κάνει τα θύματά της να ανταλλάξουν τα πάντα για ένα παράσημο, έναν τίτλο ή μια υπόσχεση σωτηρίας. Το πόσο εύκολο είναι για μια φυλή πλασμάτων που έχουν μάθει να ζούνε μαζί σαν ίσοι εδώ και πολλές χιλιάδες χρόνια, να μετατραπούν σε μια κατασκευή από τάξεις και βαθμούς, πλανημένοι από ψεύτικες λέξεις που δεν σημαίνουν τίποτα. Με έκανες δηλαδή να καταλάβω πως λειτουργεί ο δικός σου κόσμος και πόσο εύκολο είναι να απλώσει τα πλοκάμια του στη δική μας επικράτεια.»

Το χαμόγελο που απλωνόταν στο πρόσωπο του Επίγειου άρχισε να ξεθωριάζει. .

«Έκανα ό’ τι μπορούσα…», ψέλλισε.

«Πολύ σωστά», συμφώνησα. «Έκανες ότι μπορούσες. Και εγώ θα κάνω ότι μπορώ για να προστατεύσω το λαό μου. Από αύριο που το δέντρο θα πέσει, όλα αυτά τα ύπουλα τεχνάσματα που φτιάξαμε μαζί θα ξεχαστούν και τα παιδιά μου θα κατακτήσουν τον εξαγνισμένο κόσμο της Επιφάνειας ελεύθερα, με ίσα δικαιώματα όπως παλιά, όπως ζούσαμε προτού βρεθείς ανάμεσά μας»

«Όπως νομίζετε…», ήταν η ξέπνοη του Επίγειου.

«Αλλά απόψε πρέπει να γιορτάσουμε», συμπλήρωσα με μεγαλόψυχο ύφος.

«Θα ήταν τιμή μου να σας βοηθήσω και σε αυτό», πρότεινε με δουλοπρέπεια εκείνος.

«Μα φυσικά και θα βοηθήσεις. Ολοκληρωτικά. Βλέπεις, σκέφτηκα ότι μια και από αύριο το κύριο πιάτο μας θα είναι οι εκατόμβες των νεκρών που θα γεμίζουν τις ρημαγμένες πόλεις των Επίγειων, ίσως θα έπρεπε να κάνουμε την αρχή με κάτι πιο χειροπιαστό. Με αυτόν που πρόδωσε τη φυλή του για μια απατηλή υπόσχεση ασφάλειας. Εξάλλου οι απατηλές υποσχέσεις δεν είναι η ειδικότητά σου;», τον ρώτησα καθώς ένας μορφασμός αβυσσαλέου τρόμου πλημμύριζε τα γουρλωμένα μάτια του.

Tags: The Weird Side Daily , αιχμάλωτος , άστρο , βάτραχος , βοήθεια , γάτα , γιορτή , δέντρα , δέντρο , Δέντρο της Ζωής , διήγημα , Διηγήματα , δρόμος , εξαφάνιση , εξουσία , εορτές , Επίγειος , Έρικ Σμυρναίος , ζωή , Ήλιος , Θεοφάνεια , θύμα , θύματα , ιστορία , ιστορίες , καλικάτζαροι , καλικάτζαρος , κόσμος , λαός , μεταμόρφωση , ουρά , Παιδί , παιδιά , πειθαρχία , πλάσμα , πλάσματα , πομπή , πύλη , Πύργος , σκοτάδι , σκότος , Σπηλιά , συνάντηση , τελετή , τρόμος , υπόσχεση , φεγγάρι , φεύδος , Φόβος , φυλακή , φυλές , φυλή , φως , Χριστούγεννα

Έρικ Σμυρναίος

Δημοσιεύτηκε 2 Ιανουαρίου, 2022

Σχόλια και απόψεις.

Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.