Εκείνοι

“Με ξανακοίταξαν. Τα μάτια τους έγιναν μαύρα. Από τη μια στιγμή στην άλλη, κόρες και ίριδες ενσωματώθηκαν και κατέλαβαν ολόκληρες τις οφθαλμικές κόγχες τους. Μεταμορφώθηκαν σε μικρές και πανομοιότυπες πύλες που έβγαζαν σ’ ένα άλλο σύμπαν, σκοτεινό, όπου δεν σπιθοβολούσε κανένα αστέρι…”

Διαβάστε στον παρακάτω σύνδεσμο ένα ανατριχιαστικό διήγημα από τον Έρικ Σμυρναίο

14 Ιουλίου 2021

Τα πάντα άρχισαν να κινούνται πολύ αργά και σιωπηλά. Θυμάμαι τη σύγκρουση του σώματός μου πάνω στο καπό του αυτοκινήτου, τον τρόπο που τινάχτηκα ψηλά στον αέρα, σαν παλιά κούκλα που την ξεφορτώνεται ένα μικρό παιδί. Μια αίσθηση περιδίνησης και μετά την άσφαλτο, κρύα και μουσκεμένη από τη βροχή που έπεφτε βαριά.

Δεν ένιωσα πόνο.

Ύστερα, με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, άκουσα από κάπου πολύ μακριά το μακρόσυρτο στρίγκλισμα των φρένων ενός αυτοκινήτου. Φωνές ανθρώπων. Κάποιες κραυγές. Και μετά σιωπή…

Εκείνη η δεύτερη σιωπή είχε μια τρυφεράδα. Απλώθηκε γύρω μου σαν χλιαρή κουβέρτα που έσβησε τη φλόγα του φόβου που είχε σπινθηροβολήσει μέσα μου. Άρχισα να αναλογίζομαι με ένα είδος αποστασιοποιημένης βαριεστιμάρας αυτό που μόλις μου είχε συμβεί. Προφανώς είχα πέσει θύμα τροχαίου ατυχήματος. Διέσχιζα με βιασύνη τη διάβαση πεζών, κυνηγημένος από τη βροχή που έπεφτε από έναν πορτοκαλί ουρανό που αντανακλούσε θολά τα φώτα της πόλης. Κάποιο αυτοκίνητο δεν είχε φρενάρει εγκαίρως. Με είχε χτυπήσει δυνατά. Τώρα ξάπλωνα πάνω στην άσφαλτο, σε στάση εμβρυακή και η βροχή σχημάτιζε αναρίθμητα σιντριβανάκια μπροστά μου, μικροσκοπικούς πίδακες που χοροπηδούσαν σπασμωδικά.

Τι ανόητος που ήμουν! Αν είχα προνοήσει να πάρω μαζί μου μια ομπρέλα, δεν θα έτρεχα σαν παλαβός και τίποτα απ’ όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί. Τώρα θα ήμουν στο σπίτι μου, ασφαλής από την κακοκαιρία. Θα έβλεπα κάποια καλή τηλεοπτική σειρά στο Netflix, αγκαλιά με την αγαπημένη μου κουβέρτα, με μια κούπα ζεστή σοκολάτα στο χέρι. Αν….αν…μα τι σημασία είχε επιτέλους;

Οι σκέψεις μου εστιάστηκαν και πάλι στο παρόν.

Δεν ήμουν μόνος. Γύρω μου έσκυβε μια ομάδα ανθρώπων. Εστίασα το βλέμμα μου επάνω τους, με κάποια δυσκολία, καθώς έπρεπε να τους κοιτάζω με την άκρη των ματιών μου. Οι σιλουέτες τους, κόντρα στην κουρτίνα της βροχής που έπεφτε με αμείωτη ένταση, ήταν δυσδιάκριτες. Εκείνοι πλησίασαν πιο πολύ και οι όψεις τους έγιναν περισσότερο σαφείς, λες και πρόβαλλαν μέσα από τις τολύπες μιας σταχτιάς ομίχλης.

Ανακάλυψα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά μαζί τους. Ενώ φαινομενικά έμοιαζαν με απόλυτα συνηθισμένους ανθρώπους, τα βλέμματά τους είχαν μια πολύ παράξενη ένταση. Καρφώνονταν επάνω μου εντελώς ακίνητα και ατάραχα, σαν να ήταν καμουφλαρισμένες μικροκάμερες. Οι ίριδες των ματιών τους δεν συστέλλονταν ούτε διαστέλλονταν, τα βλέφαρά τους δεν τρεμόπαιζαν, καμία ρυτίδα αγωνίας ή ανησυχίας δεν αυλάκωνε το δέρμα γύρω από τα μάτια τους. Μοιράζονταν όλοι την ίδια απάνθρωπη γαλήνη: Η κυρία με τα λευκά και κοντοκουρεμένα μαλλιά, ο νεαρός με το σκουλαρίκι στο δεξί αυτί, ο καλοξυρισμένος κύριος με το κοστούμι που παρέπεμπε σε τραπεζικό υπάλληλο, η κομψή κοπέλα με την τσάντα που κρεμόταν απ’ το δεξί της ώμο.

Προσπάθησα να τους μιλήσω, να μάθω τι μου είχε συμβεί. Όχι, το γνώριζα ήδη πολύ καλά. Στην πραγματικότητα, ήθελα να μάθω τι ζητούσαν από μένα, καθώς ένα πολύ βαθύ και αρχαίο ένστικτο μου έλεγε ότι δεν ήταν συνηθισμένοι άνθρωποι. Είχαν μαζευτεί γύρω μου για κάποιο πολύ συγκεκριμένο λόγο.

Και τότε ανακάλυψα ότι δεν μπορούσα να κινηθώ καθόλου. Ο χρόνος συνέχισε να κυλάει αργά, αλλά τώρα έμοιαζε να έχει περιλάβει στις αργά περιστρεφόμενες δίνες του και εκείνη την αλλόκοτη παρέα που έσκυβε πάνω απ’ το κουλουριασμένο κορμί μου. Τα βλέμματά τους, εκείνα τα εντελώς ακίνητα και σταθερά μάτια, καρφώνονταν επάνω μου υπολογιστικά, σαν να με ζύγιζαν, σαν να με μελετούσαν.

Εκείνη τη στιγμή τους είδα να αναβλέπουν και να αλληλοκοιτάζονται κάνοντας, και οι τέσσερεις, τις ίδιες πανομοιότυπες κινήσεις. Αλληλοκοιτάχτηκαν ταυτόχρονα, λες και υπάκουαν στις εντολές του ίδιου εγκεφάλου, λες και ήταν τα μέλη κάποιου ασύλληπτου υπερ-οργανισμού που μεταμφιεζόταν σε τέσσερα ανεξάρτητα ανθρώπινα όντα για να περνάει απαρατήρητος.

Με ξανακοίταξαν. Τα μάτια τους έγιναν μαύρα. Από τη μια στιγμή στην άλλη, κόρες και ίριδες ενσωματώθηκαν και κατέλαβαν ολόκληρες τις οφθαλμικές κόγχες τους. Μεταμορφώθηκαν σε μικρές και πανομοιότυπες πύλες που έβγαζαν σ’ ένα άλλο σύμπαν, σκοτεινό, όπου δεν σπιθοβολούσε κανένα αστέρι.

Ο κόσμος έγινε θολός.

Με κυρίευσε ένας παροξυσμός αγωνίας. Έπρεπε να κινηθώ, να ξεφύγω από εκείνα τα απάνθρωπα βλέμματα που καρφώνονταν επάνω μου σαν παγερά νυστέρια.

Εκείνοι, έσκυψαν ακόμα περισσότερο από πάνω μου. Ταυτόχρονα. Σαν τους στήμονες ενός πελώριου σαρκοφάγου φυτού που έχει παγιδεύσει μια νόστιμη λεία. Πίσω από τις πλάτες τους μπορούσαν να διακρίνω αμυδρά τα πρόσωπα άλλων, φυσιολογικών ανθρώπων, που στα μάτια τους διακρίνονταν ο φόβος, ο οίκτος και η περιέργεια. Προσπάθησα για μια ακόμα φορά να τους μιλήσω, να ψιθυρίσω έστω, να ζητήσω βοήθεια, να σπάσω το ξόρκι των εβένινων εκείνων ματιών.

Εκείνη τη στιγμή άστραψαν τα μπλε και κόκκινα φώτα ενός ασθενοφόρου. Ο χρόνος ξανάρχισε να κυλάει. Στιβαρά χέρια τυλίχτηκαν γύρω μου και ένιωσα το σώμα μου να μετακινείται, να ανυψώνεται, να τοποθετείται σε ένα φορείο και να μπαίνει στο λευκό εσωτερικό ενός ασθενοφόρου.

Γνωρίζετε τα υπόλοιπα: Ανάρρωσα σιγά-σιγά, ξανάρχισα να περπατώ και κάποια στιγμή επέστρεψα στην πρότερη ζωή μου. Αλλά ποτέ μου δεν ξέχασα Εκείνους. Τα ανθρωπόμορφα όντα που περιφέρονται ανάμεσα μας, μέσα στις κοσμοπλημμυρισμένες πόλεις μας, και μαζεύονται γύρω απ’ τους ανθρώπους που κινδυνεύουν να πεθάνουν. Εκείνο το βράδυ έμαθα ότι δεν είμαστε μόνοι. Κρυμμένοι στο ανώνυμο πλήθος που γεμίζει τους δρόμους των τεράστιων κυψελών μας κυκλοφορούν κάποιοι Ξένοι. Κάποιοι που ήρθαν από αλλού και κινούνται ανενόχλητοι μέσα στις ρωγμές της θρυμματισμένης καθημερινότητάς μας, αναζητώντας, ποιος ξέρει τι είδους λεία.

Tags: Netflix , The Weird Side Daily , αγωνία , Άνθρωπος , άσφαλτος , ατύχημα , αυτοκίνητο , βλέμμα , βοήθεια , βροχή , γαλήνη , δέρμα , διήγημα , Διήγημα τρόμου , διήγημα φαντασίας , Διηγήματα , δρόμος , Εγκέφαλος , εκείνη , ένστικτο , ένταση , Έρικ Σμυρναίος , ζωή , θύμα , ιστορία , ιστορίες , κόγχες , κόγχη , κυρία , λεία , μάτι , μάτια , μαύρο , μέλη , μέλος , Ξένη , ξένος , ξόρκι , ον , όντα , Παιδί , παιδιά , παρέα , περιέργεια , πλήθος , πύλη , σιωπή , σοκολάτα , σπίτι , σύγκρουση , σύμπαν , σώμα , τροχαίο , Φόβος , φυτό , φωνές , φωνή , χρόνος

Έρικ Σμυρναίος

Δημοσιεύτηκε 14 Ιουλίου, 2021

Σχόλια και απόψεις.

Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.