Impalamok!

”Ο ορίζοντας ήταν πύρινος σα μάγμα, αριστερά και δεξιά της λεωφόρου κατεστραμμένες πολιτείες ως εκεί που φτάνει το μάτι, απύθμενες χαράδρες και αυτοκινητόδρομοι σαν κορδέλες ασφάλτου στον αέρα, παντού ολόγυρά τους, έρημες και εγκαταλελειμένες. Στον ορίζοντα ένα κατάμαυρο σαν την πιο βαθιά νύχτα κουτί υποδήλωνε την πρωτεύουσα, το Πανδαιμόνιο, το παλάτι του Έκπτωτου στην Κόλαση.”

29 Οκτωβρίου 2021

 

«Δεν έχεις βαρεθεί αυτή την ζωή;» ρώτησε ο Σαμ, ρίχνοντας μια ματιά ολόγυρά του, κλείνοντας την πόρτα πίσω του. Ξεφύσησε ηχηρά με απογοήτευση. Άλλο ένα δωμάτιο σάπιου μοτέλ, γεύμα από ένα μαγαζί του κώλου, δύο κρεβάτια δίπλα-δίπλα και σε απόσταση αναπνοής ο Ντιν.

«Όσο έχω πίτες σε προσιτή τιμή και την Ιμπάλα με γεμάτο ντεπόζιτο, η ζωή είναι υπέροχη Σάμι. Προσπαθώ να αγνοώ τον ψηλό και γκρινιάρη φλώρο που έχω μαζί μου σε κάθε ταξίδι, αλλά όλα καλά. Όσο η Ιμπάλα είναι καλά, είμαι κομπλέ.» είπε ο Ντιν και θρονιάστηκε μπροστά από την τηλεόραση. Έβαλε το κανάλι με το ελεύθερο πορν και άνοιξε το πακέτο με την πίτα του.

Χαμογέλασε ικανοποιημένος.

Ο Σαμ ξεφύσησε και πάλι, ανοίγοντας το λάπτοπ του.

Όσο η Ιμπάλα είναι καλά…

Έξω από το μοτέλ μία αδύνατη φιγούρα και μία πιο εύσωμη κοιτούσαν το αμάξι. Ο Θάνατος και ο Κράουλι. Οι ώρες είχαν περάσει και τα δύο αδέλφια κοιμόντουσαν ήδη πολύ βαριά –κάτι στο οποίο ίσως να είχε βοηθήσει και το φίλτρο που είχαν μέσα οι πίτες.

«Δεν κατανοώ πλήρως το νόημα αυτής της ενέργειας.» έκανε ο Καβαλάρης της Αποκάλυψης με το πρόσωπο πτωματοφάγου γερακιού.

«Ο Ντιν λατρεύει αυτό το μπιχλιμπίδι. Ίσως να μην ξέρει ότι υπάρχουν λεωφόροι στην Κόλαση. Ώρα να μας κάνει μια επίσκεψη, μάλλον θα ξέχασε το διάστημά του εκεί.» είπε ο συνοδοιπόρος του και μπήκαν μέσα. Έβαλαν μπροστά τη μηχανή.

Η μουσική ξεκίνησε δυνατά και ο οδηγός την έκλεισε ενοχλημένος.

Μάρσαρε την μηχανή.

«Ω ναι!» έκανε ο Κράουλι και ο σύντροφός του απλά κούνησε το κεφάλι του όλο απογοήτευση, ανοίγοντας την σακούλα με τα χάμπουργκερ. Άρχισε να τρώει.

«Σάμι; Πού είναι η Ιμπάλα;» άκουσε μέσα από τον ύπνο του ο Σαμ την φωνή του Ντιν από πάνω του. Τον είδε στο παράθυρο να κρατά την κουρτίνα με χέρια που έτρεμαν.

«Ε;» απόρησε αγουροξυπνημένος ακόμα.

«Πού είναι η Ιμπάλα!» ούρλιαξε και βγήκε γρήγορα έξω.

Ο Σαμ έμεινα να κοιτά.

Μισή ώρα μετά, με τον Ντιν να έχει κάνει καβγά με τους υπαλλήλους του μοτέλ και τσατισμένος με τον εαυτό του που δεν είχε δέσει με αρκετά ξόρκια το αγαπημένο του όχημα, ο Σαμ τον άκουγε να μουρμουρά κούφιες απειλές.

«Ω, αν πέσουν στα χέρια μου, μόνο και να πέσει στα χέρια μου ο κερατάς που το έκανε…»

«Πώς μπορείς να είσαι σίγουρος ότι ήταν δαιμονική ενέργεια;» ακούστηκε μια μπάσα φωνή από πίσω τους και τινάχτηκαν. Γύρισαν για να δουν τον Καστιέλ.

«Τι λες πάλι Κας;»

«Είπες κερατάς. Υπέθεσα ότι θα έχεις κάποιο δαίμονα κατά νου…»

«Τι;» απόρησε ο θολωμένος από τον θυμό του Ντιν.

«Είναι σχήμα λόγου Κας» διευκρίνισε ο Σαμ.

«Δεν κατάλαβα την αναφορά.»

«Κας; Ξέρεις ποιος το έκανε; Κοντεύω να τρελαθώ εδώ…» έκανε ο Ντιν.

«Δεν μπορώ να εντοπίσω την Ιμπάλα, έχει ενωχιανά σύμβολα πάνω…»

«Ω, άχρηστη οντότητα… Σε τι μας είσαι χρήσιμος πια;» απόρησε εκνευρισμένος.

«Ίαση, τηλεμεταφορά, πληροφόρηση…» άρχισε να κατεβάζει μια λίστα με απαθή φωνή ο άγγελος και ο Σαμ του έκανε νόημα να σταματήσει. Πάλι δεν είχε καταλάβει.

Άκουσαν να χτυπάει το κινητό.

«Ναι;» έκανε εκνευρισμένος ο Ντιν.

«Ξέρω που είναι το αμάξι σου, ανόητε.» άκουσε την γνώριμη φωνή του Μπόμπι.

«Για όνομα του θεού Μπόμπι, απλά μίλα.»

«Ελάτε από εδώ…» είπε και ο Ντιν έκανε να πει ότι βρίσκονται στην άλλη άκρη της Αμερικής όταν ένιωσε έντονη ζαλάδα και τα άντερά του να έρχονται τούμπα.

«Δεν κάνει τίποτα» είπε ο Καστιέλ και ο Ντιν άκουσε τον Σαμ να ξερνάει λίγο πιο πίσω.

Στιγμές μετά έκανε κι αυτός το ίδιο.

Η τηλεμεταφορά ήταν εκνευριστική κάθε φορά.

Οι σπάνιες μπηχτές του Κας όμως, ίσως να ήταν εκνευριστικότερες.

«Στην Κόλαση υπάρχουν λεωφόροι. Ο Κράουλι σας άφησε αυτό…» τους είπε ο Μπόμπι δείχνοντάς τους ένα μαύρο τσάρτζερ. Το αμάξι του Θανάτου.

«Και τι να κάνουμε με αυτό; Να τον κοντράρουμε;»

«Μάλλον αυτό θα θέλει Ντιν, η κόντρα σας ήταν πολύ καιρό επί γης και δίχως όχημα, ώρα να της δώσει ό,τι αίσθηση θέλει.» έκανε ο Σαμ χαμογελώντας.

«Σου έχω πει ότι μου σπας τα νεύρα αδελφέ μου;»

«Πολλές φορές.»

«Ας τελειώνουμε με αυτό. Κας, Σαμ, πάμε» έκανε ο Ντιν και κίνησε προς το όχημα.

«Για του λόγου το αληθές το ρομπότ με την καμπαρτίνα θα το χρειαστώ» είπε ο Μπόμπι.

«Δεν καταλαβαίνω την αναφορά» έκανε αμήχανα ο Κας.

«Δε θα ρωτήσω καν γιατί» είπε ο Ντιν. «Σας αφήνω να φτιάξετε τα νύχια σας. Σάμι;»

«Αχ, μακάρι να μην ερχόμουν» έκανε ο Σαμ και μπήκε στη θέση του συνοδηγού. Ο Ντιν άναψε την μηχανή και από τα ηχεία τους πολιόρκησε μια θρηνητική μουσική. Έκλεισε το ραδιόφωνο και έφυγε τρέχοντας.

Βγήκε στην λεωφόρο και μόλις ο μετρητής χιλιομέτρων έδειξε 666, οι δυο τους βρίσκονταν στην Κόλαση.

«Κας, θα πάμε στα Ιεροσόλυμα» είπε ο Μπόμπι σοβαρός, βλέποντας το όχημα να φεύγει από την μάντρα του.

«Πάντα χαίρομαι όταν ένας κυνηγός βρίσκει την πίστη του. Μπράβο Μπόμπι!»

«Δεν θα πάμε για προσκύνημα ανόητε. Πρέπει να βρω κάτι να σταματήσω όλη αυτή την παράνοια. Προτού να είναι πολύ αργά.»

Ο Ντιν θυμόταν μόνο τον ουρανό από τούτο το μέρος, εφόσον εκεί ήταν δεμένος με την πλάτη του στη γη. Κοίταξαν πέρα από το παρμπρίζ και περιεργάστηκαν το τοπίο που απλωνόταν ολόγυρά τους. Ο ουρανός ήταν κλειστοφοβικός, στο γαλάζιο του φθαρμένου ατσαλιού με μαύρα σύννεφα και απειράριθμες αλυσίδες ανάμεσά τους –σα πλέγματα πάνω από γήπεδο για να μην φεύγει η μπάλα, ή εδώ οι ψυχές, πέρα από τα όριά του- ένας ουρανός απελπισίας. Ο ορίζοντας ήταν πύρινος σα μάγμα, αριστερά και δεξιά της λεωφόρου κατεστραμμένες πολιτείες ως εκεί που φτάνει το μάτι, απύθμενες χαράδρες και αυτοκινητόδρομοι σαν κορδέλες ασφάλτου στον αέρα, παντού ολόγυρά τους, έρημες και εγκαταλελειμένες. Στον ορίζοντα ένα κατάμαυρο σαν την πιο βαθιά νύχτα κουτί υποδήλωνε την πρωτεύουσα, το Πανδαιμόνιο, το παλάτι του Έκπτωτου στην Κόλαση.

«Εδώ βρισκόσουν…» συμπέρανε με θλίψη ολοσόβαρος ο Σαμ.

«Αχά» έκανε βαρύθυμος δίχως να θέλει να το συζητήσει ο Ντιν, μα στα μάτια του ένα υγρό παραπέτασμα υποδήλωνε ότι οι αναμνήσεις είχαν κάνει την επίθεσή τους με τον πιο επίπονο τρόπο.

«Λυπάμαι» του είπε ο μικρός του αδελφός, με όση περισσότερη ειλικρίνεια μπορούσε να χρωματίσει αυτή τη μία και μοναδική λέξη, μα το ήξερε πως ότι και αν έλεγε δε θα ήταν ποτέ αρκετό. Δεν μπορούσε καν να συλλογιστεί να παραμένει κανείς εδώ κάτω παραπάνω από το αναγκαίο –αν δηλαδή υπήρχε αναγκαίο, όπως μια αποστολή αυτοκτονίας σαν αυτή.

«Αχά» έκανε και πάλι ο Ντιν και πάλεψε να φτιάξει το κλιματισμό. Η ζέστη ήταν αποπνικτική. Νευριασμένος έδωσε μια γροθιά στο καντράν και είπε απελπισμένος: «Υπέροχα. Και τώρα πού βρίσκουμε το κάθαρμα που μου έκλεψε την Ιμπάλα;»

Ο Σαμ παρέμεινε σιωπηλός δίχως να έχει ιδέα τι να πει.

Ο Μπόμπι και ο Κάστιελ εμφανίστηκαν μέρα μεσημέρι στη μέση ενός πολυπληθούς παζαριού. Όσο ο Μπόμπι έβριζε τον άγγελο για την τηλεμεταφορά ξερνώντας, άντρες και γυναίκες με παλιομοδίτικα ρούχα, λευκές κελεμπίες και σκούρο δέρμα έπεφταν στα γόνατα και τους προσκυνούσαν σα θεούς.

«Δεν καταλαβαίνω. Πού θες να πάμε;» ρώτησε ο θεός με την καμπαρτίνα τον άρρωστο και γηραιότερο θεό που ακόμα ανακατευόταν.

«Είναι μια σπηλιά κάτω από το όρος Γολγοθά. Μην…» τολμήσεις, ήθελε να πει, μα ο Καστιέλ τον βούτηξε από το σβέρκο και χάθηκαν από τα μάτια του απορημένου πλήθους.

Απορώντας πώς και δεν έλιωναν τα ελαστικά του τσάρτζερ με την ταχύτητα που έτρεχαν, ο Σαμ παρακαλούσε να μην ξεφύγει από τον δρόμο ο αδελφός του, αφού εκατέρωθεν τους το κενό οδηγούσε στο απόλυτο χάος.

Είδαν ένα όχημα να τους κλείνει το δρόμο.

Ένα πολύ γνώριμο όχημα…

«Το κάθαρμα» μουρμούρισε ο Ντιν και άρχισε να επιβραδύνει. Ο Κράουλι τον περίμενε έξω από την Ιμπάλα και ο Θάνατος βρισκόταν καθιστός στην θέση του συνοδηγού. Είχαν και οι δύο την κανονική τους μορφή. Ο Θάνατος μια σηπόμενη νεκροκεφαλή μέσα σε φθαρμένα ράσα και ο Βασιλιάς της Κόλασης ένας πανέμορφος πανύψηλος άντρας με καψαλισμένη σάρκα και σκουριασμένο στέμμα.

Ο Ντιν βγήκε έξω από το τσάρτζερ και βρόντησε την πόρτα πίσω του.

«Γέννημα πόρνης, δώσε μου πίσω το μωρό μου που να πάρει!»

«Τα τα τα. Νευράκια Ντιν;»

«Και λίγα λες που να πάρει.»

«Για να πάρεις πίσω το μωρό σου πρέπει να με νικήσεις σε έναν αγώνα μέχρι το Πανδαιμόνιο. Αν κερδίσεις η Ιμπάλα είναι δική σου και δεν θα σε ξαναενοχλήσω ποτέ. Αν χάσεις… θα μείνετε εδώ.»

Σιωπή γεμάτη οργή και ένταση.

«Ας τελειώνουμε» είπε απλά και επέστρεψε στο αμάξι.

Τα έφεραν στην ίδια ευθεία και με το δόσιμο του σήματος ξεκίνησαν.

Ο Μπόμπι με τον Κας περιπλανιούνταν σε ένα ανήλιαγο μέρος. Αφού ο γέρος είχε βρίσει και πάλι τον άγγελο, αναζητούσαν ένα αντικείμενο που θα έδινε τέλος σε όλα αυτά. Ένα αντικείμενο που είχε να χρησιμοποιηθεί από τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης. Δημιούργημα του συνονόματου του Εσταυρωμένου κάμποσα μέτρα πάνω τους και θαμμένο εδώ σαν ένα λογοπαίγνιο ή σοφό αστείο που το μόνο που κατάφερνε να κάνει στον Μπόμπι ήταν να του την δίνει στα νεύρα.

Δίχως τρόμο προχωρούσαν. Ο Μπόμπι εξήγησε στον Κας το βιβλίο που είχε δει την αναφορά και αναπόλησε την βιβλιοθήκη και το σπίτι του. Είχε παραγεράσει γι’ αυτές τις μαλακίες. Καιρός να χρησιμοποιούσε το μεγαλύτερο κανόνι στο οπλοστάσιο του Πανάγαθου και να έπαιρνε μια πρόωρη σύνταξη.

Ξαφνικά συνάντησαν ένα αρχοντικό πλάσμα που καθόταν πάνω σε έναν χωμάτινο θρόνο. Φορούσε μια μακριά κελεμπία και είχε όψη αρχαίου σταυροφόρου, μα ήταν ολόκληρος ασημένιος. Τους κοιτούσε με απάθεια.

«Άστο σε εμένα Μπόμπι» έκανε ο Κας και επιτέθηκε με την αγγελική λεπίδα του, μα μόνο κλαγγές ακούστηκαν καθώς το πλάσμα δεν κουνιόταν καν. Το σώμα του ήταν από ατσάλι και ανέγγιχτο από τις επιθέσεις του Κας. Ο άγγελος τραβήχτηκε τρομοκρατημένος και ο αντίπαλός του απλά τον κοίταξε κουρασμένα.

«Απλά μίλα του ανόητε. Δεν είναι ανάγκη να κοπανιόμαστε συνέχεια σα τα τραγιά με όποιον συναντάμε. Όλοι στον ίδιο πόλεμο είμαστε.»

Ο Κας του μίλησε.

Και τελικά ο Μπόμπι είχε δίκιο.

Είδαν τον σταυροφόρο να μορφοποιείται σε ένα αντικείμενο που θα σήμαινε το τέλος της κόλασης. Από ανθρώπινη όψη πήρε αυτή ενός όπλου που κανείς δεν θα περίμενε να δει στην αιώνια φυλακή των ψυχών.

Η κόντρα στην κόλαση είχε φτάσει στο έπακρό της, καθώς το Πανδαιμόνιο συνεχώς κοντοζύγωνε. Πλευρίσματα και σπρωξίματα, στριγκλίσματα ελαστικών στις στροφές, συνεχόμενη μάχη στήθος με στήθος και βρισίδια από τους δύο οδηγούς.

Η έκβαση ήταν ακόμη ακαθόριστη μα ο Ντιν, όποτε τον πλεύριζε και χτυπούσε ο Κράουλι, ούρλιαζε για το χρώμα και την μπογιά του μωρού του.

«Σταμάτα να φοβάσαι μη σου χαλάσει το αμάξι και απλά προσπέρνα τον!» φώναζε ο Σαμ συνεχώς.

Ξάφνου στον ορίζοντα εμφανίστηκαν δυο φιγούρες.

Ένας άγγελος και ένας γέρος κυνηγός.

Κρατούσαν ένα μακρόστενο μεταλλικό αντικείμενο και ο άγγελος κρατώντας το, έδωσε τον έλεγχο στον γέρο. Ο Μπόμπι φύσηξε την τρομπέτα της Ιεριχώς και ένας μακρόστενος ήχος έσεισε την γη. Ο Σαμ άκουσε ουρλιαχτά από παντού, μια χώρα σε απίστευτο πόνο. Είδαν τις αλυσίδες στον ουρανό να σπάνε, τις μεγαλουπόλεις της σήψης να θρυμματίζονται, τις ψυχές να πετάνε προς τον ουρανό και το Πανδαιμόνιο, το εβένινο παλάτι να ραγίζει. Ο Ντιν έπιασε με την άκρη του ματιού του τον Κράουλι και τον Θάνατο να εξαϋλώνονται και ξαφνικά βρέθηκαν στη γη.

Τα δύο αμάξια κάπνιζαν από την ζέστη, μα η Ιμπάλα μόνο στάχτες φιλοξενούσε στα καθίσματά της πια.

«Τι συνέβη;» ρώτησε ο Σαμ βλέποντας τον Κας με τον Μπόμπι έξω από το αμάξι μαζί με την συντροφιά ενός μεταλλικού σταυροφόρου.

«Ήχησε η σάλπιγγα της Ιεριχώς για τελευταία φορά» δήλωσε ο ξένος. «Η Κόλαση άδειασε. Μόνο ο Σαμαήλ και ο Αζαζήλ στέκουν μόνοι στο Πανδαιμόνιο. Η δουλειά μου εδώ τέλειωσε.»

Με αυτά τα λόγια χάθηκε από μπροστά τους.

Ο Ντιν δεν είχε ακούσει λέξη. Με το που βγήκαν στην επιφάνεια, έτρεξε στο αγαπημένο του μωρό κα άρχισε να το χαϊδεύει και να το παρηγορεί σα χαζομπαμπάς που ξαναβρίσκει την χαμένη του κόρη.

Οι τρεις φίλοι του απλά έμειναν να τον κοιτούν.

Και ειρήνη και ευημερία απλώθηκε στη γη.

Μέχρι που οι Γουιντσέστερ γέρασαν και πέθαναν και ο Εωσφόρος αποφάσισε να γκρεμίσει όλη την γη στην Κόλαση. Είχε βαρεθεί την μοναξιά και ο Αζαζήλ δεν τον διασκέδαζε πια…

Tags: angel , car , Cas , Castiel , Dean , death , demon , demons , fanfiction , fantasy , hell , Impala , short-story , Supernatural , The Weird Side Daily , twsd , άγγελος , αδέρφια , αμάξι , αυτοκίνητο , Γιώργος Μπελαούρης , δαίμονες , διήγημα , διήγημα φαντασίας , διήγημα φανταστικού , δρόμος , εχθροί , Εωσφόρος , θάνατος , Ιμπάλα , Κας , Καστιέλ , κόλαση , Κράουλι , Μπόμπι , Ντιν , Πανδαιμόνιο , Σαμ , φαντασία , φίλοι

Γιώργος Μπελαούρης

Δημοσιεύτηκε 29 Οκτωβρίου, 2021

Σχόλια και απόψεις.

Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.