Αποφρένεια

“Ο καθρέφτης μετατράπηκε σε μια πύλη που οδηγούσε στην κόλαση, μέσα από την οποία με κρυφοκοίταζε το διεστραμμένο πρόσωπο ενός μοχθηρού δαίμονα. Ένα μικρό μέρος του μυαλού μου άρχισε να μου ψιθυρίζει πως το φάρμακο που είχα πάρει επηρέαζε την αντιληπτική μου ικανότητα.”

10 Δεκεμβρίου 2020

Είχαμε συμφωνήσει να συναντηθούμε στην ταράτσα της φοιτητικής εστίας. Αυτός θα έρχονταν με τα χάπια κι εγώ θα του έδινα τα χρήματα. Όχι πολλά ευτυχώς γιατί όπως μου είχε πει, είχε καταφέρει να κάνει μια ειδική συμφωνία με τον προμηθευτή του. Όμως, είχε ήδη αργήσει. Σε τρεις ώρες ξημέρωνε, σε άλλες δύο ώρες θα εξεταζόμουν στο πρώτο μου μάθημα κι ενώ θα έπρεπε να διαβάζω, στεκόμουν εδώ πάνω, μέσα στο σκοτάδι μιας χειμωνιάτικης νύχτας και περίμενα εκείνον τον ηλίθιο.

Ξαφνικά άκουσα ένα συνωμοτικό σφύριγμα. Γύρισα το κεφάλι μου προς το σημείο από όπου είχε προέλθει εκείνος ο αναπάντεχος ήχος και τον είδα να μου κάνει νόημα να  πλησιάσω. Στεκόταν κάτω από το πελώριο δορυφορικό κάτοπτρο που υψώνονταν σαν μεταλλικό τοτέμ στη μέση της ταράτσας και συνέδεε την φοιτητική εστία με τον υπόλοιπο κόσμο.

Έτρεξα βιαστικά προς το μέρος του. Η καρδιά μου γοργοχτυπούσε. Τα μάτια του, ζωηρά μικρά και αεικίνητα σαν μπλε χάντρες, με κοίταξαν με νόημα. Έβγαλα από την τσέπη του μπουφάν μου ένα μάτσο χαρτονομίσματα κι εκείνος έβγαλε από τη δική του τσέπη ένα μικρό μπουκαλάκι από γυαλί που περιείχε δύο πράσινα χάπια. Χωρίς να πει κουβέντα, πήρε τα λεφτά μου και τα έχωσε στην πίσω τσέπη του παντελονιού του. Μετά, άνοιξε το μπουκάλι, πήρε το ένα από τα δύο χάπια, το κατάπιε και μου πρόσφερε το άλλο. Για μια στιγμή δίστασα, μόνο για μια στιγμή όμως. Όπως του είχα ήδη δηλώσει, ήμουν απελπισμένος. Εξάλλου, αν δεν έκανα κάτι εκείνη τη στιγμή θα κοβόμουν στις εξετάσεις και θα έχανα για πάντα την ευκαιρία να γίνω αυτό που πάντα ονειρευόμουν. Θα έχανα το εισιτήριό μου για μια καλύτερη ζωή.

Έβαλα το χάπι στη χούφτα μου και το κατάπια.

Το πρωί, μαζί με όλους τους άλλους, μπήκαμε στην αίθουσα των εξετάσεων. Περάσαμε από τον ανιχνευτή μοσχευμάτων και δώσαμε ο καθένας μας από ένα δείγμα αίματος προκειμένου οι εξεταστές μας να βεβαιωθούν πως δεν είχαμε ντοπαριστεί με κάποιο από τα ήδη γνωστά παράνομα νοοενισχυτικά παρασκευάσματα. Χρόνια αργότερα, όταν είχα πια διεισδύσει τόσο πολύ στο σύστημα ώστε να γνωρίζω όλα τα μυστικά του, θα ανακάλυπτα πως οι ιατρικές σχολές γνώριζαν πολύ καλά πως οι φοιτητές τους ήταν όλοι “πειραγμένοι.” Ωστόσο υπήρχε μια σιωπηρή ανοχή ως προς αυτό το γεγονός, για ένα πολύ απλό λόγο: Το πιο αποτελεσματικό νευροενισχυτικό παρασκεύασμα θα κατέληγε αργά ή γρήγορα στα εργαστήρια των ίδιων των Εταιριών που απαγόρευαν τη χρήση του. Από εκεί μέσα θα έβγαιναν καινούργια, άκρως κερδοφόρα φάρμακα που θα κατέκλυζαν την αγορά του γηράσκοντος και απελπισμένου πληθυσμού της Γης.

Εν ολίγοις, ήμασταν τα πειραματόζωα του συστήματος.

Οι εξετάσεις εξελίχθηκαν σ’ έναν ολοκληρωτικό θρίαμβο. Οι ερωτήσεις μου φάνηκαν πανεύκολες. Το χάπι είχε αναπτύξει στο έπακρο τις συνειρμικές ικανότητες του εγκεφάλου μου ο οποίος κολυμπούσε τώρα μέσα σε μια λαμπερή θάλασσα δημιουργικής Αποφένιας. Το εύρος της δημιουργικής σκέψης μου ανταγωνιζόταν με την απότομη αύξηση της ικανότητάς μου να ανακαλώ δεδομένα και στοιχεία που με δυσκολία θα χωρούσαν ακόμα και στη μνήμη ενός αναβαθμισμένου ηλεκτρονικού υπολογιστή.

Τα προβλήματα, άρχισαν το ίδιο εκείνο βράδυ:

O διανοητικός πυρετός που με είχε καταλάβει κατά τη διάρκεια των εξετάσεων, η απίστευτη ευκολία με την οποία οικοδομούσα συνδέσεις ανάμεσα σε ετερόκλητα δεδομένα και έβλεπα παντού κρυφά μοτίβα, συνέχισε να αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο έως ότου άρχισα να καταλαβαίνω πως οι σκέψεις που διέτρεχαν το μυαλό μου είχαν πάψει να είναι γνώριμες και μεταμορφώνονταν όλο και περισσότερο σε ξένες και παράξενες οντότητες.

Μετά, η ίδια η υφή της πραγματικότητας άρχισε να παραμορφώνεται και να αποκτά την ποιότητα ενός εφιάλτη.

Βρέθηκα να κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη που κρέμονταν στο πίσω μέρος της εντοιχισμένης ντουλάπας του δωματίου μου και να παρατηρώ κατάπληκτος την κάθε λεπτομέρεια του προσώπου μου λες και ήταν μια παράξενη μάσκα:

Το βαρύ και αξύριστο σαγόνι, τα κοντοκουρεμένα μαύρα μαλλιά. Τα σκούρα μάτια με το δίχτυ των λεπτών ρυτίδων που είχε απλωθεί γύρω τους εξαιτίας της κούρασης και της παρατεταμένης αϋπνίας. Τις σκληρές γραμμές που σαν τεντωμένα σύρματα περικύκλωναν το σφιγμένο στόμα με τα στενά και χλωμά χείλη.

Ο καθρέφτης τρεμούλιασε και κυμάτισε μπροστά στα μάτια μου σαν μια επιφάνεια από διάφανο ζελέ και ολόκληρος ο κόσμος άλλαξε ως δια μαγείας: Το κίτρινο φως της λάμπας που κρέμονταν από το ταβάνι έγινε ανείπωτα κακό και δυσοίωνο. Έμοιαζε τώρα με το νεκρικό φως ενός αρχαίου νεκροτομείου. Οι τοίχοι έκλεισαν γύρω μου σαν τα βρόμικα ντουβάρια μιας ασφυκτικής φυλακής. Ο καθρέφτης μετατράπηκε σε μια πύλη που οδηγούσε στην κόλαση, μέσα από την οποία με κρυφοκοίταζε το διεστραμμένο πρόσωπο ενός μοχθηρού δαίμονα. Ένα μικρό μέρος του μυαλού μου άρχισε να μου ψιθυρίζει πως το φάρμακο που είχα πάρει επηρέαζε την αντιληπτική μου ικανότητα. Στην πραγματικότητα, αυτό που βίωνα ήταν το μπλέξιμο ανάμεσα στο εσωτερικό και το εξωτερικό σύμπαν. Τα πάντα μεταμορφώνονταν σε μεταφορές και απειλητικές παρομοιώσεις.

Ταυτόχρονα, ένα ασύγκριτα μεγαλύτερο κομμάτι της ψυχής μου, μου φώναζε πως έβλεπα για πρώτη φορά το πραγματικό μου πρόσωπο, καθώς και την αληθινή όψη της πραγματικότητας. Έπεσα στα γόνατα και κουλουριάστηκα μπροστά από τον καθρέφτη, αλλά το μαρτύριο συνεχίστηκε. Έκλεισα σφιχτά τα μάτια μου και τότε οι ήχοι του δωματίου άλλαξαν σημασία, το τικ-τακ του ρολογιού που κρεμόταν στον τοίχο μετατράπηκε στο εφιαλτικό σφυροκόπημα ενός καταχθόνιου σφυριού που κάρφωνε τα καρφιά ενός φέρετρου που προορίζονταν για μένα. Ο ασταμάτητος θόρυβος της κυκλοφορίας που ανέβαινε κατά κύματα μέχρι το παράθυρο του δωματίου, μεταμορφώθηκε στο λυσσαλέο ουρλιαχτό εξαγριωμένων δαιμόνων που προσπαθούσαν να με κατασπαράξουν. Το περιστασιακό τρίξιμο που έκανε η πόρτα του μπάνιου που είχα αφήσει μισάνοιχτη, είχε αλλάξει τώρα στο τρίξιμο των δοντιών ενός παρανοϊκού βρικόλακα που παραφύλαγε κάτω από το κρεβάτι και πίσω από την πόρτα για να με φάει.

Επιτέλους, κάποια στιγμή, έχασα τις αισθήσεις μου.

Ώρες αργότερα ξύπνησα σε κάποιο κρεβάτι του νοσοκομείου της ιατρικής ακαδημίας.

Οι γιατροί που με εξέτασαν δεν κατάφεραν να καταλάβουν τι μου είχε συμβεί. Περιορίστηκαν τελικά στο να περιγράψουν την ασθένεια μου ως “αναφυλακτικό σύνδρομο”, το αποτέλεσμα της νευρικής εξάντλησης, της υπερκόπωσης και κάποιας ιογενούς λοίμωξης.

Ωστόσο, δεν ξέχασα ποτέ εκείνη τη νύχτα. Εκείνη τη δαιμονική μεταμόρφωση του κόσμου σ’ ένα ασφυκτικό δίχτυ μεταφορών και διασυνδέσεων που με παγίδευαν σε μια δίνη αναπόφευκτου θανάτου. Την τρομακτική μετατροπή των αυθαίρετων συνειρμών που κατασκεύαζα σε μια συμφωνία πρωτοφανούς ασχήμιας και κακίας. Μάλιστα επινόησα μια δική μου λέξη για να περιγράψω εκείνη την κατάσταση που είχα βιώσει, καθώς οι δημιουργικές δυνάμεις του μυαλού μου παγιδεύονταν όλο και περισσότερο σε μια εφιαλτική δίνη Αποφένια.

Αποφρένεια.

 

Υ.Γ: Αποφένια είναι η αυθόρμητη αντίληψη συσχετίσεων και νοημάτων γεγονότων άσχετων μεταξύ τους. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον K. Conrad το 1958

Tags: demon , demons , eyes , medicine , mind , mirror , pills , short-story , The Weird Side Daily , Vampire , αντίληψη , αποφένια , αποφρένεια , Βαμπίρ , γιατροί , δαίμονας , δαίμονες , διήγημα , Εγκέφαλος , εξετάσεις , Έρικ Σμυρναίος , καθρέφτης , μάσκα , μάτια , μυαλό , πρόσωπο , φάρμακα , χάπια , χρήματα

Έρικ Σμυρναίος

Δημοσιεύτηκε 10 Δεκεμβρίου, 2020

Σχόλια και απόψεις.

Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.