Μία από τις πιο γνωστές μορφές της μυθολογίας του Τρόμου, τόσο σαν (μετα)φυσική ύπαρξη, όσο και σαν συμβολισμός και προβολή των παθών και των φόβων της ανθρωπότητας, είναι αυτή του βρικόλακα. Είναι ένα πλάσμα της νύχτας, μυστηριώδες και απειλητικό, κάποιες φορές γοητευτικό και άλλες εντελώς τερατώδες και ξένο, όμως σχεδόν πάντα με ένα θεματικό βάθος που το ανεβάζει από το επίπεδο της απλής φυσικής απειλής σε αυτό της σκοτεινής αναπαράστασης της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης. Υπάρχουν πολλοί βρικόλακες στην Μυθολογία και την Τέχνη και κάθε χρόνο δημιουργούνται ακόμα περισσότερες εκδοχές και ιστορίες με αυτούς. Όμως, κανένας δεν είναι πιο χαρακτηριστικός και αναγνωρίσιμος από τον πατέρα του είδους, τον γνωστό σε όλους μας Κόμη Δράκουλα, το βασισμένο στον πρίγκιπα της Βλαχίας Βλαντ Τσέπες τον Τρίτο, τον Γιό του Δράκου και επονομαζόμενο «Ανασκολοπιστή» βαμπίρ δια χειρός του Ιρλανδού συγγραφέα Μπράμ Στόκερ.
Σήμερα θα μιλήσουμε για τη σειρά “Dracula” του 2020. Με τη συγγραφική πένα των Μαρκ Γκάτις και Στίβεν Μόφατ, γνωστοί για την συγγραφή και την οργάνωση της αναβίωση του “Doctor Who”, και σε παραγωγή και διανομή των BBC και Netflix, η σειρά των 3 επεισοδίων φιλοδοξεί να φέρει μία φρέσκια ματιά πάνω στον Μύθο του γνωστότερου βρικόλακα της ποπ κουλτούρας. Άραγε θα το καταφέρει αυτό όμως; Για να δούμε!
Ένας Βρετανός μεσίτης περιγράφει τις περίεργες και τρομακτικές περιπέτειές του στο κάστρο ενός Ρουμάνου ευγενή σε δύο αρκετά περίεργες καλόγριες, στην Ουγγαρία του 1897.
Ένας ευγενής και μία ετοιμόλογη καλόγρια παίζουν σκάκι και συζητάνε για την ναυτική περιπέτεια του ευγενή σε ένα πλοίο.
Μια γιατρός προσπαθεί να σταματήσει έναν επικίνδυνο (μεταφορικό και κυριολεκτικό) θηρευτή απ’ το να σκορπάει το χάος και τον θάνατο…
Τι κοινό έχουν αυτές οι ιστορίες; Μα φυσικά τον ευγενή, τον Κόμη Δράκουλα!
Ας μιλήσουμε για την σειρά λοιπόν. Αποτελείται από τρία επεισόδια με διάρκεια 1,5 περίπου ώρα το καθένα –όπως και το “Sherlock” του οποίου showrunner ήταν ο Μόφατ. Κάθε επεισόδιο είναι και μία ιστορία που ανήκει ή παίζει με ένα διαφορετικό είδος και κανόνες και χρησιμοποιεί διαφορετικές σκηνοθετικές προσεγγίσεις, με το πρώτο επεισόδιο να είναι μια ιστορία γοτθικού τρόμου και μυστηρίου, το δεύτερο να ακολουθεί μια πειραγμένη εκδοχή ενός murder mystery της Αγκάθα Κρίστι αλλά με horror στοιχεία, ενώ το τρίτο πλησιάζει περισσότερο σε μία σύγχρονη υπερκινητική και flashy/neon ιστορία αγωνίας. Θα περίμενε κανείς ότι κάτι τέτοιο θα σκότωνε τον ρυθμό και την αφήγηση, αλλά ευτυχώς χάρη στις ερμηνείες, τους διαλόγους και την κατά κύριο λόγο πολύ καλή σκηνοθεσία δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.
Η αφήγηση σε κάθε επεισόδιο έχει ένα σωστό ρυθμό και κρατάει το ενδιαφέρον σε υψηλά επίπεδα, ενώ ανά περιπτώσεις μπορεί να γίνει και αρκετά αγωνιώδης, πράγμα αξιοθαύμαστο δεδομένου του πόσο γνωστή είναι η ιστορία σαν πλαίσιο και πρωτότυπο υλικό, αφού μιλάμε για την πεμπτουσία του Σύγχρονου Μύθου του Βρικόλακα. Επομένως το ότι η υπόθεση μπορεί να παρουσιάσει μερικές εκπλήξεις και ανατροπές που δουλεύουν σοκαριστικά καλά αλλά δεν προδίδουν τον τρόπο που έχει κινηθεί η ιστορία και την ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων είναι αρκετά θαυμαστό. Εξαιρετικό είναι και το παιχνίδι με τις κλασικές αρχές του Βαμπιρικού Μύθου και οι μικρές χαριτωμένες νύξεις προς αυτόν και τις αυθαιρεσίες του. Τέλος, θα ήταν επίσης τουλάχιστον απαράδεκτο εκ μέρους μου να μην μιλήσω για το γεγονός ότι υπάρχει ένα κεντρικό μυστήριο προς επίλυση και ένα παιχνίδι μερικής πληροφόρησης σχεδόν σε κάθε επεισόδιο και η λύση του να βγαίνει στην επιφάνεια με τον πιο ψυχαγωγικό και αγωνιώδη τρόπο, ενώ η σειρά συνολικά είναι σχεδόν ο ορισμός του Unreliable Narrator Galore και το λατρεύω αυτό.
Βέβαια, η ιστορία δεν θα δούλευε εξίσου καλά χωρίς τους θεσπέσιους διαλόγους, το σκοτεινό, σαρκαστικό και μακάβριο χιούμορ που τους διαπερνά και τους ενώνει, και τους πολύ ενδιαφέροντες και διασκεδαστικούς χαρακτήρες που καλούνται να τους ανταλλάξουν. Όλοι έχουν κάτι να δώσουν ως προς αυτό, καθώς το όλο δράμα της σειράς είναι εντυπωσιακά αποτελεσματικό και ενδιαφέρον, αλλά είναι τελικά ο Κόμης και μία καλόγρια που αποτελούν την κινητήριο δύναμη της σειράς.
Τόσο ο Κόμης Δράκουλας του Κλάις Μπανγκ όσο και η αδελφή Άγκαθα είναι εξαιρετικά γραμμένοι χαρακτήρες στο μεγαλύτερο κομμάτι της σειράς και η μεταξύ τους συναναστροφή από μόνη της ένας καλός λόγος για να δει κανείς την σειρά. Ο Μπανγκ φέρνει στο τραπέζι μία α λα Χάνιμπαλ Λέκτερ εκδοχή του γνωστού βαμπίρ, καθώς παίζει με ευγένεια και σαρκασμό με όλους τους άλλους χαρακτήρες σαν πιόνια, χωρίς όμως να στερείται τις horror καταβολές του χαρακτήρα με την τερατώδη δίψα του για αίμα, χάος και την αδάμαστη Λαιμαργία, Απληστία και Λαγνείας του. Είναι ανησυχητικός ο αριθμός των φορών που ο Δράκουλας σχεδόν είναι μια απεικόνιση του χειρότερου είδους ατόμου που θα μπορούσες να γνωρίσεις σε ένα μπαρ, με τον καλύτερο και χειρότερο τρόπο.
Από την άλλη, η Ντόλλυ Γουέλς είναι κάτι παραπάνω από απολαυστική σαν αδελφή Άγκαθα με το πόσο ετοιμόλογη, σαρκαστική και έξυπνη είναι, και αυτό μάλλον την κάνει τον αγαπημένο μου χαρακτήρα στη σειρά. Βέβαια έχω μερικές σκέψεις πάνω στην επιλογή των Μόφατ και Γκάτις να αντικαταστήσουν δύο απ’ τους καλύτερους χαρακτήρες του πρωτότυπου βιβλίου, την υπέροχη Μίνα Χάρκερ και τον badass δόκτωρ Αβραάμ βαν Χέλσινγκ με τον δικό τους original χαρακτήρα (please do not steal!), αλλά φαντάζομαι ότι η δυναμική της Άγκαθα με τον Κόμη ήταν αρκετά απολαυστική ώστε να μην έχει σημασία τελικά.
Τέλος, πολύ αποτελεσματική είναι και η οπτικοακουστική πλευρά της σειράς. Ως προς την σκηνοθεσία, η σκηνογραφία και ο χρωματικός κώδικα είναι εξαίσια και κολλάνε πλήρως με το είδος και την αισθητική της ιστορίας, τα εφέ είναι κατά κύριο λόγο πολύ καλά (πέρα δηλαδή απ’ τα κλασικά προβλήματα που προκύπτουν με τα βαμπίρ και την κίνησή τους σε ταινίες και σειρές), ενώ πολύ ενδιαφέρουσες είναι μερικές αλλαγές σκηνών και πολλά από τα πλάνα. Από την πλευρά της, η μουσική είναι όμορφη και δένει σωστά με τις σκηνές.
Συνοψίζοντας, θα έλεγα ότι το “Dracula” είναι μία αρκετά ωραία σειρά που παίζει με ενδιαφέρον τρόπο με τον μύθο του γνωστότερου βαμπίρ. Έχει ένταση, απολαυστικούς διαλόγους, κατά κύριο λόγο ενδιαφέροντες χαρακτήρες και μια καλή ισορροπία χιούμορ και αγωνίας, ενώ έχει μια αξιόλογη παραγωγή. Φυσικά δεν λείπουν μερικά προβλήματα, αλλά συνολικά είναι μια ιστορία που στο μεγαλύτερο μέρος της δουλεύει εξαιρετικά. Αν την βαθμολογούσα ανά επεισόδιο, θα έλεγα ότι το πρώτο και το δεύτερο θα έπαιρναν High Pass (μια φράση που εδώ σημαίνει «Κάτι πραγματικά καλό που πρέπει να δει κανείς, ειδικά αν είναι φαν του είδους!»), και ένα Pass για το τρίτο (δηλαδή «κάτι αρκετά διασκεδαστικό που μάλλον δεν θα μετανιώσει κανείς να δει αν προσαρμόσει αναλόγως τις προσδοκίες του. It’s fine»). Οπότε συνολικά sup{Pass++} («Όχι κάτι το θρυλικό, αλλά σίγουρα άξιο θέασης και μάλλον ό,τι καλύτερο μπορεί να δει κανείς που να μην είναι σε αυτά που ορίζω ως High Pass»).
Θα επιστρέψουμε με περισσότερες σειρές, ταινίες, κριτικές και ιστορίες. Μέχρι τότε, καλή σινέ-χεια!
Tags: Bram Stoker , Dracula , Dracula BBC , Dracula Netflix , Dracula Review , Dracula Κριτική , horror , Mark Gatiss , Netflix , Sherlock , Steven Moffat , weird , αλλόκοτο , δράκουλας , Δράκουλας BBC , Δράκουλας Netflix , Δράκουλας Review , Δράκουλας Κριτική , Δράκουλας Σειρά , Σειρές , Σειρές Τρόμου , Τηλεοπτικές Σειρές , τρόμος
Σχόλια και απόψεις.
Η γνώμη σας είναι πάντα καλοδεχούμενη.