Δύσπνοια

“Δύσπνοια: η τρομαχτική συνειδητοποίηση της αναπνοής”, ιατρική ορολογία της δύσπνοιας.   Εντάξει μάλλον πρέπει από κάπου να ξεκινήσω. Άλλωστε γι’αυτό δεν ήρθα σε σας; Για να σας μιλήσω και να βγάλετε το πόρισμα αν είμαι ή όχι τρελός. Μην λες αυτή την λέξη ΄΄τρελός’’… Ήρθες απλά εδώ για να εντοπίσουμε την αδυναμία σου και να […]

“Δύσπνοια: η τρομαχτική συνειδητοποίηση της αναπνοής”, ιατρική ορολογία της δύσπνοιας.

 

Εντάξει μάλλον πρέπει από κάπου να ξεκινήσω. Άλλωστε γι’αυτό δεν ήρθα σε σας; Για να σας μιλήσω και να βγάλετε το πόρισμα αν είμαι ή όχι τρελός.

Μην λες αυτή την λέξη ΄΄τρελός’’… Ήρθες απλά εδώ για να εντοπίσουμε την αδυναμία σου και να προσπαθήσεις να την ξεπεράσεις. Κατανοητό;

Ναι καταλαβαίνω..Λοιπόν..Από πού να ξεκινήσω…Μμ..φαντάζομαι από κείνο το ίδιο βράδυ που είχαμε μαζευτεί με τα παιδιά στο σπίτι μου. Είχαμε μαζευτεί για καμιά μπυρίτσα και ταινίες. Όπως συνηθίζαμε πολλές φορές να κάνουμε.

Και κείνο το βράδυ τι το ιδιαίτερο έγινε;

Τίποτα… Ο Ανδρέας ήρθε ως συνήθως πρώτος και μετά ήρθαν και οι άλλοι δύο. Ο Νίκος και ο Γιάννης. Ο Ανδρέας έφερε τις μπύρες και οι άλλοι τις πίτσες.  Εγώ είχα πάρει κάτι ταινίες. Κωμωδίες όλες…

Συνέχισε… μη σταματάς.. Αν θέλω να σε ρωτήσω κάτι, θα σε σταματήσω εγώ..

Αράξαμε στον καναπέ μου, ο Γιάννης κάθισε σε μια καρέκλα δίπλα γιατί δε χώραγε, αράξαμε και βάλαμε την πρώτη ταινία. Μια χαζομάρα αμερικάνικη.

Οι μπύρες φεύγανε έτσι μαζί με τα διάφορα αστεία για την ταινία. Σε μια φάση ξεμείναμε τελείως από μπύρες και κατέβηκα να αγοράσω κι άλλες, από κείνο το μικρό παντοπωλείο που διανυκτέρευε. Στο γυρισμό μου προς το σπίτι με πλησίασε μια γριά ζητιάνα και μου ζήτησε λεφτά.Θυμάμαι μύριζε πολύ άσχημα και γενικά η εμφάνισή της μου προκάλεσε αηδία. Την έσπρωξα πέρα νευριασμένος φωνάζοντάς της μάλιστα “Χάσου!”. Οκ αυτό ίσως δεν έπρεπε να το είχα κάνει. Βασικά μετανιώνω συνέχεια για κείνη την στιγμή γιατί μάλλον αυτή ευθύνεται για την τρέλα μου…

Μην ξαναπείς αυτή την λέξη.. Αλλά ναι συμφωνώ απόλυτα μαζί σου.. Δεν έπρεπε να φερθείς έτσι στη ζητιάνα. Συνέχισε όμως…

Ναι, ανέβηκα σπίτι, μοίρασα τις μπύρες στα παιδιά και τις υπόλοιπες τις έβαλα στο ψυγείο. Μετά από λίγο βάλαμε και τη δεύτερη ταινία. Και τότε εκεί γύρω στις 3 τα ξημερώματα έγινε ένας δυνατός σεισμός που λίγο έλειψε να ρίξει τη μικρή βιβλιοθήκη μου πάνω μας. Σταματήσαμε για λίγο να μιλάμε και να σχολιάζουμε την ταινία και κοιταχτήκαμε μεταξύ μας. Ο Γιάννης μάλιστα πήρε τους δικούς του και τους ξύπνησε ρωτώντας τους αν είναι καλά. Αυτοί του απάντησαν ότι δεν κατάλαβαν γιατί τους ρωτούσε. Δεν είχαν νιώσει τον σεισμό.Αυτή η λεπτομέρεια δε μου έκανε εντύπωση τότε. Σκέφτηκα ότι ίσως επειδή κοιμόνταν δεν άκουσαν τίποτα. Αλλά τώρα που το σκέφτομαι, η δόνηση ήταν αρκετά δυνατή για να ξυπνήσει κάποιον. Πού είχα μείνει;;

Στον Γιάννη που πήρε τους δικούς του..

Α ναι! Για λίγα λεπτά μείναμε σιωπηλοί και μετά συνεχίσαμε να βλέπουμε πάλι την ταινία. Για κανά μισάωρο ακόμα γιατί βαρεθήκαμε και την σταματήσαμε. Αρχίσαμε τότε να μιλάμε για διάφορα,για τη σχολή, για γκόμενες, για ομάδες. Μιλάγαμε, καπνίζαμε και πίναμε. Σε μια φάση ο Ανδρέας είπε ξαφνιασμένος κοιτώντας έξω στο μπαλκόνι:

“Δεν το πιστεύω! Βρέχει!”

Όντως αν και μέχρι πριν λίγο ήταν μια ζεστή και σχεδόν καλοκαιρινή βραδιά, μπορούσες να δεις τα αστέρια καθαρά,τώρα είχε αρχίσει να βρέχει. Στην αρχή η βροχή ήταν ήρεμη και σταθερή, από αυτές που σου αρέσει να τις βλέπεις και να τις ακούς γιατί σε ταξιδεύουν σε μέρη ονειρικά… Μετά όμως έπιασε για τα καλά. Σηκώθηκα και πήγα προς το μπαλκόνι να κλείσω την πόρτα και τότε έγινε κάτι περίεργο…

Συνέχισε, μη σταματάς..

Να με έπιασε πάλι εκείνη η δύσπνοια που με πιάνει όταν αγχώνομαι.. Δώστε μου λίγο χρόνο να ηρεμήσω..

Έχεις όσο χρόνο θες..

Πέρασαν μερικά λεπτά μέχρι να του φύγει ο ιδρώτας και οι αναπνοές του να γίνουν ξανά κανονικές.

Είμαι εντάξει τώρα…

Σε πιάνει συχνά αυτή η δύσπνοια;

Όταν αγχώνομαι..όταν φοβάμαι…δηλαδή ναι, αρκετές φορές…

Γιατί φοβάσαι;

Δεν ξέρω. Τις πιο πολλές φορές είναι ένας ανεξήγητος φόβος. Μια γενικευμένη ανησυχία. Αλλά μετά από λίγα λεπτά μου περνάει.

Έχεις πάει σε κάποιον να το κοιτάξεις;

Ναι.. Δεν είχαν βρει τίποτα. Μου είχαν πει ότι είναι ψυχολογικό το πρόβλημα.

Καλά. Θα το κοιτάξουμε μετά αυτό. Λοιπόν;; Πήγες να κλείσεις την πόρτα του μπαλκονιού…

Ναι. Και τότε την είδα. Την είδα εκεί κάτω στο πάρκο, ανάμεσα στα δέντρα και τη βροχή. Με κοιτούσε, με κάρφωνε με τα απαίσια μάτια της.

image reference

Ποια είδες;

Τη γριά ζητιάνα. Είχε καρφώσει τα μάτια της πάνω μου και δεν τα έπαιρνε. Με κοίταγε με απίστευτο μίσος. Και τότε άρχισα να ιδρώνω και να φοβάμαι. Άρχισε να με πιάνει πάλι εκείνη η δύσπνοια. Μα το πιο φοβερό είναι άλλο.

Τι;;

Όπως την κοίταζα κι εγώ,ξαφνικά την είδα να πετάει και να έρχεται με ορμή προς τα πάνω μου! Έβαλε τα χέρια της γύρω από το λαιμό μου και άρχισε να τον σφίγγει. Τα μάτια της τώρα είχαν γίνει τελείως κόκκινα και ένα τρομαχτικό χαμόγελο φάνηκε στο πρόσωπό της. Πνιγόμουν. Προσπάθησα να τη διώξω από πάνω μου αλλά τίποτα. Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα μέσα μου, να αυτός κι αν είναι τρελός θάνατος. Αλλά τότε με φώναξε από μέσα ο Ανδρέας και ξαφνικά όλα χαθήκαν! Η γριά, τα κόκκινα μάτια, το αίσθημα πνιγμού. Δεν υπήρχε κανείς μέσα στη βροχή. Ταραγμένος ακόμα, έκλεισα την πόρτα και μπήκα μέσα.

“Καλά τι στο διάολο κοίταγες τόση ώρα σαν αφηρημένος έξω;;”, μου είπε ο Ανδρέας.

“Τίποτα…”,του απάντησα και με το χέρι μου που έτρεμε λιγάκι, άναψα ένα τσιγάρο.

Τα επόμενα λεπτά ενώ οι άλλοι μίλαγαν, εγώ σκεφτόμουν αυτό το όνειρο που παιδί είχα δει στο εξοχικό μας κάτω στη Ζάκυνθο. Ένα όνειρο-εφιάλτη που με είχε κάνει να ξυπνήσω μες στα δάκρυα και τις φωνές, αναστατώνοντας τους δικούς μου.

Τι όνειρο ήταν αυτό; Πες μου…

Ήμουν σε μια μεγάλη παραλία και θυμάμαι σκάλιζα το όνομά μου στην άμμο. Η θάλασσα ήταν άσπρη και ο ήλιος έμοιαζε να έχει ξεφτίσει. Θυμάμαι έμεινα να κοιτάω την θάλασσα και τότε ένιωσα για πρώτη φορά αυτή τη δύσπνοια.. Δεν μπορούσα να πάρω ανάσα και όταν έπαιρνα,το έκανα με μεγάλη δυσκολία. Προσπάθησα να βάλω τις φωνές αλλά δεν μπορούσα ούτε αυτό να το κάνω. Κάτι με έπνιγε…Τελικά με ξύπνησε ταρακουνώντας με η μάνα μου. Τότε διαπίστωσα ότι είχα βάλει τα χέρια μου σφιχτά γύρω από τον λαιμό μου,σαν να προσπαθούσα να με πνίξω…

Ενδιαφέρον…

Εγώ θα έλεγα τρομαχτικό..Τέλος πάντων, σε μια στιγμή σηκώθηκα και πήγα τουαλέτα. Έριξα λίγο νερό στο πρόσωπό μου να συνέλθω κάπως. Καθώς σκουπιζόμουν είδα ότι η μπλούζα μου είχε ξεχυλωθεί στο ύψος του λαιμού. Κάτι κλωστές κρέμονταν άτακτα από δω κι από κει. Φρίκαρα γιατί κατάλαβα ότι την ιστορία με τη ζητιάνα δεν την είχα φανταστεί τελικά. Πήρα το μεγάλο μαύρο ψαλίδι και έκοψα αυτές τις κλωστές. Πήγα προς το σαλόνι έτοιμος να πω στους φίλους μου τι είχε συμβεί. Και τότε με περίμενε κι άλλη έκπληξη.

image reference

 

Δηλαδή;;

Είχαν φύγει. Οι φίλοι μου δεν ήταν εκεί!

Τι εννοείς είχαν φύγει;;

Εννοώ ότι είχαν φύγει. Δεν υπήρχε κανείς εκεί. Είχαν παρατήσει τις τελευταίες μπύρες τους έτσι πάνω στο τραπεζάκι και είχαν εξαφανιστεί! Τότε κάθισα στον καναπέ και σκέφτηκα, τα κωλόπαιδα μού κάνουν πλάκα! Άρχισα να ψάχνω σε όλο το σπίτι αλλά τίποτα. Δεν βρήκα κανέναν. Μάλλον είχαν φύγει κανονικά για τα σπίτια τους. Αλλά γιατί δε με χαιρέτησαν;; Θύμωσα πολύ μαζί τους. Μου έκαναν ένα πολύ κακόγουστο αστείο…

Μάλλον…και μετά;;

Δεν έχει μετά.. Αυτά έγιναν εκείνη τη νύχτα. Μετά έμεινα μόνος μου να τελειώσω τις μπίρες μου καπνίζοντας, σκεπτόμενος αυτά που έγιναν. Αλλά δε βρήκα καμιά λογική εξήγηση… Τελικά πήγα και έκανα ένα κρύο ντους για να ηρεμήσω…

Λοιπόν τι πιστεύετε;;

Λέω να κάνουμε ένα διάλειμμα να ηρεμήσεις κι εσύ και να σκεφτώ καλύτερα κι εγώ αυτά που μου είπες.. Τι λες;

Οκ.. Θα πάω έξω να πάρω λίγο καφέ. Θέλω πολύ έναν ζεστό γαλλικό τώρα..

Εντάξει…τα λέμε σε λίγο λοιπόν!

 

*****

 

Σταμάτησε να μιλάει στον εαυτό του στον καθρέπτη, που μόλις αχνοφαινόταν από τους ατμούς. Με την πετσέτα τυλιγμένη γύρω από την μέση του βγήκε από το μπάνιο. Πήγε προς την κουζίνα και άναψε την καφετιέρα με τον γαλλικό να ζεστάνει. Καθώς περίμενε τον καφέ να γίνει, κάθισε στον καναπέ και άναψε τσιγάρο. Τα δύο πτώματα που ήταν εκεί δίπλα του δε φαίνεται να τον ενοχλούσαν ιδιαίτερα. Φαίνεται να μην υπήρχαν καν γι’αυτόν. Μέσα στο δωμάτιο του σάπιζε και το τρίτο πτώμα…

Πέρασαν έτσι ήρεμα καμιά δεκαριά λεπτά και μετά σηκώθηκε και πήγε πάλι προς την καφετιέρα. Γέμισε ένα φλιτζάνι ολόκληρο και έριξε λίγο γάλα μέσα. Στη συνέχεια πήρε ένα κουταλάκι και ανακάτεψε το μείγμα. Όταν τελείωσε το ανακάτεμα το άφησε δίπλα στο γεμάτο αίματα μαύρο ψαλίδι.

Λίγο πριν μπει στο μπάνιο, χτύπησε την πόρτα και είπε σοβαρά:

Μπορώ να περάσω τώρα;;…

 

Ηλίας Δεσύλλας

 

Article main picture reference

Tags: dark , death , fantasy , horror , madness , mystery , story , weird , αλλόκοτο , ανατριχίλα , δύσπνοια , θάνατος , θρίλερ , μυστήριο , σκοτάδι , τρέλα , τρόμος , φαντασία , Φόβος , ψυχολογία

Φίλοι της σελίδας : Άρθρα & διηγήματα

Δημοσιεύτηκε 9 Απριλίου, 2019

Σχόλια και απόψεις.

Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Ενημερωθείτε για τα νέα μας πρώτοι, απευθείας από το email σας.