Ως παιδιά, όλοι μας έχουμε ακούσει αυτές που με δέος ονομάζαμε «τρομακτικές ιστορίες». Υπάρχουν αμέτρητες από αυτές αλλά ορισμένες είναι αρκετά αγαπημένες και κάθε παιδί τις έχει ακούσει τουλάχιστον μια φορά. Μια από αυτές είναι και ο δολοφόνος στη σοφίτα. Η υπόθεση σε γενικές γραμμές πάει κάπως έτσι: Μια οικογένεια ακούει ήχους στη σοφίτα. Στην αρχή νομίζουν πως πρόκειται για φάρσα αλλά σύντομα συνειδητοποιούν πως με κάποιο τρόπο αυτό είναι απίθανο να συμβαίνει. Πράγματα αρχίζουν να μετακινούνται, ακούν περίεργους ήχους οπότε πείθονται ότι το σπίτι είναι στοιχειωμένο. Ωστόσο, δεν είναι φάντασμα αυτό στη σοφίτα αλλά ένας μανιακός δολοφόνος που κρυβόταν για μέρες ή εβδομάδες εκεί και τελικά σκοτώνει την οικογένεια πριν προλάβει να εγκαταλείψει το σπίτι. Αναμφίβολα κλασσική και ως ένα βαθμό ανατριχιαστική ιστορία. Πως θα σας ακουγόταν όμως αν σας έλεγαν πως όσο και αν παιδιάστικη και απίθανη φαίνεται αυτή η ιστορία, στην πραγματικότητα στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, τόσο αποτρόπαια που θα κάνουν το αίμα σας να παγώσει;
Στις 31 Μαρτίου του 1922 η τοπική κοινότητα που ζούσε κοντά στο αγρόκτημα Hinterkaifeck, έξω από την γερμανική πόλη Gröbern, ήρθε αντιμέτωπη με ένα ειδεχθές έγκλημα που μέχρι και σήμερα αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες άλυτες υποθέσεις όχι μόνο της Γερμανίας αλλά του κόσμου. Ο Andreas Gruber και η σύζυγός του Cäzilia, η χήρα κόρη της Viktoria Gabriel, τα δύο της παιδιά Cäzilia και Josef καθώς και η οικιακή βοηθός Maria Baumgartner βρέθηκαν δολοφονημένοι στο αγρόκτημά τους. Σύμφωνα με το πόρισμα του ιατροδικαστή, αιτία θανάτου ήταν φονικό χτύπημα με αξίνα. Αναμφίβολα, η δολοφονία μιας ολόκληρης οικογένειας με τόσο φρικτό τρόπο ήταν ένα τρομερό συμβάν, ακόμα και με τα σύγχρονα δεδομένα. Αυτό που κάνει την υπόθεση τόσο παράξενη όμως είναι τα γεγονότα που συνέβησαν πριν και μετά τους φόνους…
Λίγους μήνες πριν τη μοιραία μέρα, ο ακόμη εν ζωή Andreas είχε βρει μια σειρά από αποτυπώματα στο χιόνι που δεν άνηκαν σε κανέναν από την οικογένεια. Τα ίχνη κατευθύνονταν από το δάσος προς ένα κτίριο της φάρμας αλλά δεν φαίνονταν να επιστρέφουν πίσω, εκεί απ΄ όπου ήρθαν.
Τα περίεργα συμβάντα δεν σταμάτησαν όμως εκεί. Ο Andreas μιλώντας με κατοίκους της περιοχής ανέφερε πως άκουγε βήματα και αντικείμενα να σέρνονται στη σοφίτα. Αυτός ήταν και ο λόγος που η προηγούμενη οικιακή βοηθός της οικογένειας είχε παραιτηθεί έξι μήνες πριν τους φόνους. Πίστευε πως το σπίτι των Gruber ήταν στοιχειωμένο. Ο Andreas, αν και είχε ψάξει στη σοφίτα αρκετές φορές, δεν μπόρεσε να βρει κάτι που να υποδεικνύει παραφυσική δραστηριότητα ή την ύπαρξη κάποιου άλλου ανθρώπου.
Αν και οι ήχοι συνεχίζονταν, ο Andreas αρνήθηκε να απευθυνθεί στις τοπικές αρχές, ακόμη και να δανειστεί ένα όπλο από έναν γνωστό του στην περιοχή. Παράλληλα, η οικογένεια είχε δει αρκετές φορές τη φιγούρα ενός άντρα με μουστάκι να τους παρατηρεί από απόσταση στη γωνία του αγροκτήματος. Κάποιος φίλος του Andreas θυμήθηκε μάλιστα το θύμα να του λέει πως κάποια στιγμή είχε χάσει τα κλειδιά του και λίγο καιρό αργότερα είχε βρει στο σπίτι μια εφημερίδα την οποία δεν θυμόταν να έχει αγοράσει κανείς στην οικογένεια.
Εάν ο Andreas είχε δεχτεί να ζητήσει βοήθεια από τους γείτονές του ή τουλάχιστον να απευθυνθεί στις αρχές, είναι πολύ πιθανόν να μη συνέβαινε ό,τι ακολούθησε έπειτα. Φαίνεται πως ο δολοφόνος της οικογένειας ζούσε ανάμεσά τους καιρό πριν τελικά τους σκοτώσει, τουλάχιστον έξι μήνες για την ακρίβεια.
Την 1η Απριλίου του 1922, οι συμμαθητές και δάσκαλοι της νεαρής Cäzilia ανησύχησαν από την απροειδοποίητη απουσία της αλλά δεν πέρασαν από το σπίτι των Gruber για να μιλήσουν με την μητέρα της. Θα μπορούσε εξάλλου να είχε αρρωστήσει ή να έπρεπε να βοηθήσει στο αγρόκτημα. Στις 3 Απριλίου όμως, απουσίαζε ξανά από το σχολείο, ενώ δεν είχε εμφανιστεί και στην χορωδία, το ίδιο και η μητέρα της. Ταυτόχρονα, κανείς από την οικογένειά της δεν είχε ενημερώσει το σχολείο για το λόγο που δεν ερχόταν.
Ο ταχυδρόμος παρατήρησε πως τα γράμματα μαζεύονταν στο ταχυδρομικό κουτί της οικογένειας, χωρίς να έχει έρθει να τα συλλέξει κανείς. Το πρωί της 4ης Απριλίου, ένας μηχανικός επισκέφτηκε το αγρόκτημα για να επισκευάσει ένα μοτέρ στον αχυρώνα. Αν και προσπάθησε να βρει κάποιο μέλος της οικογένειας, δεν τα κατάφερε. Τελικά, ξέροντας που ήταν το μοτέρ, έκανε την επισκευή και εγκατέλειψε το αγρόκτημα. Επιστρέφοντας στο Gröbern μοιράστηκε με τους κατοίκους τις ανησυχίες του για τη νεκρική σιωπή στο αγρόκτημα. Όλοι συμφωνούσαν πως είχαν περάσει πολλές μέρες από τότε που οι Gruber είχαν δώσει κάποιο σημάδι ζωής. Έτσι, το απόγευμα, ο Lorenz Schlittenbauer επικεφαλής μιας μικρής ομάδα, επισκέφτηκε το αγρόκτημα Hinterkaifeck ελπίζοντας να βρει τους Gruber. Πράγματι τους βρήκε, αλλά όχι όπως θα περίμενε.
Πρώτα εντόπισαν τον Andreas, τη σύζυγό του Cäzilia, την κόρη του Viktoria και τη νεαρή Cäzilia στον αχυρώνα, σε μια λίμνη ξεραμένου αίματος. Με κάποιο τρόπο ο δολοφόνος είχε καταφέρει να τους προσελκύσει εκεί και τους είχε σκοτώσει με απίστευτη αγριότητα. Είχε χτυπήσει εφτά φορές Cäzilia με μια αξίνα (που βρέθηκε ένα χρόνο αργότερα στη σοφίτα του σπιτιού), ενώ είχε ίχνη στραγγαλισμού στο λαιμό της. Η εγγονή της, Cäzilia, ήταν ίσως το τραγικότερο πρόσωπο της υπόθεσης. Ο ιατροδικαστής βρήκε ίχνη από τις τρίχες της σφιγμένα στις μικρές τις παλάμες. Ο δολοφόνος την είχε χτυπήσει αρκετά ώστε να μην μπορεί να διαφύγει αλλά όχι τόσο ώστε να μην υποφέρει από τον ανελέητο πόνο των τραυμάτων και της θέας των πτωμάτων της οικογένειάς της που κείτονταν άψυχα γύρω τους. Πιστεύεται πως χρειάστηκαν ώρες μέχρι τελικά να ξεψυχήσει.
Τα άλλα δύο άτομα που ζούσαν στο σπίτι εκείνη την περίοδο, τον Josef και την οικιακή βοηθό Maria Baumgartner, τα βρήκαν επίσης νεκρά σε ένα δωμάτιο του σπιτιού και καλυμμένα με σεντόνι. Η τραγική ειρωνεία είναι πως η οικιακή βοηθός είχε προσληφθεί την ημέρα που διαπράχθηκαν οι φόνοι.
Πριν ειδοποιηθούν οι αρχές του Μοναχού όπου είχαν σχετικά μεγαλύτερη εμπειρία από τις τοπικές αρχές, οι παρευρισκόμενοι, χωρίς να έχουν εμπλακεί ξανά σε παρόμοιο συμβάν εν αγνοία τους μετακίνησαν τα πτώματα και αντικείμενα που βρίσκονταν στη σκηνή του εγκλήματος, καταστρέφοντας έτσι πιθανώς κρίσιμα για την επίλυση της υπόθεσης στοιχεία.
Αυτό που προξένησε έντονη περιέργεια είναι το γεγονός πως κάποιος φαινόταν να ζει στο σπίτι και μετά τους φόνους. Τα ζώα της οικογένειας ήταν ταϊσμένα, οι αγελάδες είχαν αρμεχτεί ενώ οι γείτονες ήταν σίγουροι πως είχαν δει καπνό να βγαίνει από την καμινάδα, κάτι που μαρτυρούσε εξάλλου και ένα μισοτελειωμένο γεύμα. Ωστόσο, αν και πολύς κόσμος πέρασε από το αγρόκτημα αναζητώντας τους Gruber, κανείς δεν αντιλήφθηκε την παρουσία του μυστηριώδους αυτού ατόμου… Μονάχα ένας περαστικός δήλωσε πως την επόμενη των φόνων πέρασε δίπλα από έναν άντρα που κράταγε φανό και κατευθυνόταν προς το αγρόκτημα.
Πάνω από 100 άτομα ανακρίθηκαν για τους φόνους. Το κίνητρο δεν ήταν διάρρηξη καθώς τα χρήματα του Andreas βρίσκονταν σε αρκετά εμφανές μέρος και δεν έμοιαζε να έχει κλαπεί μέρος αυτών. Έτσι, οι αρχές προσπαθούσαν για αρκετό καιρό να βρουν ποιος έκρυβε τόσο μεγάλη έχθρα για τους Gruber ώστε να τους δολοφονήσει με τόση αγριότητα αλλά και εξαιρετική προμελέτη.
Καθώς οι έρευνες προχωρούσαν, τα ενδοοικογενειακά μυστικά άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια. Ο Andreas είχε κατηγορηθεί πως διατηρούσε σχέση με την κόρη του, την περίοδο που εκείνη ήταν έγκυος στην κόρη της με αποτέλεσμα και οι δύο να φυλακιστούν με την κατηγορία της ομομιξίας και η πατρότητα της Cäzilia να αμφισβητείται. Όσο για τον νεαρό Josef, πατέρας του θα μπορούσε να είναι τόσο ο Andreas όσο και ο Lorenz Schlittenbauer, ο άνθρωπος που είχε ανακαλύψει τα πτώματα. Έτσι, ο Lorenz ήταν ένας από τους κύριους ύποπτους, το ίδιο και ο Karl Gabriel, ο θεωρητικά νεκρός άντρας της Viktoria. Υποθετικά είχε πεθάνει στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο στη Γαλλία αλλά οι στρατιώτες ποτέ δεν είχαν βρει το πτώμα του. Ένα σενάριο λοιπόν ήταν πως ο Karl επέστρεψε για να εκδικηθεί τη γυναίκα του για τον παράνομο και κατακριτέο δεσμό της με τον πατέρα της καθώς όσοι βρίσκονταν μαζί του στη Γαλλία ήταν σίγουροι πως τον είχαν δει ζωντανό, ντυμένο με τη στολή την Σοβιετικής Ένωσης.
Σύμφωνα με το δεύτερο σενάριο, ο Lorenz Schlittenbauer ευθυνόταν για τους φόνους. Οι κάτοικοι της περιοχής είχαν διαπιστώσει την ομοιότητα του γιου της Victoria με τον πατέρα της και παππού του και δεδομένης της προηγούμενης καταδίκης τους για ομομιξία, η μητέρα δήλωσε τελικά πως πατέρας του Josef ήταν ο Lorenz ήταν πατέρας του. Μάλιστα, διεκδικούσε από τον υποτιθέμενο πατέρα να πληρώνει τη διατροφή του παιδιού. Ο Lorenz είχε αρνηθεί πως ο Josef ήταν δικό του παιδί και συνεπώς δεν έδινε τα χρήματα που διεκδικούσε η Victoria. Δεν ήταν μυστικό πως οι Gruber βρίσκονταν σε κόντρα με τον γείτονά τους.
Τελικά, δεν κατάφεραν να συλλεχθούν αρκετά στοιχεία ώστε να βρεθεί με βεβαιότητα το άτομο που ευθυνόταν γι αυτό το στυγερό έγκλημα. Λίγο καιρό αργότερα η φάρμα κατεδαφίστηκε. Στο σημείο που συνέβησαν τα γεγονότα της 31ης Απριλίου στέκεται μια στήλη αφιερωμένη στη μνήμη των ανθρώπων που πέθαιναν.
Όπως μαρτυρά ήδη και εισαγωγή του άρθρου, η προσφορά της συγκεκριμένης υπόθεσης στη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο είναι μεγάλη. Αναρίθμητες ταινίες και βιβλία έχουν αντλήσει την έμπνευσή τους από τα γεγονότα του Hinterkaifeck. Η τραγωδία εκείνης της μέρας δεν θα σβήσει ποτέ ολοκληρωτικά.
Tags: Andreas , Andreas Gruber , Cäzilia , Gruber , Hinterkaifeck , Josef , Lorenz Schlittenbauer , Maria Baumgartner , αγριότητα , αγρόκτημα , αίμα , αίματα , ανάκριση , αντικείμενα , αντικείμενο , αξίνα , αποτύπωμα , απουσία , αχυρώνας , βήμα , βήματα , Γερμανία , γιός , γράμμα , γράμματα , δάση , δάσος , δολοφονία , δολοφόνος , Έγκλημα , ειρωνία , Ζώα , Ζώο , ήχοι , ήχος , ιατροδικαστής , ιστορία , ίχνη , ίχνος , καπνός , κάτοικοι , κάτοικος , κοινότητα , κόρη , μεταφυσικό , μητέρα , μηχανικός , μοτέρ , μυστικά , μυστικό , οικιακή βοηθός , οικογένεια , ομάδα , ομομιξία , όπλο , παραφυσικό , περιοχή , πτώμα , πτώματα , σιωπή , σοφίτα , σπίτι , στοιχειωμένο , συμβάν , σχολείο , ταχυδρόμος , τραύμα , τρίχες , τρόμος , υπόθεση , φανάρι , φανός , Φάντασμα , φάρμα , φάρσα , φόνος
Σχόλια και απόψεις.
Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.