Η Νύχτα του Δυνατού Ανέμου

“Στις τρεις το απόγευμα, άρχισε να φυσάει. Κάποιοι διορατικοί αγρότες κοίταξαν με ανησυχία τον ουρανό, καθώς η εικόνα του τους φάνηκε αλλόκοτη, γκρίζα αλλά χρωματισμένη επίσης, με μια παράξενη ασημένια απόχρωση. Κανείς ωστόσο δεν μπορούσε να έχει προβλέψει ότι αυτές οι πρώτες αύρες προμηνύανε την άφιξη της πιο τρομακτικής καταιγίδας στην ιστορία του νησιού.”

27 Ιανουαρίου 2021

 

Η νηνεμία της 5ης Ιανουαρίου του 1839 ήταν πολύ παράξενη. Θα ‘λεγε κανείς πως μια υγρή και πνιγηρή κουβέρτα είχε απλωθεί πάνω από ολόκληρη την Ιρλανδία. Ανυποψίαστοι για αυτό που επρόκειτο να συμβεί, οι περισσότεροι από τα 8 εκατομμύρια των Ιρλανδών που ζούσαν τότε στο σμαραγδένιο νησί, προετοιμάζονταν να γιορτάσουν τα Θεοφάνεια.

Κατά την προηγούμενη μέρα είχε πέσει το πρώτο χιόνι της χρονιάς και ήταν αρκετό για να φτιάξει κανείς έναν όμορφο χιονάνθρωπο. Αντίθετα, την Κυριακή το πρωί ο αέρας ήταν τόσο άδειος και ακίνητος, ώστε στη Δυτική ακτή να μπορεί κάποιος ν’ ακούσει ανθρώπινες φωνές από απόσταση ενός χιλιομέτρου.

Στις τρεις το απόγευμα, άρχισε να φυσάει. Κάποιοι διορατικοί αγρότες κοίταξαν με ανησυχία τον ουρανό καθώς η εικόνα του τους φάνηκε αλλόκοτη, γκρίζα αλλά χρωματισμένη επίσης, με μια παράξενη ασημένια απόχρωση. Κανείς ωστόσο δεν μπορούσε να έχει προβλέψει ότι αυτές οι πρώτες αύρες προμηνύανε την άφιξη της πιο τρομακτικής καταιγίδας στην ιστορία του νησιού.

Κατά τις έξι το απόγευμα, ο άνεμος είχε δυναμώσει πολύ και είχε φέρει μαζί του μια δυνατή βροχή η οποία γρήγορα μετατράπηκε σε ορμητικό χιονόνερο. Οι αγρότες άρχισαν να δυσανασχετούν καθώς τα σπαρτά τους και οι αχυρένιες οροφές των σπιτικών τους δέχονταν στωικά ένα ανελέητο σφυροκόπημα. Στις πόλεις και στα χωριά του νησιού, άναψαν φωτιές στα τζάκια και κλειδώθηκαν πόρτες και παράθυρα. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν πλέον από μόνες τους και τα σκυλιά αλυχτούσαν ανήσυχα. Οι ψαράδες των δυτικών ακτών άρχισαν να ακούν ένα παράξενο βουητό σαν συνεχόμενη βροντή που πήγαζε από τη γραμμή του θαλάσσιου ορίζοντα.

Στο Glenosheen της κομητεία του Cork, ένας εύπορος αγρότης, ο Jacob Stuffle άρχισε να ανησυχεί. Στο κάστρο του Moydrum στην κομητεία του Westmeath, ο 78χρονος Λόρδος  Castlemaine αποφάσισε να αποσυρθεί από νωρίς στην κρεβατοκάμαρά του και να περάσει τη θυελλώδη νύχτα που ερχότανε διαβάζοντας.

Στα βουνά Wicklow,  μια ομάδα τοπογράφων με αρχηγό τον John O’Donovan, μόλις και πρόλαβαν να φτάσουν στο ξενοδοχείο τους,  στο Glendalough, διασχίζοντας εκτάσεις χιονιού  που έφτανε μέχρι τα γόνατά τους.

Οι καπετάνιοι των καραβιών που έπλεαν στην Ιρλανδέζικη θάλασσα, προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν τις εξωφρενικές ενδείξεις των βαρομέτρων τους.

Κατά τις δέκα το βράδυ, ο άνεμος είχε γίνει λυσσαλέος. Ολόκληρο το νησί είχε παγιδευτεί στις δίνες ενός κυκλώνα που θα το βασάνιζε μέχρι τις έξι το πρωί. Η θύελλα είχε διασχίσει ανεμπόδιστη 3.000 χιλιόμετρα ωκεανού κερδίζοντας σε ορμή με κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε. Όταν χτύπησε τις δυτικές ακτές της Ιρλανδίας είχε αποκτήσει τέτοια δύναμη που τα κύματα της θάλασσας ξεπερνούσαν σε ύψος τις κορφές των γκρεμών του Μόχερ.  Λέγεται μάλιστα πως αν η Ιρλανδία δεν είχε ευλογηθεί με αυτούς τους πανύψηλους γκρεμούς, ίσως ολόκληρη η χώρα να είχε καλυφθεί από τα κύματα της θάλασσας εκείνη την τρομακτική νύχτα.

Ο βρόντος των θεόρατων κυμάτων που χτυπούσαν τα βράχια των δυτικών ακτών ακούγονταν για μίλια στο εσωτερικό της χώρας, πάνω από το μουγκρητό της θύελλας. Η γη έτρεμε και στα νησιά Άραν ολόκληρα κομμάτια βράχων ξεκόλλησαν και έπεσαν στο νερό.

Ίσως η πιο τρομακτική διάσταση της καταιγίδας ήταν το ότι έσβησε κάθε φανάρι και κερί στο διάβα της βυθίζοντας τα πάντα σε πυκνό σκοτάδι. Κανείς δεν μπορούσε να δει τι συνέβαινε πραγματικά. Το σκοτάδι ράγιζε μονάχα από τις γαλάζιες αστραπές που έσχιζαν τον ουρανό και από την κόκκινη ανταύγεια του Βόρειου Σέλαος που τρεμόφεγγε στο βορινό ορίζοντα.

Σε όλη τη χώρα εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ξύπνησαν από το ουρλιαχτό της τρομερής καταιγίδας, καθώς τα τζάμια των σπιτιών τους έσπαγαν από το χαλάζι, πέτρινοι τοίχοι έτριζαν και  αχυρένιες στέγες είχαν αρχίσει να βουλιάζουν.

Καθώς ο άνεμος δυνάμωνε, άρχισε να ξεριζώνει στέγες από σπίτια. Καμινάδες, κεραμίδια και θραύσματα γυαλιού έπεφταν με ορμή στο έδαφος. Υπολογίστηκε αργότερα ότι 4.846 καμινάδες ξεριζώθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της νύχτας.

Πολλά από τα θύματα της καταιγίδας σκοτώθηκαν από καταρρέοντα κτίρια. Πολλές εκκλησίες και αρχοντικά μετατράπηκαν σε ισοπεδωμένα ερείπια. Πυρκαγιές ξέσπασαν στους δρόμους του Δουβλίνου.

Στα νεκροταφεία της χώρας το χώμα ξεριζώθηκε και αποκάλυψε τα οστά νεκρών. Οι δρόμοι των πόλεων έγιναν αδιάβατοι. Σε πολλά κανάλια τα δέντρα ξεριζώθηκαν και πέταξαν μέχρι τις απέναντι όχθες τους. Χιλιάδες ξύλινα σπίτια διαλύθηκαν. Οι κάτοικοί τους δραπέτευσαν μέσα στη μαύρη νύχτα και αναζήτησαν καταφύγιο σε τρύπες στο έδαφος και σε δάση. Οι αγρότες καταστράφηκαν. Τα κοπάδια τους σκοτώθηκαν, πάγωσαν από το κρύο ή το έσκασαν τρομοκρατημένα στα βουνά.

Ο λόρδος Castlemaine  έκλεινε το παράθυρο της κάμαράς του όταν η θύελλα τα άνοιξε διάπλατα και τον πέταξε καταγής,  με τόση δύναμη που πέθανε ακαριαία.

Ο κουνιάδος του, ο  Earl του  Clancarty, ανέφερε ότι έχασε 20.000 δέντρα στο κτήμα του. Κάποιος άλλος γαιοκτήμονας ανέφερε ότι τα δάση του  έμοιαζαν τώρα γυμνά σαν τη παλάμη του χεριού του.

Στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του στο Glendalough, ο John O’Donovan επέζησε. Μια ριπή αέρα τον έριξε στον απέναντι τοίχο του δωματίου του. Όπως ανέφερε ο ίδιος το επόμενο πρωί, ολόκληρη η χώρα έμοιαζε να έχει σκουπιστεί από κάποια τιτάνια σκούπα.

Το επόμενο πρωί, ο Jacob Stuffle ανέβηκε σε έναν γήλοφο, ατένισε με φρίκη την κατεστραμμένη φάρμα του, σήκωσε ψηλά τα δυο του χέρια και κοιτάζοντας τον ουρανό, σαν τον βιβλικό Ιώβ, φώναξε: “Θεέ μου παντοδύναμε, τι σου έκανα και μου φέρεσαι έτσι;”

Ο Stuffle δεν ήταν ο μόνος που απέδωσε εκείνη την καταστροφή σε θεϊκή πράξη. Πολλοί πίστεψαν ότι πρόκειται για μια προειδοποίηση για την μέρα της κρίσης που πλησίαζε. Πολλοί άλλοι απέδωσαν ευθύνες στους Ελευθεροτέκτονες που υποτίθεται ότι είχαν ανοίξει τις πύλες της κόλασης και είχαν ελευθερώσει τον σατανά, αλλά είχαν αποτύχει στο να τον ξανακλειδώσουν εκεί.

Κάποιοι άλλοι πάλι πίστεψαν ότι εκείνη τη νύχτα οι Εγγλέζικες νεράιδες είχαν εισβάλει στην Ιρλανδία και είχαν εκδιώξει τις ιρλανδέζικες νεράιδες, οι οποίες είχαν δραπετεύσει ξεσηκώνοντας αυτόν τον τρομακτικό άνεμο ως μέσον μεταφοράς. (Οι Ιρλανδέζικες νεράιδες δεν έχουν φτερά και μπορούν μα πετάξουν χρησιμοποιώντας το sidhe chora -ένα μαγικό άνεμο-σύμφωνα με τις δοξασίες των Ιρλανδών).

Στην πραγματικότητα η Ιρλανδία είχε ζήσει την πιο καταστροφική θύελλα που έχει καταγραφεί ποτέ στην μακραίωνη ιστορία της. Η νύχτα ανάμεσα στην 6η και στη 7η Ιανουαρίου 1839 έμεινε γνωστή  και ως “Oíche na Gaoithe Móire”, η “Νύχτα του Δυνατού Άνεμου” και είχε ως αποτέλεσμα να μείνουν άστεγοι εκατοντάδες χιλιάδες κάτοικοι της και να καταστραφούν οικονομικά πολλοί περισσότεροι. Ακόμα και οι εύποροι Ιρλανδοί δεν γλύτωσαν. Τα μέγαρά τους έχασαν τις οροφές τους και κάποια από αυτά γκρεμίστηκαν .

Εκατομμύρια άγρια πουλιά πέθαναν και εκείνη η άνοιξη ήταν εντελώς σιωπηλή. Ακόμα και τα σπουργίτια και τα κοράκια είχαν σχεδόν εξαφανιστεί. Εκείνη την εποχή η ξυλεία ήταν πολύτιμη Ωστόσο, μετά από τόσα πεσμένα δέντρα, η αξία του ξύλου έπεσε στο μηδέν.

Το Δουβλίνο έμοιαζε με λεηλατημένη πόλη. Ο  ποταμός Liffey είχε υψωθεί πολλά μέτρα και είχε κατακλύσει τις όχθες του. Τα δέντρα των λεωφόρων της πόλης είχαν ισοπεδωθεί εντελώς, το ίδιο και στα πάρκα της. Οι προσόψεις των καταστημάτων έμοιαζαν να έχουν χτυπηθεί από βόμβες.

Όσοι αστυνομικοί σταθμοί δημόσια κτήρια και εκκλησίες έστεκαν ακόμα όρθιες, δέχτηκαν χιλιάδες τρομοκρατημένους κατοίκους που έφεραν τα παιδιά και τους εύθραυστους συγγενείς τους για προστασία. Πολλά καμπαναριά κατέρρευσαν πάνω σε γειτονικά σπίτια. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι ερείπια.

Ο τυφώνας βύθισε επίσης εκατοντάδες καράβια που ταξίδευαν στη θάλασσα. Μόνο στις ακτές πέθαναν 200 ψαράδες. Πτώματα ξεβράζονταν για εβδομάδες στις ακτές.

Σύμφωνα με μεταγενέστερες εκτιμήσεις, εκείνη τη νύχτα πέθαναν 300 με 800 άνθρωποι, ελάχιστοι αν υπολογίσει κανείς την αγριότητα του φαινομένου. Ωστόσο, πολλοί περισσότεροι πέθαναν αργότερα από πνευμονία, από κρυοπαγήματα, από την πείνα ή από το ψυχικό σοκ της εμπειρίας. Ανάμεσα σε αυτούς που χρεοκόπησαν ήταν και εκείνοι που είχαν κρύψει τις οικονομίες τους σε καμινάδες που γκρεμίστηκαν.

Κάποιοι ωφελήθηκαν φυσικά. Ξυλουργοί, σιδηρουργοί, κεραμοποιοί και κατασκευαστές αχυρένιων στεγών που έπρεπε να ξαναφτιάξουν τα πεσμένα κτίρια. Επίσης, το καταστροφικό εκείνο φαινόμενο ενέπνευσε τον Αιδεσιμότατο Romney Robinson του Παρατηρητηρίου Armagh να κατασκευάσει το πρώτο  ανεμόμετρο, μια συσκευή που δεν άργησε να τύχει ευρύτατης αποδοχής.

Στις μέρες μας, όπου επικρατεί μια αυξανόμενη ανησυχία για τα αποτελέσματα της υπερθέρμανσης του πλανήτη μας πάνω στο παγκόσμιο κλίμα, υπάρχει η πεποίθηση πως ένα παρόμοιο καταστροφικό φαινόμενο θα μπορούσε κάποια στιγμή να επαναληφθεί. Ωστόσο πόσοι θυμούνται πραγματικά εκείνη την τρομερή νύχτα του 1839 και τη φρίκη που την περιέβαλλε;

Tags: death , fairies , Ireland , Oíche na Gaoithe Móire , short-story , storm , The Weird Side Daily , wind , αέρας , άνεμος , βροντή , βροχή , γεγονός , διήγημα , Έρικ Σμυρναίος , θάλασσα , θάνατοι , θάνατος , θύελλα , Ιρλανδία , καταιγίδα , καταστροφή , νεκροί , νεράιδες , νησί , νύχτα , Νύχτα του Δυνατού Άνεμου , πλοία , πόλη , σπίτια , σύννεφα , τυφώνας , χωρικοί , ψαράδες

Έρικ Σμυρναίος

Δημοσιεύτηκε 27 Ιανουαρίου, 2021

Σχόλια και απόψεις.

Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.