”Τα πάντα γύρω του φλέγονταν, μπορούσε να μυρίσει την οσμή της απανθρακωμένης σάρκας. Τα χέρια του, τα ρούχα του ήταν ποτισμένα με αίμα. Όχι το δικό του, εκείνος δεν ήταν τραυματισμένος. Στεκόταν ακίνητος, μαρμαρωμένος στην άκρη της χαράδρας του όρους Στόρμ, το ιερό τόπο της φυλής των Νούρι. Στην αγκαλιά του κρατούσε σφιχτά το σώμα της αγαπημένης του Ανελίν. Το λευκό φόρεμά της είχε γίνει κατακόκκινο, το πρόσωπό της ήταν ωχρό.”
”Ο αέρας λυσσομανούσε στα παραθυρόφυλλα του σπιτιού του Γουίλιαμ και αυτός δεν μπορούσε να κλείσει μάτι με τίποτα. Κοιτούσε το ταβάνι και τους τοίχους και παρατηρούσε το πως τα ρούχα του έπαιρναν σχήματα μέσα στο σκοτάδι. Το παλτό του που ήταν κρεμασμένο στον καλόγερο δίπλα από την πολυθρόνα του γινόταν ένας υψηλόσωμος άντρας που τον κοιτούσε επίμονα χωρίς να κουνιέται.”
Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.