Αυτός που δεν μπαίνει ποτέ χωρίς να χτυπά την πόρτα

Ο Χ κερδίζει ένα χάρτη προς την κόλαση σε ένα μυστηριώδες λούνα-παρκ που εμφανίστηκε και εξαφανίστηκε σε ένα βράδυ. Επιστρέφοντας στο σπίτι και ξεκινώντας να τον μελετάει σύντομα θα ανακαλύψει πως δεν ήταν αυτό που περίμενε…

05 Φεβρουαρίου 2020

Ο Χ μπήκε στο σπίτι του. Κρατούσε σφικτά στο χέρι του τον χάρτη προς την κόλαση. Είχε να διαλέξει, όταν κέρδισε τον διαγωνισμό σκοποβολής στο λούνα παρκ, “Τα Διαβολάκια”, ανάμεσα στο χάρτη της κόλασης, το μυστικό της αιωνιότητας και το σχέδιο για την σωτηρία του κόσμου. Ήταν μια αρκετή δύσκολη επιλογή, το ομολόγησε κι ο ίδιος ο υπάλληλος του παιχνιδιού, που έπαιρνε τις μάρκες, έστηνε τους στόχους κι έδινε στους παίχτες τα αεροβόλα, και στο τέλος τα δώρα τους, ανάλογα με τις επιδόσεις τους πάντα. “Για 4 μάρκες των 3 ευρώ, δεν είναι άσχημα αυτά τα δώρα. Απλώς πρέπει να διαλέξεις ένα από όλα”, του είπε σκύβοντας από απάνω του, με ένα σαρκαστικό, μυστηριακό τρόπο, αφήνοντας να φανούν οι ακονισμένοι κυνόδοντες του και η λεπτή φούξια απόχρωση των ματιών του. Κερατάκια ο Χ δεν είδε στο κάφκαλο του υπαλλήλου, αλλά ίσως τα έκρυβε το καπέλο.

Αυτό το λούνα παρκ, είχε εμφανιστεί από το πουθενά, στην καρδιά του Αυγούστου και, ακόμα χειρότερα, στην καρδιά της πόλης που τσουρουφλίζονταν από τον καύσωνα. Είχε στηθεί σε μια νύχτα-νύχτα ήταν λογικά, γιατί ο Χ, το είδε ξαφνικά μπροστά του ένα πρωί καθώς ξύπνησε και είχε βγει για τσιγάρα- σε έναν μεγάλο ακάλυπτο χώρο, στην γειτονία, που δίπλα είχε ένα εγκαταλελειμμένο, εδώ και μία δεκαετία, εμπορικό κέντρο κι ένα κτίριο, που ήταν μέχρι πρόσφατα υποκατάστημα μεγάλης τράπεζας, αλλά τους τελευταίους μήνες, είχε κλείσει κι είχε μόνιμα , ένα λιγδιασμένο και σκισμένο πανό, που έγραφε ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ, δίπλα στα δώδεκα ψηφία ενός τηλεφώνου.

Η ξαφνική αυτή παρουσία, είχε κάνει εντύπωση στον Χ, και για την επιλογή του χώρου και του χρόνου. Στην γειτονία του, τέτοια εποχή τον Αύγουστο, μέσα στο βαθύ καλοκαίρι-έτσι την χαρακτήριζαν τα σχόλια και οι ειδήσεις στο κινητό του- είχαν μείνει ελάχιστοι κάτοικοι, και ειδικά τα παιδιά ήταν εντελώς άφαντα. Είχαν μείνει πολύ λίγοι, στην δική του και στις γύρω πολυκατοικίες, οι πιο μίζεροι, πιο κατεστραμμένοι και πιο σκυφτοί από όλους. Στην πραγματικότητα και στις υπόλοιπες εποχές του χρόνου, οι κάτοικοι ήταν λίγοι, πάνω κάτω όμοιοι μεταξύ τους, και συνεχώς λιγόστευαν, ειδικά τα παιδιά. Παρόλα αυτά το λούνα παρκ είχε στηθεί σε μια βραδιά. Δούλεψε ένα γρκριζογάλανο μελαγχολικό απόγευμα, μέχρι αργά, κάνοντας όσο πιο πολύ μπορούσε σαματά, μέσα στην βαριά σιωπή της καλοκαιρινής πόλης και το επόμενο πρωινό είχε χαθεί από το πρόσωπο της γης.

Στο μοναδικό απόγευμα που δούλεψε το λούνα παρκ, ο Χ μπήκε μέσα για να τελειώσει την μέρα του, που ως τότε την έσπρωχνε να φύγει, όπως κάθε φορά. Είχε δει ελάχιστους άλλους πελάτες, και δεν αναγνώρισε κανέναν γνωστό από την γειτονία-αν και στην πόλη κανείς δεν αναγνωρίζει κανέναν πραγματικά, ούτως ή άλλως. Έπαιξε μόνο ένα παιχνίδι• σκοποβολή, σημαδεύοντας σπάνια άγρια ζωάκια• και του φάνηκε πως έπαιξε για πολλές ώρες, παρόλο που ξόδεψε μόνο λίγες μάρκες, που αγόρασε στην είσοδο, σε ένα αυτόματο μηχάνημα. Ίσως ο χρόνος είχε διασταλεί, μια και είχε απορροφηθεί βαθιά, σαν υπνωτισμένος στο παιχνίδι και δεν κατάλαβε πως πέρασε. Φεύγοντας παρατήρησε, ότι ίσως και να ήταν ο μόνος που είχε μείνει εκεί, μαζί με τους υπάλληλους σε κάθε παιχνίδι, που στεκόντουσαν με ένα παγωμένο, παράξενο χαμόγελο όλοι τους, ακίνητοι, ο καθένας μπροστά στον χώρο ευθύνης του.

Κράταγε τώρα τον χάρτη της κόλασης 6, τον είχε κερδίσει επάξια. Είχε κάνει μαζί και μια πονηριά, που, ως τώρα, είχε καταφέρει να μην έχει συνέπειες για αυτόν. Όταν διάλεξε, δείχνοντας με το δάχτυλο του, σαν δώρο, τον χάρτη προς την κόλαση, καθώς ο υπάλληλος γύρισε την πλάτη του να τον πάρει και να τον βάλει σε μια άσπρη πλαστική σακούλα-χωρίς κανένα διακριτικό πάνω της- έσκυψε το σώμα του μπροστά από τον πάγκο και άρπαξε γρήγορα και το κλειστό φάκελο με το σχέδιο για την σωτηρία της ανθρωπότητας. Ο υπάλληλος έστρεψε το σώμα του προς αυτόν, κρατώντας το δώρο του στην τσαλακωμένη σακούλα και τον κοίταξε με ένα βλέμμα ειρωνικό, που ήταν σαν να είχε μια μομφή, λέγοντας του: “Ελπίζω η επιλογή σου να φανεί η πιο σοφή”. Έμοιαζε σαν τον κατάλαβε και απλώς τον άφησε να κάνει την ζαβολιά του, προς το παρόν, αλλά ο Χ δεν ήταν εντελώς σίγουρος.

Κοιτούσε τον χάρτη με ενδιαφέρον, δεν τον είχε πλήρως ακόμα αποκρυπτογραφήσει, αλλά ήδη είχε αρχίσει να καταλαβαίνει τις αρχές μεθοδολογίας του, το σύστημα των συμβόλων του και να αναγνωρίζει διάφορα μέρη, τα οποία-τα πιο πολλά- ήταν κοντινά του• κάτι που δεν του προκαλούσε έκπληξη ή φόβο, αλλά ενδιαφέρον. Δίπλα του είχε αφήσει τον φάκελο με το σχέδιο για την σωτηρία της ανθρωπότητας, χωρίς όμως ακόμα να τον ανοίξει. Το κουδούνι του διαμερίσματος του χτύπησε, ήταν 3 η ώρα μετά τα μεσάνυχτα και αυτό ήταν κάτι που του έκανε εντύπωση. Κοίταξε από τη θυροτηλεόραση, χωρίς να πει τίποτα, αλλά επειδή ήταν παλιά και χαλασμένη, η εικόνα ήταν πολύ θολή. Δεν έβλεπε κάτι, παρά για μια στιγμή, μια σκιά, που χάθηκε γρήγορα προς την εξώπορτα.

Σκέφτηκε να κατέβει, αλλά κώλωσε, μια και τέτοια ώρα, στην περιοχή που ζούσε, κάποιος σαν αυτόν, δεν θα έπρεπε να ρισκάρει υπερβολικά. Έμεινε να κοιτάζει για αρκετή ώρα, χωρίς να βλέπει τίποτα. Γύρισε, μετά από λίγο, και κάθισε ξανά στον καναπέ του. Έπιασε τον χάρτη κάτω από το φως του λαμπατέρ και συνέχισε να τον επεξεργάζεται. Το μικρό καθιστικό του, ήταν μπροστά από την είσοδο του σπιτιού του, την οποία είχε στην πλάτη όπως καθόταν και μπροστά του είχε μια παλιά τηλεόραση, ραγισμένη στις άκρες, που είχε να την ανοίξει πολλούς μήνες. ‘Ένιωθε ένα βάρος στην πλάτη του, σαν κάτι από μεταλλική σάρκα να είχε σκαρφαλώσει στην καμπούρα του και δεν έλεγε να φύγει. Έκανε μια κίνηση να ξεπιαστεί, το βάρος όμως παρέμενε στην πλάτη του, το ένιωθε σαν να ήταν κάτι ξένο κι αόρατο, που τον είχε γραπώσει από πίσω και δεν τον άφηνε. Έκανε μια περιστροφική κίνηση χαλάρωσης με το κεφάλι του και τότε είδε ότι ο υπάλληλος του λούνα παρκ-πρέπει να ήταν αυτός από το ντύσιμο- στεκόταν μπροστά από την κλειστή του πόρτα, στην ίδια ακριβώς στάση με αυτήν την οποία είχε μπροστά στον πάγκο σκοποβολής, περιμένοντας τους πελάτες του.

Ο Χ πετάχτηκε και σκαρφάλωσε στην πλάτη του καναπέ του, μένοντας εκεί σαν πτηνό του ουρανού, παγωμένο, μπροστά στο θηρευτή του. Σύντομα, σαν να αποδέχτηκε την παράξενη αυτή νέα κατάσταση, χύθηκε ξανά πίσω στον καναπέ, κοιτώντας αμίλητος τον υπάλληλο του λούνα πάρκ. “Χτύπησα το κουδούνι πρώτα”, είπε ενώ το πρόσωπο του παρέμενε στο σκοτάδι. Ο Χ δεν απάντησε, αλλά κούνησε το κεφάλι με κατανόηση. “Ποτέ δεν μπαίνω πριν χτυπήσω”, ξαναείπε με απλό και σοβαρό τόνο. Ο Χ, αφού έμεινε ακόμα λίγο σιωπηλός, είπε: “Δεν μπορώ να πω ότι το περίμενα αυτό…αλλά ούτε κι ότι δεν το περίμενα καθόλου”. Ο υπάλληλος προχώρησε με αργά βήματα προς τον Χ και κάθισε απέναντι του. Έμοιαζε μειλίχιος, με κάτι σαν χαμόγελο στα χείλη, αλλά η έκφραση ήταν ψυχρή και σοβαρή. Από τις κινήσεις του, φαινόταν να μην βιάζεται, αλλά και σαν να περίμενε να πάρει κάτι, πριν φύγει.

“Γιατί διάλεξες τον χάρτη προς την κόλαση;” ρώτησε, ήρεμα τον Χ. “Γιατί μου έμοιαζε με το πιο αληθινό δώρο, κι όχι κάποια φθηνιάρικη απάτη”, είπε κοφτά και βιαστικά ο Χ, σαν σε απολογία. “Και γιατί έκλεψες και το σχέδιο για την σωτηρία της ανθρωπότητας;”, συνέχισε τις ερωτήσεις ο υπάλληλος. Ο Χ έμεινε για μισό λεπτό σιωπηλός και μετά απάντησε: “Γιατί θεώρησα, ότι αυτά τα δύο θα έπρεπε να είναι στο ίδιο πακέτο προσφοράς”. Ο υπάλληλος, χαμογέλασε έντονα και τα κοφτερά του μαύρα δόντια έλαμψαν στο φως της λάμπας που ήταν απέναντι του, έμοιασε για λίγο σαν να προσπάθησε να καταπνίξει ένα καγχασμό. Ο Χ πήρε την πρωτοβουλία, και χωρίς να ερωτηθεί συμπλήρωσε, λίγο παιχνιδιάρικα: “Δεν θα έπαιρνα ποτέ το μυστικό της αιωνιότητας, δεν αντέχω άλλο τέτοιες μαλακίες, έχω χορτάσει”.

Ο υπάλληλος, έβγαλε το κασκέτο του και τα κέρατα του φάνηκαν, σουβλερά, γυρτά και τρομακτικά στην όψη. Ταυτόχρονα χαμήλωσε το βλέμμα με ένα ήρεμο ύφος και μετά σήκωσε τα κόκκινα μάτια του, που έβγαζαν μικρές σπίθες και κοίταξε τον Χ. Έμεινε να τον κοιτάει για λίγο και μετά σηκώθηκε αργά, ήταν πολύ ψηλότερος όταν σηκώθηκε, αναγκάστηκε να σκύψει το κεφάλι του, για να μη ακουμπούν τα κέρατα του στο ταβάνι. Προχώρησε αργά προς την πόρτα, χωρίς να πει τίποτα άλλο. Γύρισε, λίγο πριν φτάσει στην πόρτα, και είπε στον Χ: “ Ο χάρτης ξεκινάει από το σημείο που είσαι, από εδώ… είναι χάρτης εξόδου, δουλειά μας είναι μόνο να υποδεχόμαστε. Όταν βγεις, θα σε περιμένω ξανά εδώ”.

Ο Χ κοίταζε την είσοδο του σπιτιού του, που ήταν κλειστή μέσα το άδειο δωμάτιο. Κρατούσε τον χάρτη μπροστά του, άπλωσε το χέρι του στον φάκελο, που ήταν ακουμπισμένος στο τραπεζάκι. Τον άνοιξε και έβγαλε μια φωτογραφία• ένα μικρό παιδί, χαμογελούσε δείχνοντας τα αραιά μεγάλα κάτασπρα δοντάκια του, κρατώντας την παιδική του φίλη, χορεύοντας μαζί της, σε ένα καλοκαιρινό τοπίο, πνιγμένο στο φως, στην πιο βαθιά σκούρα μπλε θάλασσα που είχε δει ποτέ του.

 

Tags: fantasy , horror , monster , mystery , scary , Spooky , story , weird , αλλόκοτο , ανατριχίλα , ανθρωπότητα , βράδυ , γειτονία , διαγωνισμός , δόντια , Έξοδος , θάλασσα , θάνατος , ιστορία , καλοκαίρι , καύσωνας , κέρατα , κερατάκια , κέρατο , κόλαση , λούνα παρκ , μαύρο , μεσάνυχτα , μυστήριο , νύχτα , παιδιά , παιχνίδι , πόλη , σκοποβολή , σκοτάδι , σκότος , σύμβολο , σωτηρία , τέρας , τρόμος , τσιγάρο , υπάλληλος , φαντασία , Φόβος , χαμόγελο , χάρτης

Βαγγέλης Βενιζέλος

Δημοσιεύτηκε 5 Φεβρουαρίου, 2020

Σχόλια και απόψεις.

Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.