”Ο αέρας λυσσομανούσε στα παραθυρόφυλλα του σπιτιού του Γουίλιαμ και αυτός δεν μπορούσε να κλείσει μάτι με τίποτα. Κοιτούσε το ταβάνι και τους τοίχους και παρατηρούσε το πως τα ρούχα του έπαιρναν σχήματα μέσα στο σκοτάδι. Το παλτό του που ήταν κρεμασμένο στον καλόγερο δίπλα από την πολυθρόνα του γινόταν ένας υψηλόσωμος άντρας που τον κοιτούσε επίμονα χωρίς να κουνιέται.”
Κάτω από τα πόδια τους, ξερόφυλλα διαλύονταν κι ο τριγμός τους αντηχούσε ολόγυρα στα δέντρα. Ο καλόγερος βάδιζε μπροστά. Ξοπίσω του βάδιζε ο Δαίμονας. Ανάμεσα τους μιαν αλυσίδα. Τη βαστούσε ο καλόγερος και με τα δυο του χέρια, το μέταλλο είχε αρχίσει να του πληγιάζει τις παλάμες, αλλά δεν θα την άφηνε…
ΣΕΛΙΔΑ 1 / 1
Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.