Το πιο συμπαγές και απαραβίαστο φράγμα που υψώνεται μπροστά στην αντίληψη του ανθρώπου είναι η άγνοια του ως προς το τι του συμβαίνει όταν τελικά πεθαίνει. Παύουμε απλά να υπάρχουμε; Ξαναγεννιόμαστε σε καινούργια σώματα; Μεταφέρεται η ψυχή μας σε κάποιο άλλο πεδίο ύπαρξης; Και καταρχήν, υπάρχει μέσα μας κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «ψυχή;» Αυτά είναι κάποια μόνο απ’ τα πάμπολλα ερωτήματα που έχουν απασχολήσει, και εξακολουθούν να απασχολούν, την ανθρωπότητα απ’ την αυγή της ιστορίας της. Το βασίλειο του θανάτου είναι το απόλυτο αίνιγμα, μια περιοχή περισσότερο απροσπέλαστη κι απ’ το ψηλότερο βουνό, την πιο βαθιά άβυσσο του ωκεανού, πιο μακρινή και απ’ τις παρυφές του ηλιακού μας συστήματος. Είναι ένα μυστήριο που δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να ξεδιαλύνουμε, προτού κάνουμε το τελικό ταξίδι που μας οδηγεί στην αγκαλιά του. Επειδή όμως η ανθρωπότητα απεχθάνεται τα αναπάντητα ερωτήματα, και πόσο μάλλον αυτά που αφορούν το κάθε μέλος της, στο διάβα των αιώνων οικοδομήθηκαν αναρίθμητες θρησκείες δοξασίες και φιλοσοφικά συστήματα που αποπειράθηκαν να ρίξουν ένα λίγο πολύ δογματικό και «εξ’ αποκαλύψεως» φως στο αδυσώπητο εκείνο σκοτάδι και να κατευνάσουν τις υπαρξιακές αγωνίες του κάθε –στοιχειωδώς έστω-σκεπτόμενου Homo sapiens.
Ωστόσο, στις μέρες μας, η αλματώδης εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας που μας προσφέρει για πρώτη φορά τη δυνατότητα να εξερευνήσουμε τα όρια της συνείδησής μας, έχει αλλάξει αυτά τα δεδομένα. Ένα καινούργιο ερώτημα αναδύεται μπροστά μας: Μπορούμε να αποδείξουμε επιστημονικά και να επαληθεύσουμε πειραματικά το τι μας συμβαίνει μετά το θάνατο; Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την ανεπτυγμένη γνώση και την τεχνολογία μας για να βάλουμε τέλος στους πανάρχαιους καυγάδες των ιερέων και των φιλοσόφων πάνω στο φαινόμενο του θανάτου; Κάποιοι ανάμεσα μας φαίνεται να το πιστεύουν. Στη σημερινή εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων, τώρα που ξεκλειδώνουμε τα μυστικά του σύμπαντος, έχουν υπάρξει απόπειρες να μελετήσουμε επιστημονικά τι μας συμβαίνει όταν πεθαίνουμε. Ωστόσο, αυτές οι προσπάθειες δεν χαίρουν ευρείας αποδοχής, ίσως εξαιτίας των συγκλονιστικών επιδράσεων που θα είχαν τέτοιου είδους ανακαλύψεις στις κοσμοθεωρίες και στα υπαρξιακά αξιώματα που διαμορφώνουν τον σύγχρονο πολιτισμό μας. Σε μια σχετική έρευνα που έγινε το 1982, μόνο το 16% των αναγνωρισμένων επιστημόνων όλων των επιστημονικών κλάδων θεώρησαν ότι θα μπορούσε να υπάρχει κάποιου είδους μεταθανάτιας ζωής ενώ από αυτούς, μόνο ένα 4% θεώρησαν ότι θα καταφέρουμε ποτέ να αποδείξουμε επιστημονικά κάτι τέτοιο. Αυτή η γενικά αρνητική στάση και έλλειψη ενδιαφέροντος παρεμποδίζει τις προσπάθειες εκείνων που προσπαθούν στα σοβαρά να μελετήσουν την επιθανάτια ζωή καθώς δύσκολα εξασφαλίζουν επιχορηγήσεις για τις έρευνες τους ενώ κινδυνεύουν και απ’ το διασυρμό των συναδέλφων τους.
Παρόλα αυτά, τα παραπάνω αποκαρδιωτικά ποσοστά αλλάζουν: Σε μια παρόμοια έρευνα που έγινε το 2005, το 59% των Αμερικανών γιατρών δήλωσαν ότι αποδέχονται πλέον την ύπαρξη κάποιας μεταθανάτιας ύπαρξης. Αυτό το υψηλό ποσοστό ανάμεσα στους Αμερικανούς γιατρούς οφείλεται στην αλληλεπίδρασή τους με τους ασθενείς που βίωσαν επιθανάτιες εμπειρίες. Οι εν λόγω ασθενείς αναφέρουν ότι μετά τον κλινικό τους θάνατο διατήρησαν κάποιου είδους επίγνωσης, ανεξάρτητα από το πολιτισμικό τους υπόβαθρο ή τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Τέτοιου είδους εμπειρίες αναφέρονται από ένα πολύ μεγάλο αριθμό ασθενών, περίπου 200.000 το χρόνο μόνο στις ΗΠΑ και από εκατομμύρια άλλους στον υπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο. Οι πιο συνηθισμένες αφηγήσεις περιέχουν τα στοιχεία της αίσθησης του αποχωρισμού από το σώμα, της αιώρησης, της παρατήρησης του δωματίου και του σώματος από ψηλά, της θέασης ενός δυνατού φωτός, μιας αίσθησης γαλήνης και αγάπης ή τη συνάντηση με νεκρούς συγγενείς και αγαπημένους φίλους. Κατά τη διάρκεια μιας σοβαρής έρευνας που διενεργήθηκε από μια ομάδα επιστημόνων υπό την εποπτεία του Δόκτορα Berthold Ackermann, συγκεντρώθηκαν παρόμοιες εμπειρίες από εκατοντάδες ασθενείς. Το τελικό συμπέρασμα ήταν ότι οι αφύσικες ομοιότητες ανάμεσα σ’ ένα μεγάλο αριθμό αναφορών από ανθρώπους που ανήκουν σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι διατήρησαν τη συνείδησή τους μετά το θάνατο, σημαίνει ότι το συγκεκριμένο φαινόμενο χρήζει περαιτέρω έρευνας. Δηλαδή, ότι μετά την έλευση του κλινικού θανάτου, όταν δηλαδή η εγκεφαλική δραστηριότητα του ασθενούς παύει να υφίσταται κάτι παράξενο συμβαίνει. Μάλιστα, η παρουσία αυτών των ταυτόσημων οραμάτων σε ανθρώπους που ήταν κλινικά νεκροί, και τα οποία παραμένουν λίγο πολύ αναλλοίωτα στο πέρασμα των αιώνων, ανεξάρτητα από τη διαδοχή θρησκειών και ιδεολογιών, έχει πείσει ορισμένες ομάδες ερευνητών ότι θα μπορούσε να αποτελεί ένδειξη για την ύπαρξη μιας άγνωστης δυαδικότητας ανάμεσα στο βιολογικό μυαλό και στην συνείδηση ή τουλάχιστον μιας βιολογικής διαδικασίας για την οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα ακόμα.
Πολλές από τις μελέτες που έχουν ασχοληθεί με την παρατήρηση και την αντικειμενικοποίηση των επιθανάτιων εμπειριών, έχουν επικεντρωθεί στους ανθρώπους που έπαθαν καρδιακή ανακοπή. Αυτό συμβαίνει γιατί οι συγκεκριμένοι ασθενείς βρίσκονται σ’ ένα εντελώς ελεγχόμενο κλινικό περιβάλλον και έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να επιστρέψουν απ’ τον θάνατο. Μια τέτοια μελέτη διεξήχθη στην Ολλανδία από τον ερευνητή Pim van Lommel, στο Νοσοκομείο Rijnstate το 2001 και τα αποτελέσματά της παρουσιάστηκαν στη Βρετανική Ιατρική εφημερίδα Lancet. Επικεντρώθηκε σε 344 ασθενείς οι οποίοι είχαν πάθει καρδιακή προσβολή σε σημείο του να είναι κλινικά νεκροί και μετά επανήλθαν επιτυχώς στη ζωή. Η μελέτη αφορούσε ένα ερωτηματολόγιο που δόθηκε στους ασθενείς μια βδομάδα μετά την επαναφορά τους. Σε ποσοστό 18% οι εν λόγω ασθενείς ισχυρίστηκαν ότι βίωσαν κάποιας μορφής επίγνωση απ’ τη στιγμή που ήταν κλινικά νεκροί, δηλαδή ακόμα και όταν το μυαλό τους είχε σταματήσει εντελώς να δουλεύει, λόγω έλλειψης οξυγόνου. Σε ποσοστό 12% ανέφεραν κλασσικές επιθανάτιες εμπειρίες όπως για παράδειγμα μετακινήσεις μέσα σε σήραγγες φωτός και συναντήσεις με νεκρούς συγγενείς και φίλους. Η γεμάτη λεπτομέρειες, διαυγής, ζωντανή ανάμνηση αυτών των οραμάτων μοιάζει να μην ανταποκρίνεται στην ιδέα ότι ήταν κάποιου είδους παραίσθησης που προκλήθηκε από έλλειψη οξυγόνου. Η παραπάνω μελέτη δεν κατέληξε ωστόσο σε συγκεκριμένα συμπεράσματα ως προς την ύπαρξη της ψυχής ή μιας μεταθανάτιας ζωής, ούτε πρότεινε κάποια συγκεκριμένη μέθοδο για τη μελέτη μιας πιθανής μεταθανάτιας ύπαρξης.
Ένα ανάλογο εγχείρημα έγινε το 2003 από τον δόκτορα Peter Fenwick, έναν νευροψυχίατρο στο King’s College του Λονδίνου, ο οποίος ερεύνησε τις εμπειρίες ασθενών που έπαθαν καρδιακή ανακοπή στην Αγγλία. Κατά τη διάρκεια της έρευνας του, πάνω από 60 ασθενείς που υπέστησαν καρδιακή ανακοπή στο Southampton General Hospital ρωτήθηκαν ως προς τις εμπειρίες τους καθώς είχαν υπάρξει εγκεφαλικά νεκροί. Από αυτούς, 7 θυμόντουσαν πολύ καλά εμπειρίες αποκοπής από το σώμα τους, να μπαίνουν σε μια κατάσταση ειρήνης και αγάπης, να συναντούν νεκρούς αγαπημένους και να ταξιδεύουν μέσα από μια μυστηριώδη σήραγγα φωτός. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι ασθενείς ήταν κλινικά νεκροί για αρκετά λεπτά που σημαίνει ότι αυτές οι εντυπώσεις δεν ήταν αποτελέσματα βιολογικών διεργασιών ή κόλπα του μυαλού. Επισημαίνεται ότι ύστερα από μια καρδιακή ανακοπή, χάνεται η συνείδηση μέσα σε 8 δευτερόλεπτα. Μέσα σε 11 δευτερόλεπτα τα εγκεφαλικά κύματα γίνονται επίπεδα και μέσα σε 18 δευτερόλεπτα δεν υπάρχει πιθανότητα να μπορεί το μυαλό να δημιουργήσει μια εικόνα του κόσμου, επομένως δεν λειτουργεί πια. Ωστόσο, κάθε φορά που ρωτήθηκαν αυτοί οι άνθρωποι πότε έλαβαν χώρα οι επιθανάτιες εμπειρίες τους, ισχυρίστηκαν ότι συνέβη όταν έχασαν την συνείδησή τους. Αν είναι αλήθεια αυτό, τότε οι εμπειρίες τους έλαβαν χώρα όταν δεν υπήρχε τροφοδοσία αίματος στον εγκέφαλο και αυτό σημαίνει ότι η συνείδηση μπορεί να υπάρξει ανεξάρτητα από τον εγκέφαλο. Μια επίσης υπερφιλόδοξη επιστημονική μελέτη που ξεκίνησε το 2008, είχε το όνομα «Τhe AWARE study» (“AWAreness during REsuscitation”). Υπό την επίβλεψη του Sam Parnia, ενός βοηθού καθηγητή φαρμακολογίας στο State University της Νέας Υόρκης, και με συνεργάτη τον Δόκτορα Fenwick, η μελέτη αποσκοπούσε στη χρησιμοποίηση της μοναδικής οπτικής εκείνων των ανθρώπων που πέρασαν «στην άλλη πλευρά» και επέστρεψαν για να αφηγηθούν τις εμπειρίες τους. Δύο χιλιάδες εξήντα άνθρωποι που υπέστησαν καρδιακή ανακοπή μελετήθηκαν σε μια χρονική περίοδο 4 ετών σε 15 νοσοκομεία της Αγγλίας των ΗΠΑ και της Αυστρίας.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, τηρήθηκε μια αυστηρά επιστημονική μεθοδολογία προκειμένου να αποκλειστούν ισχυρισμοί ότι τα συμπεράσματά της βασίζονταν αποκλειστικά και μόνο σε υποκειμενικές εντυπώσεις και επομένως ήταν ανεπαρκή ως αποδεικτικά στοιχεία. Το 40% των ερωτηθέντων ανέφεραν ότι διατηρούσαν κάποια μορφή συνείδησης αφού είχαν χαρακτηριστεί κλινικά νεκροί και είχαν πάψει να παρουσιάζουν εγκεφαλική δραστηριότητα. Περιέγραψαν μια αίσθηση εγρήγορσης που δεν θα έπρεπε να υπάρχει. Αυτή η μορφή της συνείδησης διέφερε από άτομο σε άτομο γιατί κάποιοι την περιέγραφαν ως μια αίσθηση επίγνωσης χωρίς συγκεκριμένες αναμνήσεις, ενώ άλλοι ανέφεραν ζωηρά φώτα, την αίσθηση της αιώρησης ή της βύθισης, καθώς και την αίσθηση του χρόνου να επιταχύνεται ή να επιβραδύνεται. Πολλοί από τους ασθενείς περιέγραψαν μια γενικότερη αίσθηση ειρήνης κατά τη διάρκεια της περιπέτειάς τους. Σε κάποιες πιο δραματικές αφηγήσεις, περιέγραψαν τις εικόνες ζώων, οικογενειακών προσώπων και κάποια μορφή «μυστικιστικής παρουσίας». Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στις περιγραφές που να βασίζονται στην ηλικία ή στο φύλο των ασθενών. Επιπρόσθετα, ένα 13% αυτών που εξετάστηκαν, ισχυρίστηκαν ότι διαχωρίστηκαν από τα σώματά τους κατά τη διάρκεια του θανάτου τους.
Σε μια περίπτωση ένας κοινωνικός λειτουργός ηλικίας 57 ετών ισχυρίστηκε ότι αιωρήθηκε γύρω στο δωμάτιο και είδε το προσωπικό του νοσοκομείου να προσπαθεί να τον επαναφέρει. Η ανάμνησή του ήταν τόσο λεπτομερειακή και ζωντανή που θυμόταν με λεπτομέρειες την εξωτερική εμφάνιση των γιατρών και των νοσοκόμων, καθώς και τους ήχους που έβγαζαν τα διάφορα ιατρικά μηχανήματα που βρίσκονταν μέσα στο δωμάτιο. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος είχε παραμείνει κλινικά νεκρός για 3 λεπτά κάτι που αποκλείει την πιθανότητα απλά να είχε παραισθήσεις. Υπάρχει μάλιστα η πιθανότητα μόνο το 40% των ασθενών να αναφέρουν τέτοιες εμπειρίες γιατί πολλοί δεν τις θυμούνται εξαιτίας των παρενεργειών των ηρεμιστικών, των φαρμάκων ή της εγκεφαλικής βλάβης που έπαθαν λόγο της έλλειψης οξυγόνου. Σε μια παρόμοια έρευνα που έκανε ο Dr. Alexander Batthyany στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, βρέθηκε ότι σε μερικές περιπτώσεις ασθενείς με προχωρημένο Alzheimer επέστρεψαν σε μια κατάσταση απόλυτης διαύγειας λίγο πριν πεθάνουν, ενώ είχαν τόσο σοβαρά συμπτώματα που οι εγκέφαλοί τους δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν σχεδόν καθόλου. Η μελέτη κάλυψε 227 ασθενείς, και στο 10% των περιπτώσεων, άτομα που μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν χάσει κάθε μορφής διανοητικής δραστηριότητας, επέδειξαν μια έξαρση επίγνωσης και αναμνήσεις που δεν θα μπορούσαν να ανακαλούν αν δεν υπήρχε κάτι ανεξάρτητο από τη φυσική κατάσταση του εγκεφάλου τους.
Τι μέλλει γενέσθαι λοιπόν; Στο μέλλον, ακόμα πιο πρωτοποριακές τεχνολογίες θα μας επιτρέψουν όχι μόνο να παρατηρήσουμε αυτές τις επιθανάτιες εμπειρίες, αλλά και να τις προκαλούμε κατά βούληση προκαλώντας τεχνητούς αναστρέψιμους θανάτους. Ίσως μάλιστα κάτι τέτοιο ήδη να συμβαίνει. Ερευνητές στο Safar Center for Resuscitation Research στο Πανεπιστήμιο του Pittsburgh, της Pennsylvania, έχουν αναπτύξει μια επαναστατική διαδικασία όπου τοποθετούν ζώα σε μια κατάσταση ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο. Αδειάζουν σκυλιά από το αίμα τους και τα γεμίζουν μ’ ένα κατεψυγμένο αλατούχο διάλυμα. Η θερμοκρασία του σώματός τους πέφτει στους 7 βαθμούς Κελσίου, τα ζώα παύουν να επιδεικνύουν βιολογικές δραστηριότητες και θεωρούνται κλινικά νεκρά. Ύστερα από 3 ώρες το αίμα επανα-εισάγεται στο κυκλοφορικό τους σύστημα και ένα μικρό ηλεκτρικό σοκ επαναφέρει τα ζώα στη ζωή. Η διαδικασία έχει παρουσιάσει κάποια προβλήματα καθώς ορισμένα από τα σκυλιά που επανήλθαν, λίγο πολύ όπως στον «Αλχημιστή» του Χ.Φ. Λάβκραφτ, παρουσίασαν σοβαρές εγκεφαλικές βλάβες που εκδηλώθηκαν στη συμπεριφορά τους, κάτι που έχει κάνει ορισμένους να κατηγορήσουν την ομάδα ότι δημιουργούν «σκυλιά-ζόμπι». Ωστόσο, η ομάδα σχεδιάζει κάποια στιγμή να εφαρμόσει τη μέθοδο σε ανθρώπινους εθελοντές, μια προσπάθεια που αν στεφθεί με επιτυχία, θα προσφέρει μια ριζοσπαστική μέθοδο διάσωσης ανθρώπων που έχουν υποστεί σοβαρούς τραυματισμούς πχ σε πεδία μαχών ή σε τροχαία ατυχήματα όπου δεν υπάρχει άμεση ιατρική βοήθεια. Τα μέλη της εν λόγω ομάδας ισχυρίζονται επίσης ότι ο ορισμός του θανάτου εξαρτάται πλέον από την τεχνολογία που χρησιμοποιείται για την αναβίωση ενός ανθρώπου. Καθώς η ιατρική τεχνολογία αναπτύσσεται, τα όρια του θανάτου υποχωρούν. Ο θάνατος έρχεται μόνο όταν ο γιατρός πει «δεν μπορώ να κάνω κάτι περισσότερο». Κάποιος μπορεί πολύ εύκολα να δει γιατί μια τέτοια διαδικασία φαίνεται γοητευτική για εκείνους που θέλουν να ερευνήσουν τι συμβαίνει πέρα από το πέπλο που μας χωρίζει από το θάνατο. Φανταστείτε τι μπορεί να μάθει κανείς για την επιθανάτια ζωή από κάποιον που έχει περάσει κάποιες ώρες εκεί ή ακόμα περισσότερο χρόνο.
Μπορούμε μόνο να περιμένουμε για να δούμε αν κάποια στιγμή θα γίνουν δοκιμές με ανθρώπους, αλλά ήδη μια ομάδα ψυχολόγων και γιατρών που συνεργάζονται με το Technische Universität του Βερολίνου ισχυρίστηκαν ότι έχουν κάνει κάτι παρόμοιο. Συγκεκριμένα, χρησιμοποίησαν ένα μείγμα ισχυρών φαρμάκων όπως είναι η Επινεφρίνη και η Διμεθυλτρυπταμίνη και κατάφεραν να προκαλέσουν κλινικό θάνατο σε ασθενείς σε διαστήματα μέχρι και 20 λεπτών ύστερα από τα οποία επανήλθαν χρησιμοποιώντας μια συσκευή CPR χωρίς παρενέργειες. Η διαδικασία έχει δοκιμαστεί ήδη σε 944 εθελοντές επί 4 χρόνια και κάποιοι από αυτούς πέθαναν για σχεδόν 40 λεπτά της ώρας. Δεν είναι ξεκάθαρο τι είδους επιθανάτιες εμπειρίες βίωσαν οι συγκεκριμένοι άνθρωποι, αλλά σίγουρα μπροστά μας απλώνεται ένας υπαρκτός δρόμος έρευνας για όποιον είναι αρκετά γενναίος ώστε να τον ακολουθήσει. Στην ουσία, είμαστε στο χείλος του να αποκτήσουμε την τεχνογνωσία και τις ικανότητες που θα προσφέρουν σε περιπετειώδεις ανθρώπους την δυνατότητα να κάνουν ταξίδια σε βασίλεια άγνωστα και θα τους επιτρέπουν να επιστρέφουν σώοι και αβλαβείς. Εντούτοις, παρά όλες τις υποσχόμενες έρευνες που ήδη έχουν γίνει για τις επιθανάτιες εμπειρίες και παρά τους τρόπους που έχει ήδη βρει η τεχνολογία για να εισέλθουμε πιο βαθιά και να εξερευνήσουμε αυτό το παράξενο φαινόμενο στο μέλλον, υπάρχει ακόμα πολύς σκεπτικισμός ως προς αυτού του είδους την έρευνα. Για πολλούς, τα αποτελέσματα μέχρι στιγμής δεν μετράνε γιατί είναι σίγουροι ότι τέτοιου είδους επίγνωση μετά το θάνατο αποδεικνύει ότι το άτομο δεν πέθανε ποτέ πραγματικά παρά τη φαινομενική έλλειψη κάθε είδους εγκεφαλικής δραστηριότητας. Ισχυρίζονται ότι υπάρχει λόγος για τον οποίο αυτές οι εμπειρίες αποκαλούνται «επί»-θανάτιες. Οι άνθρωποι που τις βιώνουν δεν είναι πραγματικά νεκροί. Στην ασαφή περιοχή ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, το μυαλό σε κάποιο επίπεδο συνεχίζει να λειτουργεί. Είναι πολύ πιθανόν αυτές οι εμπειρίες να συνέβησαν στο στάδιο της ανάρρωσης ή λίγο πριν την καρδιακή ανακοπή. Δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο που να βεβαιώνει ότι έγιναν αφού το μυαλό του ασθενούς είχε πάψει να λειτουργεί.
Η ιδέα ότι αυτές οι εμπειρίες προκαλούνται απλά από μια δυσλειτουργία του εγκεφάλου ενισχύεται από την πρόσφατη ανακάλυψη αυτού που ονομάζεται «Το σημείο του θεού». Το έτος 2000 Ελβετοί ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης ασχολήθηκαν με μια γυναίκα 43 ετών που εισήχθη για εγχείρηση εξαιτίας των σοβαρών επιληπτικών κρίσεων από τις οποίες υπέφερε. Όταν στον εγκέφαλό της, στο κομμάτι του που σχετίζεται με τη γνώση του χώρου, προκλήθηκε τεχνητός ηλεκτρικός ερεθισμός με ηλεκτρόδια, παρατηρήθηκε μια πολύ ενδιαφέρουσα παρενέργεια: Η ασθενής ανέφερε ότι βίωνε ρεαλιστικές εξωσωματικές εμπειρίες κατά τις οποίες νόμιζε ότι αιωρούταν πάνω από το σώμα της. Θα μπορούσαν λοιπόν οι εξωσωματικές και οι επιθανάτιες εμπειρίες να οφείλονται σε δυσλειτουργίες του εγκεφάλου και όχι σε κάποια υποθετική ψυχή που αφήνει το σώμα; Σίγουρα πάντως η συγκεκριμένη ανακάλυψη ξεκαθάρισε ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες είναι ένα πολύ πραγματικό φαινόμενο που χρήζει περαιτέρω έρευνας άσχετα από το ποια είναι τα πραγματικά του αίτια. Μια παρόμοια αισθητήρια παρενέργεια κλασσικής επιθανάτιας εμπειρίας προκαλείται από τη χρήση του φαρμάκου Κεταμίνη. Αυτή η ουσία στις κατάλληλες δόσεις προκαλεί μια κατάσταση εναλλακτικής συνειδητότητας και εμπειρίες όπως τα εξωσωματικά ταξίδια, η επικοινωνία με ανώτερες οντότητες και τα ταξίδια μέσα από σήραγγες φωτός. Αυτό το γεγονός έχει κάνει πολλούς σκεπτικιστές να συμπεράνουν ότι όλες οι επιθανάτιες εμπειρίες πρέπει να οφείλονται σε ανισορροπίες της εγκεφαλικής χημείας αλλά όσοι τις έχουν βιώσει ισχυρίζονται ότι είναι κάτι περισσότερο από απλά εγκεφαλικές δυσλειτουργίες.
Που μας οδηγούν λοιπόν όλα αυτά; Σ’ έναν κόσμο όπου ανιχνεύουμε τα πλέον παράξενα φαινόμενα της κβαντικής φυσικής που ανατρέπουν όλα όσα θεωρούσαμε ως τώρα δεδομένα ως προς τη φύση του χώρου και του χρόνου, ίσως σύντομα ανακαλύψουμε και τα βασίλεια της επιθανάτιας ζωής. Ίσως έρθει η μέρα που θα κάνουμε μεταθανάτια ταξίδια με την ίδια ευκολία που σήμερα ταξιδεύουμε με υποβρύχια και διαστημόπλοια πέρα από τα όρια του καθημερινού κόσμου. Ποια θα είναι όμως η επιρροή αυτών των ανακαλύψεων στον πολιτισμό μας, στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη ζωή και το θάνατο; Πόσοι από τους θεσμούς και τα αντιληπτικά αξιώματα που σήμερα θεωρούμε δεδομένα, θ’ αντέξουν το σοκ της ανακάλυψης ή μη μιας άγνωστης χώρας που κρύβεται πίσω από το σχισμένο πλέον πέπλο του θανάτου;
Βιβλιογραφία:
- https://en.wikipedia.org/wiki/Near-death_experience
- http://www.nderf.org/
- http://www.theatlantic.com/magazine/archive/2015/04/the-science-of-near-death-experiences/386231/
Tags: after life , dead , death , soul , The Weird Side Daily , twsd , weird , weird article , αιώρηση , άρθρο , ασθενής , γιατροί , Εγκέφαλος , επιθανάτια εμπειρία , επιθανάτιες εμπειρίες , επιστήμονες , επιστημονική έρευνα , έρευνα , έρευνες , ερευνητές , Έρικ Σμυρναίος , ερωτήματα , Ζώα , θάνατος , κλινικά νεκρός , μυαλό , νεκροί , νεκρός , πειράματα , ποσοστά , συνείδηση , ταξίδι , ύπαρξη , φως , Ψυχή
Σχόλια και απόψεις.
Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.