Κύθηρα
Τα Κύθηρα είναι το νοτιότερο νησί από τα Επτάνησα, στα νοτιοδυτικά του ακρωτηρίου του Μαλέα, στο σημείο που ενώνεται το Ιόνιο με το Μυρτώο και το Κρητικό Πέλαγος. Είναι ένα νησί σε σχήμα τριγωνικό με μικρούς ορμούς και έναν κόλπο (τον Αυλέμονα) με έδαφος ηφαιστειογενές και κυρίως ορεινό. Η παλαιότερη ονομασία του νησιού ήταν Πορφυρούσα ή και Πορφύραι, διότι στα θαλάσσια νερά γύρω του υπήρχαν άφθονα κοχύλια της πορφύρας, από τα οποία παραγόταν μια πολύτιμη βαφή. Αργότερα ονομάστηκε Κύθηρα τόσο το νησί, όσο και η πρωτεύουσα του. Στο μεσαίωνα ονομαζόταν Κυθουρία, ενώ στους χάρτες των ξένων ναυτικών σημειωνόταν με το όνομα Cerigo (Τσερίγο ή Τσιρίγο).
Φαίνεται ότι στα παλαιότατα χρόνια τα Κύθηρα είχαν στενές σχέσεις με την Κρήτη. Αναφορές αρχαίων συγγραφέων λένε ότι από αυτό πέρασαν οι Φοίνικες, οι Λέλεκες και οι Κάρες. Από νωρίς λατρεύτηκε στο νησί η θεά του έρωτα, Αφροδίτη, την οποία ονόμασαν Κυθέρεια ή Κυθήρη, το δε ιερό της, όπου υπήρχε ξόανο της θεάς, θεωρούνταν όπως αναφέρει ο Παυσανίας, το αρχαιότερο και ομορφότερο όλων. Τα Κύθηρα τα αναφέρει και ο Όμηρος στα στα έπη του: Δύο Κυθήριοι, ο Αμφιδάμας και ο Λυκόφρων αναφέρονται στην Ιλιάδα. Ο Λυκόφρων ακολούθησε τον Αίαντα στην Τροία και τον σκότωσε ο Έκτορας.
Μετά την «κάθοδο των Δωριέων», τα Κύθηρα κατέλαβαν οι Αργείοι, αργότερα οι Σπαρτιάτες και οι Αθηναίοι. Μετά τη διαίρεση του Ρωμαϊκού κράτους σε δυτικό και ανατολικό, τα Κύθηρα πέρασαν στη δικαιοδοσία του Βυζαντινού αυτοκράτορα Αρκάδιου (395-408) και επί αυτοκράτορος Κώνσταντος (641-668) στον Πάπα της Ρώμης. Επί Λέοντος Γ’ Ισαύρου (717-741), παρά τις διαμαρτυρίες της Αγίας Έδρας, το νησί αποτέλεσε μικρή Επισκοπή που υπάγονταν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης.
Μετά τη Δ’ Σταυροφορία, πέρασαν από τα Κύθηρα διάφοροι κατακτητές και επιδρομείς, μεταξύ των οποίων Τούρκοι, Βενετοί, ο Αλή Πασάς και οι Αλγερινοί πειρατές του Μπαρμπαρόσα, που έκαψαν και λεηλάτησαν το νησί, παίρνοντας για σκλάβους 7.000 κατοίκους του νησιού. Το 1797 έληξε η ενετική κυριαρχία στα Κύθηρα καθώς περνούσε στα χέρια των Γάλλων. Βέβαια, μετά τη συνθήκη του Καμποφόρμιο (επί Μ. Ναπολέοντα) τα Κύθηρα ακολούθησαν την τύχη της Επτανήσου.
Κατά την επανάσταση του 1821 οι Κυθήριοι βοήθησαν τον Αγώνα, παρά τα αυστηρά μέτρα των Άγγλων που κυβερνούσαν το νησί εκείνη την εποχή, οι οποίοι είχαν απαγορεύσει τη συγκρότηση εθελοντικών μνημάτων που ετοιμάζονταν να περάσουν στην Πελοπόννησο για να πολεμήσουν. Παρόλα αυτά, πολλοί αγωνιστές και γυναικόπαιδα από την Πελοπόνννησο κατέφυγαν σε κρίσιμες ώρες στα Κύθηρα, που αποτελούσε γι’ αυτούς ένα φιλόξενο καταφύγιο.
Στις 22 Σεπτεμβρίου 1863, το νησί απαλλάσσεται από την Αγγλική επικυριαρχία και μαζί με τα υπόλοιπα Επτάνησα ενώνεται η Ελλάδα. Όσον αφορά την ονομαστική του προέλευση, ένας γεωγράφος του 1ου μ. Χ. αιώνα, ο Ισίδωρος το ετυμολόγησε από το ρήμα «κεύθω», που σημαίνει «κρύβω τον έρωτα», καταγράφοντας μάλιστα, τη φήμη ότι «όσοι κάνουν έρωτα στα Κύθηρα ανακαλύπτουν το κρυμμένο ερωτικό πάθος».
Προς τιμήν αυτού του όμορφου και ξακουστού ελληνικού νησιού, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν τη λέξη Κύθηρα ως συνθετικό για την ονομασία κοχυλιών, φυτών και εντόμων. Επίσης, Κύθηρα ονομάστηκε και ένας αστεροειδής εντός των ορίων του ηλιακού μας συστήματος…
Όρος Γκιώνα, σπηλιά της Μόρα
Λίγο πολύ όλοι μας ακούμε το όνομα Μόρα και γνωρίζουμε ότι πρόκειται για μια δαιμονόψυχη ηλικιωμένη γυναίκα που λέγεται ότι μας επισκέπτεται στον ύπνο μας έχοντας κακές προθέσεις. Ωστόσο σε μια λαϊκή μας παράδοση που προέρχεται από το όρος Γκιώνα της Φώκιδας έχει άλλη ιστορία γύρω από το όνομα της. Η ιστορία έχει ως εξής:
Η Μόρα ήταν παντρεμένη με έναν άντρα τον οποίο λάτρευε και είχε πολλά όμορφα αισθήματα για αυτόν. Για πολύ κακή της τύχη όμως, τα αισθήματα που είχε για τον σύζυγο της δεν ήταν αμοιβαία.
Μια μέρα ο επιτήδειος σύζυγος, την έστειλε στην περιοχή κοντά στην σπηλιά για να μαζέψει ξύλα. Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν η βασανισμένη γυναίκα αποφάσισε να επιστρέψει στο σπίτι της. Ξαφνικά από το πουθενά, πετάχτηκε μπροστά της ένας μαυροντυμένος, με το πρόσωπο του καλυμμένο με κουκούλα και με την απειλή ενός μαχαιριού την ανάγκασε να μπει στη σπηλιά.
Ο μαυροφορεμένος άντρας την ξυλοκόπησε, την βίασε και προσπάθησε να την σκοτώσει. Η Μόρα έδωσε λυσσαλέο αγώνα για την ζωή της καταφέρνοντας να ξεσκεπάσει το πρόσωπο του. Δεν θα μπορούσε να αντικρίσει χειρότερο θέαμα όταν συνειδητοποίησε ότι ο βιαστής της ήταν ο αδερφός του συζύγου της. Το χειρότερο όμως της το κρατούσε για μετά, όταν έμαθε από τα χείλη του ότι ο ίδιος ο σύζυγος της του είχε αναθέσει αυτή τη βρωμοδουλειά με την αφορμή ότι δεν άντεχε άλλο να ζει μαζί της. Τελικά, η γυναίκα δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην εφιαλτική μοίρα της και ξεψύχησε με το μαχαίρι μπηγμένο στο αριστερό της στήθος.
Λίγο πριν ξεψυχήσει έβγαλε τα εσώψυχα της στα τελευταία της λόγια τα οποία ήταν: «Όσοι είδατε αυτό που έγινε τώρα μην με αφήσετε έτσι. Δώστε μου τη δύναμη να επιστρέψω και να τιμωρήσω τους βασανιστές και να ξυπνήσω τους βασανισμένους». Με την ολοκλήρωση της φράσης της ο ίδιος ο «Κύρης του κακού» της προσέφερε «αθανασία» με αντάλλαγμα την ψυχή της. Η Μόρα δέχτηκε και από τότε λέγεται ότι περιφέρεται σαν δαίμονας ανάμεσα μας. Επισκέπτεται και βασανίζει τα βράδια τα νέα αντρόγυνα. Τους άντρες γιατί δεν μπορούν να αγαπήσουν πραγματικά και τις γυναίκες γιατί πρέπει να σταματήσουν να πλανεύονται από την ψεύτικη αγάπη των αρσενικών.
Αμπελάκια Λάρισας
Είναι άγνωστο το πότε ακριβώς χτίστηκε η πανέμορφη κωμόπολη Αμπελάκια του νομού Λάρισας στη Θεσσαλία. Από διάφορες παραδόσεις και επιγραφές βγαίνει συμπέρασμα ότι ο πρώτος οικισμός έγινε γύρω στις αρχές του 16ου αιώνα. Σύμφωνα με μια παράδοση, τα ορεινά Αμπελάκια συνοίκισαν οι κάτοικοι της πεδινής πολίχνης Λυκόστομο ή Λυκοστόμιο. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας όπου ένας ειδικός νόμος απαγόρευε να την κατοικήσουν Τούρκοι, τα Αμπελάκια ήταν μια μεγάλη και πλούσια ελληνική κωμόπολη 4.000 κατοίκων. Ο πλούτος αυτόν στηριζόταν στο εμπόριο κόκκινων νημάτων όπου είχαν βαφτεί με ανεξίτηλο χρώμα (ριζάρι) καθώς και βαμβακερών υφασμάτων.
Στη χρονολογία του 1780-1881 γνώρισε τη μεγαλύτερη της ακμή. Ο Γάλλος περιηγητής Beaujour, όταν πέρασε από την κωμόπολη εκείνη την εποχή, στο έργο του Tableau du Commerce Grece, την παρομοίασε με ολλανδική πολίχνη. Αυτό που ξεχώριζε σε αυτήν την όμορφη κωμόπολη ήταν η εξαίρετη οργάνωση της εργασίας. Αυτή εκφράστηκε σε έναν οργανισμό μοναδικό για την εποχή, στη Συντροφιά των Αμπελακίων, που είχε τη μορφή συνεταιρισμού, ο οποίος είχε ως αντικείμενο την παραγωγή, την επεξεργασία, τη βάφη και την εμπορία κόκκινων νημάτων.
Σήμερα οι κάτοικοι των Αμπελακίων περηφανεύονται ότι στην κωμόπολη τους ιδρύθηκε ο πρώτος συνεταιρισμός στον κόσμο! Σε αυτόν τον συνεταιρισμό δεν συμμετείχαν μόνο οι Αμπελακιώτες αλλά και οι κάτοικοι 21 άλλων χωριών της περιοχής. Οι συνέταιροι είχαν τη δυνατότητα να τοποθετούν εταιρικό κεφάλαιο από 5.000 έως 20.000 γρόσια κατά ανώτερο όριο. Ο σκοπός αυτού του περιορισμού ήταν να προφυλάξει τον συνεταιρισμό από τον κίνδυνο να πέσει στα χέρια των οικονομικά ισχυρότερων. Ασκούσαν τη διοίκηση 2 όργανα που εξελέγονταν κάθε 3 χρόνια: η Διευθύντρια Επιτροπή και η Εξελεγκτική Επιτροπή (ή Εφορία). Από την Συντροφιά των Αμπελακίων ιδρύθηκαν υποκαταστήματα στην Κων/πολη, στη Θεσσαλονίκη, στη Βιέννη, στη Βουδαπέστη, στην Οδησσό, στη Δρέσδη, στη Λειψία, στη Λυών, στο Άμστερνταμ, στο Λονδίνο, στο Αμβούργο, στη Τεργέστη, και συνεργάστηκε στενά με τις τράπεζες της Βιέννης. Όμως, δυστηχώς δεν άντεξε για πολύ η τόσο αισιόδοξη και αρχικά κερδοφόρα ενέργεια των κατοίκων των Αμπελακίων και το 1811 διαλύθηκε ο συνεταιρισμός. Ήταν πολλά τα αίτια και τα κυριότερα από αυτά ήταν οι εσωτερικές αντιθέσεις εξ αιτίας της οικονομικής ανισότητας μεταξύ των συνεταίρων: ο ανταγωνισμός της ανερχόμενης αγγλικής βιομηχανίας με την εφεύρεση ανιλίνης, οι συνεχείς πιέσεις και λεηλασίες του Αλή Πασά και των Τούρκων, η πανούκλα του 1812 καθώς και η χρεοκοπία της τράπεζας της Βιέννης όπου είχαν κατατεθεί τα περισσότερα κεφάλαια της Συντροφιάς.
Παράλληλα όμως με το εμπόριο στα Αμπελάκια, άνθισαν και τα γράμματα: Στην εποχή της ακμής λειτούργησε στην κωμόπολη η περίφημη σχολή των Αμπελακίων (το περίφημο Ελληνομουσίων), στην οποία υπήρξαν διδάκτορες: ο Νεόφυτος Δούκας, ο Ευγένιος Βούλγαρις, ο Κωνσταντάς, ο Ασάνης κ.ά. Μέσα στην εν λόγω σχολή υπήρχαν πλουσιότατες βιβλιοθήκες και εργαστήρια με τα πιο σύγχρονα όργανα διδασκαλίας. Εκεί φοίτησε για λίγο καιρό και ο βάρδος της επανάστασης, Ρήγας Φεραίος.
Από την εποχή εκείνη σώζονται ακόμη πολλά αρχοντικά, που παρουσιάζουν ανάμικτα στοιχεία ευρωπαϊκής και ανατολικής τέχνης, θυμίζοντας εκείνη τη θρυλική πια εποχή της Συντροφιάς των Αμπελακίων. Το όνομα αυτής της όμορφης κωμόπολης της θεσσαλίας προέρχεται από τα πολλά αμπέλια που ακόμη και σήμερα υπάρχουν στην περιοχή. Και είναι γνωστό το εξαίρετο κρασί που παράγεται εκεί.
Tags: Cave , Greece , history , αμπελάκια , αστεροειδής , Ελλάδα , Επτάνησα , έρωτας , Θεσσαλία , Θρύλος , ιστορία , κύθηρα , κωμόπολη , Λάρισα , Λυκόφρων , μόρα , Μυστική Ελλάδα , νησί , όρος , όρος γκιώνα , Ρήγας Φεραίος , Σπηλιά , σπηλιά της Μόρα , Τούρκοι , Φωκίδα
Σχόλια και απόψεις.
Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.