Συνέντευξη με τη συγγραφέα Natasha Mostert

“Δεν ψάχνω ποτέ ενεργά για έμπνευση αλλά διαβάζω πολλά μη λογοτεχνικά έργα. Με ενδιαφέρει ιδιαίτερα το shadowy borderland όπου η επιστήμη και ο μυστικισμός δίνουν τα χέρια. Έτσι, συνήθως ξεκινά, όταν διαβάζω κάτι που ερεθίζει την φαντασία μου και με ωθεί να κάνω έρευνα. Το βιβλίο μου “Dark Prayer” π.χ. το εμπνεύστηκα από ένα άρθρο των New York Times…”

Αγαπητή Νατάσα, καταρχάς να σε ευχαριστήσω για τη συνέντευξη αυτή. Είναι τιμή μου. Θα ξεκινήσω με μια αγαπημένη μου ερώτηση: Τι σε ώθησε να αφιερωθείς στη συγγραφή; Ποιο ήταν το κίνητρο που σε οδήγησε να γίνεις συγγραφέας;

Πάντα ήθελα να γράψω και ξεκίνησα να γράφω διηγήματα στην ώριμη ηλικία των έξι! Αλλά στα είκοσί μου αποφάσισα να σπουδάσω λεξικογραφία και να γράφω λεξικά. Όλες εκείνες οι υπέροχες λέξεις… Σκέφτηκα ότι θα ήταν ένας τέλειος τρόπος για να βγάζει κανείς τα προς το ζην. Τελικά αυτό δεν έγινε, ευτυχώς. Αλλά έκανα πολλές διαφορετικές δουλειές προτού νιώσω οικονομικά ασφαλής για να πάρω έναν χρόνο άδεια για να γράψω ένα μυθιστόρημα full-time και να δω αν μπορεί να εκδοθεί.

Αν μπορούσες να ξεχωρίσεις κάποιο από τα λογοτεχνικά παιδιά σου, ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;

To “Mindwalker” βρίσκεται πιο κοντά στην καρδιά μου. Αν και πιθανώς η πιο σκοτεινή από τις ιστορίες μου, είναι επίσης η πιο ρομαντική και διαδραματίζεται στο αγαπημένο μου μέρος σε όλο τον κόσμο –τη Ναμίμπια. Μια αχανής χώρα με μόνο ενάμιση εκατομμύριο κατοίκους, η Ναμίμπια έχει την παλαιότερη έρημο στον κόσμο με τους ψηλότερους αμμόλοφους. Ο νυχτερινός ουρανός δεν μοιάζει με τίποτα από όσα έχεις δει. Η Ακτή του Σκελετού απλώνεται παρθένα για 500 χιλιόμετρα και μπορεί κανείς ακόμα να βρει τα κόκαλα των θαλασσοτσακισμένων ναυτών θαμμένα στην χλωμή άμμο. Ο ήρωάς μου, ο Adam Buchanan, που είναι φυγάς, φτιάχνει το σπίτι του σε μία από τις πολλές πόλεις-φαντάσματα, όπου γράφει γράμματα σε μια γυναίκα που δεν έχει ποτέ συναντήσει, μα που ξέρει πως μένει ως επιστάτρια σε ένα εγκαταλελειμμένο αρχοντικό, στο οποίο είχε ο ίδιος μεγαλώσει. Και οι δύο χαρακτήρες είναι βαθιά προβληματικοί –ίσως για αυτό τους αγαπώ τόσο πολύ- και η ιστορία τους είναι πολύ θλιμμένη.

Αλλά όλα μου τα βιβλία είναι ξεχωριστά για μένα με τον ένα τρόπο ή τον άλλο.

Το “The Midnight Side”, η ιστορία μου με φαντάσματα, ήταν το μυθιστορηματικό ντεμπούτο μου και για αυτό κρατά ένα ιδιαίτερο μέρος από την τρυφερότητά μου. To “Season Of The Witch” (Η Εποχή των Μαγισσών) έχει βραβευτεί και πάντα θα είμαι ευγνώμων στις μάγισσές μου. Το “The Keeper” είναι ίσως το πιο προσωπικό, καθώς είναι ένα θρίλερ με πολεμικές τέχνες, οι οποίες είναι μεγάλο κομμάτι της ζωής μου εδώ και 19 χρόνια. Η ηρωίδα του «Dark Prayer” είναι πιθανώς η αγαπημένη μου, καθότι είναι η πιο πολυσύνθετη –μια διχασμένη προσωπικότητα στο στην πιο αληθινή αίσθηση του κόσμου. Και το “The Other Side Of Silence”, νομίζω, έχει την πιο ενδιαφέρουσα ιστορία στο βάθος και την πιο φιλόδοξη σε εμβέλεια. Αλλά δεν εκδίδεται πια και είναι ξεπερασμένο και πρέπει να του δώσω ένα αργοπορημένο face-lift!

Εκτός από τη συγγραφή, ασχολείσαι και με κάτι άλλο; Υπάρχει και κάποια άλλη τέχνη με την οποία καταπιάνεσαι;

Τα τελευταία χρόνια έχω επεκταθεί και στη συγγραφή σεναρίων, που είναι και πάλι συγγραφή, αλλά χρειάζεται διαφορετικό σετ ικανοτήτων. Μια συγγραφέας είναι βασίλισσα του κάστρου της. Ναι, έχεις έναν επιμελητή αλλά στο τέλος είναι δική σου ιστορία, δικό σου όραμα και δική σου φωνή. Ένας σεναριογράφος είναι ένα συγγραφέας που προσλαμβάνεται και πρέπει να γράφει με οδηγίες.  Το να γράφει κανείς σενάριο είναι μια συλλογική εμπειρία. Πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τις παρατηρήσεις των παραγωγών και του σκηνοθέτη και συχνά δουλεύουν στο πρότζεκτ περισσότεροι από ένας συγγραφείς. Η συγγραφή σεναρίου είναι επίσης μια «ανέμελη» διαδικασία. Μπορεί να χρειαστούν πολλά χρόνια πριν γυριστεί η σειρά ή η ταινία σου. Και πολύ συχνά το πρότζεκτ σου μένει στο ράφι. Παρόλο που ακόμα κι έτσι πληρώνομαι, είναι στενάχωρο όταν συμβαίνει και απογοητευτικό. Αλλά είναι ένας συναρπαστικός κόσμος και το απολαμβάνω.

Το άλλο πάθος μου είναι το kick boxing! Αν κάνεις μια καθιστική εργασία όπως εγώ, χρειάζεσαι κάτι εκρηκτικό, φυσικό και με ένταση για να μένεις σε ισορροπία. Παραδέχομαι πως με έχει βάλει σε μπελάδες ανά τα χρόνια με πολλούς τραυματισμούς –έσπασα ακόμα και τον αστράγαλό μου. Αλλά το αγαπώ. Δυστυχώς, δεν έχω βρεθεί σε ένα ντότζο από την αρχή της πανδημίας. Ανυπομονώ να επιστρέψω.

Από πού αντλείς έμπνευση για τα βιβλία σου;

Δεν ψάχνω ποτέ ενεργά για έμπνευση αλλά διαβάζω πολλά μη λογοτεχνικά έργα. Με ενδιαφέρει ιδιαίτερα το shadowy borderland όπου η επιστήμη και ο μυστικισμός δίνουν τα χέρια. Έτσι, συνήθως ξεκινά, όταν διαβάζω κάτι που ερεθίζει την φαντασία μου και με ωθεί να κάνω έρευνα. Το βιβλίο μου “Dark Prayer” π.χ. το εμπνεύστηκα από ένα άρθρο των New York Times, το οποίο διάβασα τυχαία και που μιλάει για την ανακάλυψη  του μορίου μνήμης PKMzeta. Οι ερευνητές βρίσκονται πολύ κοντά στο σημείο να μπορέσουν να διαγράψουν πολύ συγκεκριμένες μνήμες, απλώς αλλάζοντας μια ουσία στον εγκέφαλο. Όταν επιτευχθεί αυτός ο στόχος, το θύμα του βιασμού και ο βετεράνος πολέμου δε θα υποφέρουν πια από τραυματικές μνήμες και εδραιωμένες αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές όπως ο εθισμός ίσως θεραπευτούν. Όμως η ανάποδη πλευρά του νομίσματος δεν είναι τόσο λαμπερή. Αν μπορούμε να απαλλαχτούμε από προβληματικές αναμνήσεις, θα μπορούσε αυτό να μας δελεάσει να εμμείνουμε σε καταστροφικές συμπεριφορές απλά επειδή παίρνουμε ένα χάπι και τις ξεχνάμε; Και πώς επιδρά η αλλοίωση της μνήμης στην αίσθηση της ταυτότητας; Βρήκα αυτές τις ερωτήσεις πολύ ενδιαφέρουσες κι έτσι αποφάσισα να γράψω το “Dark Prayer” σαν μια ιστορία γύρω από μια από τις πιο σπουδαίες προκλήσεις του 21ου αιώνα: το μυστήριο της μνήμης ως κλειδί για αυτό που είμαστε.

Όταν τελειώνω την έρευνά μου –κι αυτό μπορεί να πάρει πολλούς μήνες- ξεκινώ να φτιάχνω τον κόσμο και να τον εποικίζω με τους χαρακτήρες μου. Όταν φτάνω σε αυτό το σημείο, οι ήρωες γίνονται καίριοι. Μπορεί να έχεις την πιο ενδιαφέρουσα ιδέα σαν βάση για την ιστορία σου, αλλά αν οι αναγνώστες δε νοιάζονται βαθιά για τους χαρακτήρες και τι θα τους συμβεί, το βιβλίο θα αποτύχει. Και βεβαιώνομαι ότι πριν γράψω τις λέξεις «ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ», ξέρω τα πάντα για αυτούς: από τι νούμερο παπούτσι φοράνε μέχρι τα πάθη και τα ψέματα που δεν παραδέχονται ούτε στους εαυτούς τους.

Ως αναγνώστρια τι είδους βιβλία προτιμάς; Ποιος είναι ο αγαπημένος σου συγγραφέας;

Είμαι εκλεκτική αναγνώστρια και θα διαβάσω όλα τα είδη –crime, φαντασία, SF, θρίλερ- καθώς και κλασική λογοτεχνία. Αγαπημένος συγγραφέας; Α, θα ήταν αδύνατον να πω, καθώς αγαπώ πολλούς συγγραφείς και βιβλία. Αλλά «Η πλατιά θάλασσα των Σαργασσών» της Τζην Ρις είναι το μυθιστόρημα που πιάνω όταν νιώθω ότι η πρόζα μου ταγκίζει. Είναι μια ιστορία που σε στοιχειώνει, γραμμένη στην πιο όμορφη γλώσσα. Υπάρχουν δύο φράσεις που συνοψίζουν την ομορφιά του: «Ήταν ένα πανέμορφο μέρος –άγριο, ανέγγιχτο, πάνω από όλα ανέγγιχτο, με ένα εξωπραγματικό, ανησυχητικό, μυστικό κάλλος. Και κράτησε το μυστικό του». Κάθε φορά που το τελειώνω, νιώθω σαν να έχω επισκεφτεί ένα μαγικό μέρος που θα συνεχίσει να με μαγεύει όσες φορές κι αν το επισκέπτομαι, ακόμα κι αν παραμένει ολότελα μυστήριο. Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες είναι άλλος ένας συγγραφέας που θαυμάζω –ήταν πραγματικά ο άρχων της «ποιητικής πίστεως». Όνειρα, καθρέπτες, λαβύρινθοι, βιβλιοθήκες- τα διηγήματά του είναι μαγευτικά. Του είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων, καθώς «ο Πύργος της Βαβέλ» μου έδωσε έμπνευση για το Παλάτι Μνήμης στην «Εποχή των Μαγισσών». Ο Στίβεν Κίνγκ έχει ξεχωριστή σχέση με τη γλώσσα και «η Λάμψη» είναι αριστούργημα. Το “Dune” του Φρανκ Χέμπερτ ακόμα με συναρπάζει και με εκπλήσσει όπως έκανε και την πρώτη φορά που το διάβασα ως έφηβη και έγινα φαν των Bene Gesserit.

Πού γράφεις συνήθως; Έχεις κάποιο αγαπημένο μέρος;

Γράφω στο γραφείο μου! Είμαι πειθαρχημένη συγγραφέας, όχι ευκαιριακή και ξεκινάω αμέσως μόλις φτάνω στη δουλειά. Για να πω την αλήθεια, ζηλεύω τους συγγραφείς που ακολουθούν την Μούσα τους και τελειώνουν τα βιβλία τους γράφοντας μόνο όταν έχουν έμπνευση. Δυστυχώς, δε νομίζω ότι θα τελειώσω ποτέ τίποτα αν περιμένω μέχρι να μου έρθει η διάθεση ή αν κάθομαι στην παραλία ή σε κάποια καφετέρια.

Έχεις κάποιο καινούργιο βιβλίο στα σκαριά; Αν ναι, θα ήθελες να μας πεις δύο λόγια για αυτό; Τι πραγματεύεται;

Ξεκίνησα να δουλεύω ένα καινούργιο μυθιστόρημα με τίτλο “Whisper”, πριν από τρία χρόνια. Είναι η ιστορία μιας γυναίκας χαμαιλέοντα με ικανότητα προσαρμογής σε πολλές διαφορετικές προσωπικότητες. Είναι επίσης εξαιρετική δηλητηριάστρια… Δυστυχώς, λόγω των σεναριακών υποχρεώσεών μου έχει μείνει πίσω. Είμαι σχεδόν στη μέση και πρέπει οπωσδήποτε να επιστρέψω στην ιστορία προτού οι χαρακτήρες εξασθενίσουν στη μνήμη μου.

Κλείνοντας, θα ήθελες να πεις κάτι στους Έλληνες αναγνώστες και φανς σου;

Μου προκαλεί ενθουσιασμό να ξέρω πως υπάρχουν αναγνώστες, χιλιάδες μίλια μακριά, στην ηλιόλουστη Ελλάδα που διαβάζουν τα βιβλία που έγραψα εγώ στο βροχερό Λονδίνο. Σας ευχαριστώ! Σε έναν κόσμο με τόσους περισπασμούς, είναι τεράστιο κομπλιμέντο το γεγονός πως είναι κάποιος πρόθυμος να αφιερώσει χρόνο από την πολυάσχολη ζωή του παρέα με τους χαρακτήρες που εγώ δημιούργησα.

Σε ευχαριστώ πολύ για αυτή την όμορφη συνέντευξη και τον πολύτιμο χρόνο σου. Σου ευχόμαστε να συνεχίζεις να μας χαρίζεις όμορφες λογοτεχνικές στιγμές!

Tags: Author , books , Dark Prayer , Interview , Mindwalker , Natasha Mostert , Season Of The Witch , The Keeper , The Midnight Side , The Other Side Of Silence , windwalker , writer , βιβλία , Έμπνευση , Η Εποχή των Μαγισσών , ήρωες , θρίλερ , Λογοτεχνία , Μυθιστόρημα , σενάριο , Συγγραφέας , Συνέντευξη , φαντασία , χαρακτήρες

Ιωάννα Τσιάκαλου

Δημοσιεύτηκε 17 Μαΐου, 2021

Σχόλια και απόψεις.

Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.