Αυτός ο χειμώνας ήταν τρομακτικός για μένα… Δεν ήθελα να τελειώσει ποτέ!
Αχ, τι μου έμελλε να πάθω ο δύσμοιρος! Ένας φτωχός παραμυθάς σαν και εμένα δεν έπρεπε να κάνει μεγάλα όνειρα, αλλά ήθελα να μείνω στο παλάτι και να γίνω ο βασιλικός παραμυθάς. Που να ‘ξερα ότι θα έπεφτα σε έναν τόσο ανικανοποίητο και σκληρό βασιλιά;
Όταν πρωτοπήγα στο παλάτι όλα ήταν ρόδινα. Ήταν άνοιξη βλέπετε και την άνοιξη έχω πιο πολύ έμπνευση για ιστορίες, όχι όμως και το χειμώνα. Όταν έφτασα λοιπόν στο παλάτι και μίλησα με τον βασιλιά, εκείνος μου είπε:
«Αν θέλεις να γίνεις βασιλικός παραμυθάς πρέπει να μου πεις πεντακόσιες ιστορίες μέσα στο χειμώνα».
«Πεντακόσιες ιστορίες βασιλιά μου; Μα είναι πολλές και ο χειμώνας κρατάει λίγο», απάντησα τραυλίζοντας. Δεν καταλάβαινα το λόγο, σύντομα όμως κατάλαβα.
«Το χειμώνα έχω δύσκολο ύπνο και δεν μπορώ να κοιμηθώ. Κανένα βοτάνι δεν με ηρεμεί και δεν με κοιμίζει περισσότερο από τις ιστορίες. Αν καταφέρεις να μου πεις πεντακόσιες ιστορίες μέσα στο χειμώνα θα σε κάνω βασιλικό παραμυθά και όχι μόνο. Θα σου δώσω για γυναίκα σου μια από τις κόρες μου!»
Ήταν δελεαστική η πρότασή του. Η μεσαία κόρη ήταν όμορφη, είχε δέρμα λευκό σαν το χιόνι, καταγάλανα μάτια σαν τον ουρανό και μακριά μεταξένια μαλλιά. Το πρόβλημα ήταν ότι ήμουν νέος παραμυθάς και δεν ήξερα τόσες πολλές ιστορίες. Ήξερα όσες μου ‘χε μάθει ο πατέρας μου και όσες διάβασα στα βιβλία. Αυτό που με έκανε καλό παραμυθά ήταν ο τρόπος που διηγιόμουν τις ιστορίες. Είχα το ταλέντο να μαγεύω κάθε αυτί που με ακούει. Δεν είχε σημασία η ηλικία, νέος, γέρος, παιδί, όλοι απολάμβαναν τις ιστορίες μου. Ακόμα ήμουν καλός στο να πλάθω ιστορίες, αλλά το κακό ήταν ότι δεν είχα έμπνευση το χειμώνα. Είχα μάθει από παιδί πως ο χειμώνας ήταν σκληρός και άκαρδος. Τέτοια εποχή πέθανε η οικογένειά μου.
Πρώτα πέθανε η μητέρα μου από το κρύο και μετά ο πατέρας μου από αρρώστια. Για μένα ο χειμώνας ήταν πολύ ψυχοφθόρος.
Κάθε μέρα έλεγα στο βασιλιά όσες περισσότερες ιστορίες μπορούσα. Είχα ξεπεράσει τον εαυτό μου και ο βασιλιάς χαιρόταν που επιτέλους μπορούσε να κοιμηθεί γαλήνια το χειμώνα.
Όμως ο παγερός χειμώνας τελείωνε και εγώ είχα μείνει στις τετρακόσιες ενενήντα εννέα ιστορίες. Όλα τέλειωσαν, σκέφτηκα, αυτό ήταν! Δεν είχα τίποτε άλλο να δώσω. Είχα καταφέρει να φτάσω στο τέλος, μια ιστορία παρέμενε να ξεστομίσω από τα ξερά, ταλαιπωρημένα μου χείλη. Όμως τίποτα δεν μου ερχόταν στο μυαλό. Ο βασιλιάς είχε αρχίσει να θυμώνει που δεν μπορούσα να βρω άλλη ιστορία.
«Αν δεν μου πεις μια τελευταία ιστορία πριν τελειώσει ο χειμώνας θα σε αποκεφαλίσω!» Δεν ξέρω αν το εννοούσε, αλλά σίγουρα ήταν πειστικός όταν το ‘λεγε.
Έσπαγα το κεφάλι μου, αλλά λύση δεν έβρισκα. Μια μέρα ακόμα μου είχε απομείνει για να βρω μια ιστορία… Πήγα και έκατσα απεγνωσμένος στον σκεπασμένο από το απαλό χιόνι κήπο του παλατιού. Εκεί που καθόμουν και αγνάντευα τις νιφάδες να πέφτουν, θυμήθηκα μια ιστορία που δεν είχα πει ακόμη…
Τη δική μου!
ΤΕΛΟΣ
Tags: castle , fairytale , fantasy , Flash-fiction , king , short-story , snow , story , winter , παραμύθι , φαντασία , χειμώνας
Σχόλια και απόψεις.
Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.